του Άρη Χατζηστεφάνου
Τις τελευταίες πινελιές ενός τοπικού «πραξικοπήματος», με την απόλυτη στήριξη της ΕΕ και ανερυθρίαστες πλέον αναφορές στη δικτατορία του Φράνκο, σχεδίαζε το Σάββατο ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι. Καθώς γράφονταν αυτές οι γραμμές, συγκαλούσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο, με τη συμμετοχή μάλιστα και του αντιπολιτευόμενου Σοσιαλιστικού Κόμματος, στο οποίο θα συζητούνταν η εφαρμογή του άρθρου 155 του συντάγματος του 1978, που προβλέπει αναστολή της αυτονομίας στην Καταλονία και επιβολή νέας κυβέρνησης από τη Μαδρίτη.
Οι σοσιαλιστές είχαν ήδη συμφωνήσει από την Παρασκευή για τη διεξαγωγή τοπικών εκλογών στην Καταλονία τον Ιανουάριο, ενώ ο Ραχόι παρουσίαζε τα σχέδιά του στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες. Παρά το γεγονός ότι το ζήτημα δεν βρισκόταν στην επίσημη ατζέντα των συνομιλιών, οι ευρωπαίοι ηγέτες έδωσαν στον Ραχόι την ευκαιρία να αναπτύξει τα επιχειρήματά του για την εφαρμογή του άρθρου 155. Ήταν μια συμβολική κίνηση που ισοδυναμεί με ομόφωνη στήριξη της Μαδρίτης. «Στηρίζουμε απόλυτα τις θέσεις της ισπανικής κυβέρνησης» είχε δηλώσει η Μέρκελ προσερχόμενη στη σύνοδο και συμπλήρωσε ότι η ΕΕ «στέλνει ένα μήνυμα ενότητας για την Ισπανία».
Την ίδια ώρα, τα ισπανικά μέσα ενημέρωσης αναφέρονται και στο ενδεχόμενο εφαρμογής του άρθρου 116, που προβλέπει την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης για ολόκληρη την Ισπανία. Δημοσιογράφοι στη Μαδρίτη συζητούσαν ακόμη και για το ποιες μονάδες του ισπανικού στρατού θα αναπτυχθούν γύρω από τη Βαρκελώνη σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο — πέραν δηλαδή της εθνοφρουράς αλλά και μονάδων επιμελητείακής υποστήριξης του στρατού, που έχουν ήδη σταλεί στην Καταλονία από τις αρχές Οκτωβρίου.
Η κυβέρνηση Ραχόι δεν δίστασε να ξυπνήσει και το φάντασμα του Φράνκο απέναντι στους Καταλανούς, προειδοποιώντας ανοιχτά τον επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης ότι αν δεν συνεργαστεί, μπορεί να έχει το τέλος του Λουίς Κομπάνις — του προέδρου της Καταλονίας στα χρόνια του εμφυλίου, ο οποίος συνελήφθη από τη χιτλερική Γκεστάπο και παραδώθηκε στις αρχές του Φράνκο, για να τουφεκιστεί το 1940. Αξίζει να σημειωθει ότι τα μέτρα που προωθεί ο Ραχόι αποτελούν, επί της ουσίας, αντιγραφή του διαρκούς καθεστώτος έκτακτης ανάγκης που έχει επιβληθεί στη Γαλλία, με πρόσχημα τις τρομοκρατικές επιθέσεις, αλλά και μια εικόνα από το μέλλον της Ευρώπης. Όπως συνέβη και στη Γαλλία, όπου η κατάσταση εξαίρεσης επέτρεψε να απαγορευθούν εκατοντάδες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και πολιτικές εκδηλώσεις, ο Ραχόι αποδεικνύει πόσο έτοιμοι είναι οι ηγέτες της ΕΕ να φυλακίσουν πολιτικούς αντιφρονούντες, να κλείσουν ΜΜΕ και να «κατεβάσουν» ιστοσελίδες από το διαδίκτυο.
Την ίδια στιγμή, τη σημασία που δίνουν οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ της Ευρώπης στο να συντριβεί κάθε φωνή αντίστασης στην Καταλονία, ανέλαβε να παρουσιάσει ο Γερμανός πρώην υπουργός Εξωτερικών, Γιόσκα Φίσερ, σε άρθρο του με τίτλο «Η Ευρώπη δέχεται επίθεση εκ των έσω». Ο πάλαι ποτέ «κόκκινος» και μετέπειτα «πράσινος» (και βαθιά μαύρος) Γιόσκα, περιέγραφε ανερυθρίαστα τους στόχους του ευρωπαϊκού κεφαλαίου να διατηρήσει μια ενιαία στάση απέναντι στα οικονομικά κέντρα των ΗΠΑ και της Ασίας. «Θα αποτελούσε ιστορικό παραλογισμό από την πλευρά των ευρωπαϊκών κρατών», σημείωνε ο Φίσερ, «να εισέλθουν σε μια φάση διάσπασης και αποδόμησης τη στιγμή που το μέγεθος άλλων διεθνών παικτών –όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα– επιβάλλουν την ανάγκη ισχυρών διακοινωτικών σχέσεων και βαθύτερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Οι θέσεις της ΕΕ, που δίνουν τη δυνατότητα στον Ραχόι να εξετάζει ακόμη και στρατιωτικές λύσεις, φέρνουν στο προσκήνιο και την εγκληματική αφέλεια (ή συνενοχή) μεγάλων τμημάτων της ισπανικής Αριστεράς, που πίστευαν ότι Βρυξέλλες και Βερολίνο θα προωθούσαν έστω και ένα τυπικό διάλογο μεταξύ της Μαδρίτης και της Βαρκελώνης. Χαρακτηριστικότερο ήταν το παράδειγμα των Podemos, οι οποίοι ακόμη και όταν οι Βρυξέλλες χειροκροτούσαν την αστυνομική βανασαυσότητα του Ραχόι στο δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου, προσπαθούσαν να ναρκώσουν τις λαϊκές αντιστάσεις με υποσχέσεις για ειρηνική διαμεσολάβηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εκατοντάδες διαδηλωτές της Καταλονίας που αναρωτιόντουσαν με πλακάτ και συνθήματα «που είναι η ΕΕ;», αποτελούσαν την πιο τραγική απεικόνιση των αποτελεσμάτων που έφερε η ευρωλαγνία μεγάλου μέρους της ισπανικής Αριστεράς.
Εξίσου αποκαρδιωτική, αν και πολύ πιο αναμενόμενη, ήταν φυσικά και η στάση του προέδρου της Καταλονίας, Πουτζδεμόν. Όταν ο Ραχόι του έθεσε τελεσίγραφο για να απαντήσει με ένα «ναι» ή ένα «όχι», εάν θα κηρύξει μονομερώς την ανεξαρτησία της Καταλονίας (ουσιαστικά δηλαδή αν θα σεβαστεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος), εκείνος προτίμησε να απαντήσει με ένα χρησμό. «Πρότεινα την αναστολή εφαρμογής της λαϊκής ψήφου με στόχο να δημιουργηθούν γόνιμες συνθήκες διαλόγου», απάντησε, για να συμπληρώσει ότι «εάν η ισπανική κυβέρνηση μπλοκάρει το διάλογο και καταφύγει σε κατασταλτικά μέτρα το καταλανικό κοινοβούλιο θα μπορούσε, ενδεχομένως, να ψηφίσει για την επίσημη κήρυξη ανεξαρτησίας». Ο Ραχόι, όπως ήταν αναμενόμενο και λογικό, απάντησε ότι η συγκεκριμένη δήλωση δεν συνιστά απάντηση στο ερώτημά του. Η Μαδρίτη γνωρίζει ότι ο Πουτζδεμόν δεν θα αναλάβει προσωπικά το βάρος μιας μονομερούς απόφασης, ενώ παράλληλα δεν μπορεί να ακυρώσει ολοκληρωτικά το δημοψήφισμα, καθώς μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε αυτοστιγμεί σε διάλυση της κυβέρνησής του.
Το βέβαιο είναι ότι ο άξονας Μαδρίτης, Βρυξελλών και Βερολίνου, με τη στάση του, αλλάζει ποιοτικά το διακύβευμα του δημοψηφίσματος και του ίδιου του αιτήματος της ανεξαρτησίας. Για άλλη μια φορά, σε διάστημα μικρότερο του ενός αιώνα, στην Ισπανία κρίνεται κάτι πολύ σημαντικότερο από μια τοπική διένεξη. Και ενώ ο Ραχόι δεν διστάζει να νεκραναστήσει το φάντασμα του Φράνκο, το ερώτημα είναι ποιος θα εκπροσωπήσει τις