του Δημήτρη Τζιαντζή
Η ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών στην καθημερινή μας ζωή έχει νόημα στο βαθμό που την κάνει πιο εύκολη. Κάθε δραστική αλλαγή, για να έχει θετικό πρόσημο, οφείλει να είναι απλή, κατανοητή από όλους, εύχρηστη και αξιόπιστη. Καμία από τις προϋποθέσεις αυτές δεν ισχύει στην περίπτωση της μετάβασης από το χάρτινο στο ηλεκτρονικό εισιτήριο, όπου η απίστευτη προχειρότητα, οι παράλογες τρομο-απαιτήσεις ασφάλειας, σε συνδυασμό με τους μνημονιακούς σχεδιασμούς για ιδιωτικοποίηση οδήγησαν στο φιάσκο και τον απίστευτο παραλογισμό που ζούμε στην Αθήνα τις τελευταίες εβδομάδες.
Σκηνές από την ταινία «Ηλεκτρονικός χαμός και τα ρομπότ τρελάθηκαν» θυμίζουν οι τεράστιες ουρές έξω από τα εκδοτήρια ηλεκτρονικών καρτών για τα μέσα μαζικής συγκοινωνίας. Σε αρκετούς σταθμούς (Άνω Πατήσια, Κάτω Πατήσια, Καλλιθέα) οι ουρές φτάνουν ως το απέναντι πεζοδρόμιο. Πολύωρη αναμονή, εκνευρισμός, καβγάδες, σπρωξίματα, διαγκωνισμοί, λιποθυμίες. Αναφέρθηκε, μάλιστα, και ένα περιστατικό όπου ένας άνδρας δάγκωσε δύο γυναίκες επειδή του πήραν τη σειρά! Εκτός όμως από την περιστασιακή ένταση, παρατηρεί κανείς και μια μαζική παθητικότητα, μια μοιρολατρική αποδοχή της επιβατικής (και όχι μόνο) μοίρας μας.
Το λειτουργικό έκδοσης είναι ελλιπές και συχνά βγάζει μηνύματα βλάβης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο μέσος χρόνος διόρθωσης είναι δύο ώρες και οι επιβάτες αναγκάζονται να περιμένουν μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς στη μέση της έκδοσης μιας κάρτας κολλάει το σύστημα.
Το χειρότερο είναι η σύγχυση που εξακολουθεί να επικρατεί στο επιβατικό κοινό για τις γραφειοκρατικές διαδικασίες έκδοσης ηλεκτρονικής προσωποποιημένης κάρτας, για την παραλαβή εισιτηρίων και την ακύρωσή τους. Η κυβέρνηση, αδιαφορώντας για την ταλαιπωρία εκατοντάδων χιλιάδων Αθηναίων που χρησιμοποιούν Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, δεν έκρινε σκόπιμο να απλοποιήσει τις διαδικασίες, ούτε να προχωρήσει σε ενημερωτική εκστρατεία για να εξασφαλίσει μια ομαλή μετάβαση στη νέα πλατφόρμα. Για παράδειγμα, το περιοριστικό σύστημα με τις μπάρες λειτουργεί σε άλλες χώρες εδώ και πολλές δεκαετίες αλλά για το ελληνικό κοινό είναι μια νέα πραγματικότητα. Τι νόημα έχει να αφαιρείς τα κάγκελα ασφαλείας μπροστά από τη Βουλή επειδή …«διαχώριζαν την κυβέρνηση από το λαό» και μετά να γεμίζεις τους σταθμούς του Ηλεκτρικού και του Μετρό με κάγκελα και μπάρες που αποκλείουν την είσοδο στους «μη έχοντες»;
Γεγονός είναι ότι πέρα από το μέτρο για δωρεάν είσοδο στους εγγεγραμμένους στον κατάλογο ανέργων του ΟΑΕΔ, τα προβλήματα στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στα χρόνια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχουν οξυνθεί και η ποιότητα των μετακινήσεων έχει υποβαθμιστεί περαιτέρω. Η κατάσταση είναι απελπιστική στα λεωφορεία και τα τρόλεϊ μετά την κατάργηση-τροποποίηση των γραμμών και την αραίωση των δρομολογίων. Σε αρκετές γραμμές οι επιβάτες υποχρεώνονται να περιμένουν στη στάση 30-50 λεπτά για το επόμενο λεωφορείο και όταν αυτό έρθει, μετακινούνται στριμωγμένοι σαν σαρδέλες σε κονσέρβα.
Το 55% του αστικού στόλου των λεωφορείων της ΟΣΥ βρίσκεται παροπλισμένο στα αμαξοστάσια, καθημερινά εκτός λειτουργίας λόγω βλάβης βρίσκονται πάνω από 600 οχήματα, ενώ από τα διαθέσιμα οχήματα τα 250 είναι ανασφάλιστα. Η απάντηση των υπευθύνων είναι ότι ακόμα και αν διαθέταμε οχήματα, δεν υπάρχουν αρκετοί οδηγοί για να τα θέσουν σε κυκλοφορία!
Οι εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες, βλέποντας πίσω από τους ερασιτεχνισμούς και τις προχειρότητες μια μεθοδευμένη προσπάθεια να στρωθεί ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση, στέκονται στο πλευρό των επιβατών. Οι έλεγχοι των εισιτηρίων έχουν «ατονήσει», ενώ δίνονται διαβεβαιώσεις ότι αν υπάρξει συνωστισμός επιβατών και κινδυνεύσει η σωματική ακεραιότητα ανθρώπων, θα ανοίξουν τις μπάρες για να περάσει ελεύθερα το επιβατικό κοινό στους σταθμούς. Θέατρο του παραλόγου θυμίζει και το πινγκ-πονγκ ευθυνών μεταξύ της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της κυβέρνησης για τη δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής αίτησης για την έκδοση ηλεκτρονικής κάρτας και αποστολής στο σπίτι. Όπως διαβάζουμε, ο ΟΟΣΑ ζητά από την ανεξάρτητη αρχή «τήρηση των στοιχείων με συγκατάθεση του χρήστη με στόχο την προσωποποιημένη εξυπηρέτησή του». Ποια συγκατάθεση; Μπορεί ο χρήστης να κάνει αλλιώς; Να βγάλει ηλεκτρονική κάρτα χωρίς ΑΜΚΑ;
Μέχρι στιγμής δεν έχει δοθεί πειστική απάντηση στο ερώτημα για ποιο λόγο γιατί ο ΟΑΣΑ απαιτεί από τους επιβάτες πιστοποιημένο αντίγραφο ΑΜΚΑ. Οι εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες έχουν δηλώσει ότι θεωρούν την απαίτηση αυτή υπερβολική και περιττή: «Έχουμε ρωτήσει επανειλημμένα γιατί χρειάζεται ΑΜΚΑ και απάντηση δεν έχουμε πάρει». Εύλογα μπορεί να υποθέσει κανείς ότι, με αφετηρία το ηλεκτρονικό εισιτήριο, συντελείται ένα φαραωνικών διαστάσεων φακέλωμα των πολιτών, το οποίο εμπλουτίζεται κάθε φορά που κάποιος χρησιμοποιεί ένα μέσο μαζικής μεταφοράς. Ένας απρόσωπος τερατώδης μηχανισμός, πέρα από κάθε δημοκρατικό έλεγχο, έχει τον έλεγχο «των πιο κρυφών κυττάρων μας», ακόμα και των διαδρομών μας των λίγων χιλιομέτρων.