ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ
Η επέτειος των 100 χρόνων από την Οκτωβριανή Επανάσταση συμπίπτει με ένα καταιγισμό διεθνών εξελίξεων που συνταράσσουν ειδικά το εσωτερικό των μεγάλων καπιταλιστικών κρατών. Από την καπιταλιστική κρίση με τα βαθιά της αποτυπώματα και την «αντιτρομοκρατική» ψύχωση, έως τις ανθρώπινες ροές εκατομμυρίων προσφύγων πολέμου ή κοινωνικής ερήμωσης και τα ορατά πλέον σημάδια της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής, η ανθρωπότητα μοιάζει να κυοφορεί άγνωστες προοπτικές.
Η αντικομμουνιστική υστερία δεν υποδηλώνει κυρίως μανία εκδίκησης των προσωρινών νικητών επί της προοπτικής που άνοιξε η ανολοκλήρωτη προσπάθεια του Οκτώβρη. Η αστική τάξη ως ηγέτιδα τάξη σήμερα, αντιλαμβάνεται τους «θορύβους» που αναπτύσσονται υπόκωφα από το μέλλον. Επιχειρεί να μετασχηματίσει το παρελθόν για να σώσει το τομάρι της στο μέλλον. Κηρύσσει – για άλλη μια φορά μετά το 1989- το «τέλος της ιστορίας», αμαυρώνοντας τον κομμουνισμό και βασικά την προοπτική σύγχρονης επαναστατικής επαναθεμελίωσής του, διότι ξέρει ότι οι νέες, πιο ώριμες, κοινωνικές επαναστάσεις, θα τελειώσουν την ίδια.
Οι κομμουνιστές δεν έχουν ανάγκη από μια τυπική αγιογραφία της πιο βαθιάς κοινωνικής επανάστασης που συντάραξε τον εικοστό αιώνα. Ούτε φυσικά έχει θέση στη συζήτηση ο πανικόβλητος μηδενισμός, εξ αιτίας του δεδομένου της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ.
Το ζητούμενο είναι ο κριτικός αναστοχασμός πάνω στην Οκτωβριανή Επανάσταση, για την εποχή της και για τη δική μας. Οφείλουμε να δούμε το «τότε», με την πείρα των μετέπειτα εξελίξεων. Να φωτίσουμε τις επαναστατικές δυνατότητες για ένα νέο κύμα κομμουνιστικών επαναστάσεων στην εποχή μας, βασισμένων τόσο στα χαρακτηριστικά του σύγχρονου καπιταλισμού και της εργατικής τάξης, όσο και στην πολύτιμη διπλή εμπειρία της ανόδου και της πτώσης του κομμουνιστικού εργατικού κινήματος στον προηγούμενο αιώνα.
Στεκόμαστε απέναντι στο παρελθόν μας, έτσι όπως υποδείκνυε ο Μαρξ στο έργο του Η 18η Μπρυµαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη:
«Οι προλεταριακές επαναστάσεις κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τους τον εαυτό, διακόπτουν κάθε τόσο την ίδια τους την πορεία, ξαναγυρίζουν σ’ εκείνο που φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, περιγελάνε µε ωμή ακρίβεια τις μισοτελειωμένες δουλειές, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες των πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται να ξαπλώνουν κάτω τον αντίπαλό τους µόνο και µόνο για να του δώσουν την ευκαιρία να αντλήσει καινούργιες δυνάμεις από τη γη και να ορθωθεί πάλι πιο γιγάντιος µπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς µπροστά στην ακαθόριστη απεραντοσύνη των σκοπών τους, ώσπου να δηµιουργηθεί η κατάσταση η οποία κάνει αδύνατο κάθε ξαναγύρισµα και όπου οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν: Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδηµα».
Απέναντι στην αντικειμενική συνθήκη της ανάπτυξης του καπιταλισμού, τα συλλογικά και ατομικά υποκείμενα, η εργατική τάξη, η αγροτιά, οι διανοούμενοι, οι πραγματικοί δραστήριοι άνθρωποι στη Ρωσία, δε στάθηκαν μοιραίοι και άβουλοι, αναμένοντας παθητικά την ωρίμανση και «κατάρρευση» του καπιταλισμού. Δεν ακολούθησαν δηλαδή το δρόμο του Κάουτσκι, αλλά του Λένιν.
Εργατική αντικαπιταλιστική επανάσταση
Ο Λένιν εκκινούσε από μια βαθιά, διαλεκτική πίστη στη δυνατότητα και το δικαίωμα της εργατικής τάξης να μπει στο τιμόνι της κοινωνικής εξέλιξης στη Ρωσία.
Για τους ταξικούς και ιδεολογικούς αντιπάλους του εργατικού κινήματος, η Οκτωβριανή επανάσταση ήταν μια ιδιαιτερότητα σε μια καθυστερημένη χώρα, με καθοριστικό ρόλο στην «πραξικοπηματική» δράση των μπολσεβίκων του Λένιν που έδρασαν έτσι ενάντια στον «ορθόδοξο μαρξισμό» και τις νομοτέλειές του. Τίποτα ωστόσο δεν έγινε τυχαία. Η Ρωσία ήταν ο «αδύνατος κρίκος» του καπιταλιστικού κόσμου εκείνης της εποχής. Παρά την συνολική της υστέρηση, είχε γρήγορη και μοντέρνα βιομηχανική ανάπτυξη, συγκεντρωμένη σε προλεταριακά κέντρα. Ο Οκτώβρης είχε πίσω το Φλεβάρη και το 1917 είχε πίσω του το 1905, όπου οι μάζες «έμαθαν» να κάνουν επανάσταση, αλλά και να οργανώνονται σε ανεξάρτητα όργανα, που ήταν τα Σοβιέτ.
Το ζήτημα της επανάστασης ως δρόμου για την επίλυση των δημοκρατικών και κοινωνικών ζητημάτων ήταν ζήτημα μαζικής κοινωνικής πρακτικής, πολιτικής ζύμωσης και θεωρητικής διαπάλης για δεκαετίες στη Ρωσία. Είναι σκόπιμη διαστρέβλωση η ταύτιση της Οκτωβριανής επανάστασης με την «έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα» ως κάποιο μονόπρακτο, σχεδόν πραξικόπημα, χωρίς ιστορικό βάθος, έκφραση αναγκαιότητας ή επαναληψιμότητα.
Η ρωσική επανάσταση δεν ήταν ένα τυχαίο συμβάν, αλλά ένα πιθανό ενδεχόμενο μέσα σε άλλα, δηλαδή την εκδήλωση ή/και τη νίκη και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες εκείνη την περίοδο. Κανένας δεν μπορούσε να υπογράψει ότι η Οκτωβριανή επανάσταση θα νικούσε ή ότι υποχρεωτικά θα εκφυλιζόταν στη συνέχεια. Ούτε ότι δε θα νικούσε η επανάσταση στη Γερμανία. Ο συνειδητός υποκειμενικός παράγοντας έπαιξε τεράστιο ρόλο σε όλες τις περιπτώσεις.
Απέναντι στην αντικειμενική συνθήκη της ανάπτυξης του καπιταλισμού, τα συλλογικά και ατομικά υποκείμενα, η εργατική τάξη, η αγροτιά, οι διανοούμενοι, οι πραγματικοί δραστήριοι άνθρωποι στη Ρωσία, δε στάθηκαν μοιραίοι και άβουλοι, αναμένοντας παθητικά την ωρίμανση και «κατάρρευση» του καπιταλισμού. Δεν ακολούθησαν δηλαδή το δρόμο του Κάουτσκι, αλλά του Λένιν. Οι άνθρωποι διαμορφώνονται από τις συνθήκες αλλά είναι και αυτοί που τις αλλάζουν. Ο καπιταλισμός δεν ετοιμάζει μόνος του τον τάφο του. Μόνο τον δικό μας σκάβει όλο και πιο βαθιά διαρκώς.
Τι ήταν ο Οκτώβρης λοιπόν; «Τρία απλά συνθήματα», μας απαντούν παλιοί και νέοι αρνητές της επανάστασης: «Ψωμί, ειρήνη, γη»! Αυτό είναι μισή αλήθεια, δηλαδή μεγάλο ψέμα. Ήταν μαζί και το «όλη η εξουσία στα σοβιέτ» και με στόχο την ανατροπή της αστικής κυβέρνησης, η οποία παρεμπιπτόντως ήταν και αριστερή και επαναστατική η ίδια, γέννημα της προηγούμενης αστικοδημοκρατικής επανάστασης του Φλεβάρη.
Ο Λένιν, τον Απρίλη του 1917, δηλαδή μόλις δυο μήνες μετά τη επανάσταση του Φλεβάρη, μιλάει για προλεταριακή επανάσταση και εξουσία των εργατικών συμβουλίων «τύπου κομούνας», με τη μορφή των Σοβιέτ. Την ίδια στιγμή, δεν προτείνει άμεση εφαρμογή σοσιαλισμού, αλλά βήματα προς αυτόν. Ο Λένιν εκκινούσε από μια βαθιά, διαλεκτική πίστη στη δυνατότητα και το δικαίωμα της εργατικής τάξης να μπει στο τιμόνι της κοινωνικής εξέλιξης στη Ρωσία. Σε μια χώρα που η εργατική τάξη αποτελούσε το δυναμικό αποφασιστικό παράγοντα, αλλά κάθε άλλο παρά τον πλειοψηφικό.
Το κείμενο του, οι Θέσεις του Απρίλη, αντιμετώπισε έντονες διαφωνίες μέσα στην Κεντρική Επιτροπή στο Μπολσεβίκικο κόμμα, ενώ ο πρώην μπολσεβίκος Μπογκντάνοφ το χαρακτήρισε ως το «παραλήρημα ενός τρελού». Η έμφαση δινόταν στον προλεταριακό χαρακτήρα της επανάστασης και της νέας εξουσίας, παρά στον άμεσο σοσιαλιστικό χαρακτήρα των μετασχηματισμών. Με αυτή την προσέγγιση, η Προσωρινή κυβέρνηση έπρεπε να ανατραπεί, επειδή ακριβώς ήταν αστική κυβέρνηση. Ακόμη και σε αυτό το ζήτημα της παύσης του πολέμου, που ήταν καθολικό αίτημα στην αιμορραγούσα στα χαρακώματα και τα μετόπισθεν κοινωνία, ο Λένιν επέμενε ότι «δε μπορεί να σταματήσει τον πόλεμο, ακριβώς επειδή είναι αστική κυβέρνηση. Συνόψιζε: «όποιος επιχειρεί να πείσει μια αστική κυβέρνηση να σταματήσει ένα ιμπεριαλιστικό πόλεμο, είναι σα να κάνει μαθήματα ηθικής σε ένα ιδιοκτήτη μπουρδέλου».
Η πρώτη εργατική επανάσταση στον κόσμο, ήταν επανάσταση ενάντια στον αστικό κόσμο, την κοινωνική και πολιτική εξουσία του, δηλαδή αντικαπιταλιστική. Κόντρα σε οποιαδήποτε μηχανιστική εξελικτική αντίληψη, οι μπολσεβίκοι δεν ταύτισαν την κοινωνική ταξική στοχοθεσία της επανάστασης και τους ρυθμούς της, με την τάξη που θα την έφερνε σε πέρας.
Γιατί, αλήθεια, ενώ θεωρούμε δυνατή τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία το 1917, θα πρέπει να θεωρήσουμε αξιωματικά αδύνατο την ανάπτυξη και διεθνή επέκταση της επανάστασης; Η κατάρρευση της πρώτης, νικηφόρας αρχικά αλλά ανολοκλήρωτης απόπειρας τελικά, δεν ήταν αναπόφευκτη αλλά έχει συγκεκριμένο ιστορικό χαρακτήρα που συναρτάται με ένα συνδυασμό παραγόντων, αντικειμενικών και υποκειμενικών.
Για τα αίτια της «αντίστροφης μετάβασης»
Η ήττα της επανάστασης και η πορεία προς τον καπιταλισμό
Σταδιακά παραγκωνίστηκαν οι μορφές κοινωνικής χειραφέτησης, όπως υπήρχαν σε σπερματική κατάσταση στη Ρωσία, οι οποίες ώθησαν στην επανάσταση, αλλά και επιταχύνθηκαν στο πλαίσιο της.
Από όλες τις επαναστάσεις που συντάραξαν την Ευρώπη ως εκείνο τον Οκτώβρη του 1917, η Γαλλική και η Ρωσική ήταν οι μόνες που δεν αποτέλεσαν εθνικές επαναστάσεις για την κατάκτηση της εθνικής ολοκλήρωσης, αλλά κοινωνικές επαναστάσεις που είχαν στόχο την αλλαγή του κοινωνικού καθεστώτος. Μόνο που η εργατική επανάσταση του Οκτώβρη διεκδίκησε τη μεγαλύτερη ιστορική «ιεροσυλία»: Να βάλει στο τιμόνι όχι μια νέα, επίσης εκμεταλλεύτρια τάξη, αλλά να καταργήσει κάθε ταξική εκμετάλλευση και διαίρεση.
Απέτυχε άραγε αυτή η προσπάθεια;
Είναι γεγονός ότι το καθεστώς της ΕΣΣΔ, όπως και οι άλλες χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», έχουν πλέον καταρρεύσει, χωρίς μάλιστα σημαντική διαμαρτυρία από τους λαούς τους. Στην καλύτερη περίπτωση, η πτώση τους, αντιμετωπίστηκε με απάθεια. Επίσης, στην Κίνα, η οποία δεν κατέρρευσε, όχι μόνο δεν οικοδομείται κάποιος κομμουνισμός, αλλά είναι βασικό πεδίο της αναζωογόνησης του καπιταλισμού. Σύμφωνα με την κυρίαρχη αστική άποψη, στην ΕΣΣΔ εφαρμόστηκε ο κομμουνισμός, δοκιμάστηκε απολύτως σύμφωνα με τις αρχές του και για αυτό το λόγο απέτυχε. Η κατάρρευση ήταν -ισχυρίζονται- εγγενής στο μαρξισμό και η κατάρρευση αναπόφευκτη.
Κατά τη γνώμη μας η κατάρρευση της πρώτης, νικηφόρας αρχικά αλλά ανολοκλήρωτης απόπειρας τελικά, δεν ήταν αναπόφευκτη αλλά έχει συγκεκριμένο ιστορικό χαρακτήρα που συναρτάται με ένα συνδυασμό παραγόντων. Οι αντικειμενικές συνθήκες και δυσκολίες που σχετίζονταν με την οικονομική καθυστέρηση του ρωσικού καπιταλισμού, αλλά και την ιμπεριαλιστική επέμβαση και τον εμφύλιο πόλεμο που επέβαλε η αστική τάξη, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Η οικονομία της χώρας κυριολεκτικά αφανίστηκε μέσα στις πολεμικές συνθήκες. Η σοσιαλιστική ανασυγκρότηση το 1922 αφορούσε μια χώρα που αποτελούσε το φάντασμα ακόμη και αυτής της καθυστερημένης εκδοχής καπιταλισμού τις παραμονές της επανάστασης του 1917.
Δε συμμεριζόμαστε ωστόσο την άποψη που απολυτοποιεί τα όρια που έθεταν οι αντικειμενικοί παράγοντες. Δεν είναι σωστό να κρίνονται όλα με βάση την φρίκη της πρώτης δεκαετίας, αλλά μετά τη σχετική κοινωνική και πολιτική σταθεροποίηση του καθεστώτος, στο τέλος της. Η Ρωσία δεν ήταν ούτε τυχαία, ούτε απροίκιστη χώρα. Δεν ήταν η μικρή και έντιμη Κούβα του 1917. Αντίθετα ήταν μια τεράστια αυτοκρατορία, με εξαιρετικό πλουτοπαραγωγικό δυναμικό. Στο τέλος του πρώτου πεντάχρονου η ΕΣΣΔ κατέλαβε στον όγκο της βιομηχανικής παραγωγής τη 2η θέση στον κόσμο και την 1η στην Ευρώπη.
Αναμφίβολα, η ήττα της Γερμανικής επανάστασης και η ανακοπή του επαναστατικού κύματος στη δεκαετία του 1920, έθεσαν όρια στην πορεία της ΕΣΣΔ. Όχι όμως μοιραία και τελεσίδικα όρια, ούτε και ανεξάρτητα από τους όρους που θα μπορούσε να δημιουργήσει μια άλλη πορεία στην ΕΣΣΔ που θα αντέστρεφε υπό προϋποθέσεις την προσωρινή ήττα.
Γιατί, αλήθεια, ενώ θεωρούμε δυνατή τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία το 1917, θα πρέπει να θεωρήσουμε αξιωματικά αδύνατο στο πλαίσιο μιας λογικής διαρκούς επανάστασης να έχουμε επαναστατικά γεγονότα σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο σε επόμενες φάσεις, πέραν της δεκαετίας του 1920; Άλλωστε, μετά την Ρωσική Επανάσταση είχαμε δύο κοσμοϊστορικά γεγονότα, την καπιταλιστική κρίση του 1929 και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, που έδιναν ευκαιρίες σε μια επαναστατική διεθνιστική στρατηγική.
Σημαντικότατο ρόλο έπαιξαν οι υποκειμενικές αιτίες, λάθη και θεωρητικές αδυναμίες του κόμματος των Μπολσεβίκων. Η μεγάλη αντίφαση είναι ότι η νίκη της Ρωσικής Επανάστασης σηματοδότησε αφενός το θρίαμβο της επιλογής της ρήξης με τη σοσιαλδημοκρατία και τη ντερτεμινιστική ανάγνωση του μαρξισμού, αλλά αφετέρου έδειξε και τα όρια της διαφοροποίησης αυτής.
Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι σύντροφοι του, πολέμησαν με πάθος την άρνηση της επανάστασης απορρίπτοντας την θεωρία της προοδευτικής μετεξέλιξης του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού, μέσω της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεών του, σε σοσιαλισμό. Πράγματι, η επαναστατική δυνατότητα δεν αποτελεί μαθηματική συνάρτηση της έντασης και της μορφής ανάπτυξης του καπιταλισμού, μα ούτε και του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.
Πως εξελίχθηκε ωστόσο η συζήτηση μετά την νίκη της ρωσικής επανάστασης; Η παραγωγική μορφή τού κρατικού καπιταλισμού όπως αναπτύχθηκε στον καπιταλισμό, και ακόμη περισσότερο αυτή της οποίας τη δημιουργία θα ενθάρρυνε η σοβιετική εξουσία, θεωρήθηκε –προσωρινά αρχικά- σαν η βάση τής οικοδόμησης τού σοσιαλισμού, μαζί φυσικά με τον σοσιαλιστικό τομέα. Εργαλείο και ταυτόχρονα εγγύηση ορθής εφαρμογής, θεωρήθηκε η υπάρχουσα εργατική εξουσία. Η πεποίθηση ότι η εκβιομηχάνιση και γενικά η ταχύτατη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, με κάθε τρόπο και κόστος, θα δημιουργήσει την απαραίτητη βάση για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, ήταν ακλόνητη.
Οι μέθοδοι της κρατικοκαπιταλιστικής παραγωγής εκτιμήθηκε πως προσέφεραν εγγύηση για την αποτελεσματική λειτουργία τής νέας κρατικής εξουσίας. Υποτιμήθηκε το γεγονός ότι αυτές ήταν προϊόντα συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών και δε μπορούσαν να μπουν δίπλα στις σοσιαλιστικές μεθόδους τού σχεδιασμού και του ελέγχου.
Σταδιακά παραγκωνίστηκαν οι μορφές κοινωνικής χειραφέτησης, όπως υπήρχαν σε σπερματική κατάσταση στη Ρωσία, οι οποίες ώθησαν στην επανάσταση, αλλά και επιταχύνθηκαν στο πλαίσιο της (απαλλοτριώσεις επιχειρήσεων από τους εργάτες, μορφές εργατικού ελέγχου, εργατικές επιτροπές στην παραγωγή κ.α). Ο αποκλεισμός τελικά της εργατικής τάξης από τον ενεργό ρόλο στην παραγωγή, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία δημοκρατικής πολιτικής ζωής στη βάση των αρχών της εργατικής δημοκρατίας, αποτέλεσαν τη βάση για την αποξένωση της επανάστασης από το υποκείμενό της και το σταδιακό μαρασμό της.
ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ
Δε νοείται επανάσταση
χωρίς το υποκείμενό της
ΟΧΙ ΥΠΟΖΥΓΙΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Αν κάτι διέκρινε τη λενινιστική στρατηγική, παρά τις αντιφάσεις και τα λάθη που ήταν εύλογο να υπάρχουν μέσα σε τόσο δύσκολες συνθήκες και σε τόσο πρωτόγνωρο ιστορικό εγχείρημα, ήταν η ακλόνητη πίστη στις δυνατότητες της εργατικής τάξης να «αυτοκυβερνηθεί» και να δημιουργήσει νέες μορφές κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η εργατική επανάσταση δε νοείται χωρίς το υποκείμενό της. Δεν εννοούμε ένα αποξενωμένο υποζύγιο μιας αδιάστατης κοινωνικά, αξιακά, πολιτισμικά επανάστασης, ως καθεστώτος που «πρέπει» να υπάρξει και να διαιωνιστεί. Επανάσταση και υποκείμενο, βαδίζουν μαζί και ταυτόχρονα εξελίσσονται, στις τρεις μεγάλες «καμπές» της ανατροπής του καπιταλισμού και του μετασχηματισμού των κοινωνικών σχέσεων.
Στη Ρωσία, η πρώτη μεγάλη τομή ήταν ακριβώς ο Οκτώβρης, ως επαναστατική εξέγερση. Στην ουσία αφορά την καθοριστική πολιτική πράξη της ανατροπής της αστικής εξουσίας. Αυτή η στιγμή είχε ευκρινές όσο και «συνειδητό» υποκείμενο: Ήταν πρωταρχικός ο ρόλος των Μπολσεβίκων ως επαναστατικό πολιτικό κόμμα, αλλά καθοριστική η αποφασιστική και συγκεντρωμένη δράση του Ρωσικού προλεταριάτου, που νίκησε όχι χάρη στον όγκο του, αλλά την οργάνωσή του και τις απελευθερωτικές αξίες των οποίων αποτελούσε φορέα.
Η δεύτερη μεγάλη καμπή ήταν η επανάσταση ως μάχη για την οριστική επίλυση του ζητήματος της εξουσίας, που στην ουσία δεν έληξε με την εξέγερση του Οκτώβρη, αλλά τέσσερα χρόνια αργότερα, με την επιτυχή για τις επαναστατικές δυνάμεις έκβαση τόσο του εμφυλίου πολέμου, όσο και της απόκρουσης της ιμπεριαλιστικής επέμβασης. Κοινωνικό υποκείμενο αυτής της γιγάντιας μάχης, ήταν μια ασταθής συμμαχία του προλεταριάτου με την αγροτική ρωσική πλημμυρίδα, με τη βοήθεια και του πρώτου διατάγματος της επανάστασης που αφορούσε την απόδοση της τσιφλικάδικης γης στους αγρότες.
Η τρίτη και πλέον μακρά «φάση» της επανάστασης, αφορούσε την πραγματοποίηση εκείνων των κοινωνικοοικονομικών μετασχηματισμών που συνιστούν τον κομμουνισμό ως εξελισσόμενη απελευθερωτική διαδικασία. Δηλαδή την κοινοκτημοσύνη όλου του πλούτου, την χειραφέτηση της εργασίας μέσω της κατάργησης του εμπορευματικού, ιεραρχικού και αποξενωτικού της χαρακτήρα, την ριζική αύξηση του ελεύθερου χρόνου για κοινωνικό πολιτισμό, την κατάργηση του δεσποτισμού στην παραγωγή, την ανάπτυξη μορφών άμεσης και έμμεσης εργατικής και κοινωνικής δημοκρατίας και ελεύθερης πολιτικής διαπάλης, την αλλαγή των ίδιων των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων σε όλες τις μορφές και θεσμούς.
Το πρόβλημα με την πορεία της ΕΣΣΔ ήταν ακριβώς εδώ. Το υποκείμενο της τρίτης και καθοριστικής φάσης, σταδιακά μετατράπηκε σε αντικείμενό της. Ακόμη και με όλες τις καλές προθέσεις ή/και τις ορθολογικές κατά καιρούς αναγκαιότητες, αυτό ακριβώς είναι που συνιστούσε και την αντιστροφή της επανάστασης και τελικά την πλήρη καπιταλιστική παλινόρθωση. Δεν πρόκειται μόνο για το ζήτημα της «δημοκρατίας» στην «πολιτική σφαίρα», αλλά, ακριβώς για την ανεπιτυχή διαπραγμάτευση της βασικής κομμουνιστικής στόχευσης που τελικά είναι ο έλεγχος των ανθρώπων πάνω σε όλες τις συνθήκες της ύπαρξής τους, από την παραγωγή ως τον πολιτισμό και από την τεχνολογία ως τις ανθρώπινες σχέσεις.