του Γιώργου Μουρμούρη
Οι Ενώσεις Ξενοδόχων Κρήτης με αίσθημα ευθύνης στην παράδοση αλλά και στο μέλλον του τόπου μας και με αφορμή τη συζήτηση γύρω από την εγκατάσταση προσφύγων και μεταναστών στο νησί μας, δηλώνουμε την κατηγορηματική άρνηση μας σε οποιοδήποτε τέτοιο ενδεχόμενο με τον τρόπο που επιχειρήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα». Οι ξενοδόχοι της Κρήτης δεν θα μπορούσαν να είναι πιο σαφείς: Δεν θέλουμε πρόσφυγες στο νησί μας. Στα τέλη του Αυγούστου και ενώ η τουριστική σεζόν, η «βαριά βιομηχανία» της χώρας και του νησιού, βρισκόταν στο απόγειό της, οι ξενοδόχοι ξεκαθάριζαν ότι δεν πρόκειται να ανεχθούν να διαταραχθεί η εικόνα του ιδανικού τουριστικού προορισμού με την εγκατάσταση προσφύγων.
Η αντιμετώπιση των προσφύγων και μεταναστών που βρέθηκαν μέσα στις επόμενες εβδομάδες στο νησί απηχούσε ακριβώς τη συγκεκριμένη γραμμή: Κράτηση σε περιορισμένους χώρους μακριά από ντόπιους και τουρίστες και στη συνέχεια μεταφορά, με φαστ-τρακ διαδικασίες, σε προαναχωρησιακό κέντρο στην Κω προς απέλαση.
Οι δύο υποθέσεις είναι πανομοιότυπες. Στην πρώτη περίπτωση, 70 πρόσφυγες και μετανάστες, πολλοί εκ των οποίων είχαν δηλώσει ότι σκοπεύουν να καταθέσουν αίτηση ασύλου, κρατήθηκαν για μέρες στο λιμάνι του Ηρακλείου μέχρι να φορτωθούν σιδηροδέσμιοι σε πλοίο με προορισμό προαναχωρησιακό κέντρο στην Κω. Στη δεύτερη, 44 πρόσφυγες κρατήθηκαν για μία εβδομάδα στο λιμεναρχείο Ρεθύμνου και, με μια αστραπιαία επιχείρηση, αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν φορώντας χειροπέδες σε λεωφορείο με προορισμό το Ηράκλειο και από εκεί την Κω.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι απελάσεις μεθοδεύτηκαν βήμα-βήμα από την αστυνομία: Οι πρόσφυγες δεν ενημερώθηκαν για τα δικαιώματά τους, αναγκάστηκαν να υπογράψουν έγγραφα γραμμένα στα ελληνικά, χωρίς να γνωρίζουν το περιεχόμενό τους, ενώ δεν αξιοποιήθηκαν ούτε αυτές οι υποτυπώδεις δομές που έχουν δημιουργηθεί για τη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων. Όσο διήρκεσε η παραμονή τους στην Κρήτη οι πρόσφυγες κρατήθηκαν σε άθλιες συνθήκες, σε χώρο του Οργανισμού Λιμένος Ηρακλείου στην πρώτη περίπτωση, στο Λιμεναρχείο Ρεθύμνου στη δεύτερη, ενώ επιχειρήθηκε με κάθε τρόπο να κρατηθούν μακριά από τους αλληλέγγυους, που προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να εμποδίσουν την απέλασή τους.
Ενδεικτική του κυνισμού με τον οποίον αντιμετωπίζει η κρατική μηχανή τους πρόσφυγες, ανάμεσα στους οποίους μητέρες με μικρά παιδιά και διαιρεμένες οικογένειες που ήλπιζαν να επανενωθούν, είναι ότι όταν οι πρόσφυγες του Ρεθύμνου φορτώθηκαν σε πλοίο με προορισμό την Κω, ενημερώθηκαν ότι πηγαίνουν στην …Αθήνα, όπως ζητούσαν διακαώς, φτάνοντας στο σημείο να πραγματοποιήσουν απεργία πείνας με αυτό το αίτημα. Σύμφωνα με πληροφορίες του Πριν μάλιστα, όταν κατέβηκαν στην Ερμούπολη της Σύρου για να μετεπιβιβαστούν σε άλλο πλοίο οι αστυνομικοί που τους συνόδευαν τους είπαν ότι έφτασαν στην Αθήνα αλλά θα χρειαστεί να πάρουν και άλλο πλοίο για να φτάσουν σε άλλο σημείο της πρωτεύουσας! Εν τέλει, οι πρόσφυγες συνειδητοποίησαν από το GPS του κινητού τους ότι βρίσκονται στην Κω και όχι στην Αθήνα, όπου ήλπιζαν να επισπεύσουν τις διαδικασίες υποβολής αίτησης ασύλου.
Έτσι ικανοποιήθηκε το αίτημα των ξενοδόχων που ζητούσαν η Κρήτη «να μείνει αλώβητη από τις μεταναστευτικές ροές», ώστε να «συνεχίσει να στηρίζει την ελληνική οικονομία», καθώς «προσφέρει άνω του 15% του ΑΕΠ».
Όπως κατήγγειλε ο περιφερειακός σύμβουλος της «Ανυπόταχτης Κρήτης», Γιάννης Κυριακάκης, σχολιάζοντας στα τέλη Αυγούστου την ανακοίνωση των Ενώσεων Ξενοδόχων, «ο ένας ανεφοδιάζει και ταΐζει τα νατοϊκά στρατεύματα κι ο άλλος τους “κοιμίζει” στα ξενοδοχεία του. Οι συνεργάτες των φονιάδων του ΝΑΤΟ θέλουν τα δολάρια αλλά δε θέλουν τα θύματα του ΝΑΤΟ. Μάλιστα, κάποιοι λένε και εξυπνάδες του στυλ: “όποιος τους θέλει (τους πρόσφυγες) να τους πάρει στο σπίτι του”. Μήπως είναι πιο σωστό “όποιος συνεργάζεται με αυτούς που τους δημιούργησαν να τους πάρει στο ξενοδοχείο του”»;
Η περίπτωση της Κρήτης είναι ενδεικτική της αντιμετώπισης του προσφυγικού από το κεφάλαιο και το κράτος του, τις κυβερνήσεις και την ΕΕ. Φθηνή καύσιμη ύλη της επαγγελλόμενης ανάπτυξης, χωρίς τα πιο στοιχειώδη δικαιώματα, που θα «αποθηκεύεται» εντός ή εκτός Ελλάδας για μελλοντική χρήση. Η βιομηχανία των φαστ-τρακ απελάσεων που στήθηκε στο νησί του Καζαντζάκη αποτελεί το προανάκρουσμα όσων σχεδιάζονται για το άμεσο μέλλον.