του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Διαφημίστηκε από την κυβέρνηση σχεδόν ως «επαναστατικό» και μάλιστα ενοχλητικό για τους δανειστές. Όμως είναι τόσο …επικίνδυνο για τον σύστημα, που τις «φιλεργατικές» διατάξεις του ψήφισε ακόμη και η Νέα Δημοκρατία (καταψηφίζοντάς το επί της αρχής)! Ο λόγος για το περίφημο νομοσχέδιο της Έφης Αχτσιόγλου για τα εργασιακά, το οποίο «πέρασε» από τη βουλή και προβλήθηκε ως πακέτο φιλεργατικών ρυθμίσεων. Κάλλιστα όμως μπορεί να συνυπάρχει με την κυριαρχία της μερικής απασχόλησης, τις ελαστικές μορφές, την απουσία σταθερής δουλειάς και ωραρίου και συνολικά τις μνημονιακές ανατροπές στις εργατικές κατακτήσεις. Ακριβώς, άλλωστε, σε αυτόν τον …ωκεανό χάνονται και οι όποιες σταγόνες θετικών αλλαγών περιέχει.
Το νομοθέτημα ψηφίστηκε κατά προτεραιότητα στη βουλή, δείχνοντας ότι ο ρόλος του δεν ήταν να ενισχύσει τις εργατικές διεκδικήσεις αλλά να αποτελέσει μία εντυπωσιακή παράγραφο στο αφήγημα της πρωθυπουργικής ομιλίας στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Το επικαιροποιημένο δηλαδή αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ περί αριστερής διαχείρισης του μνημονίου.
Μία από τις βασικές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου αφορά την υποχρέωση των εργοδοτών για τη δήλωση των υπερωριών και μάλιστα ηλεκτρονικά. Η ρύθμιση είναι στην πράξη χωρίς αντίκρισμα, αφού διατηρούνται πλήρως οι διατάξεις για την περίφημη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, που δίνουν στον εργοδότη τη δυνατότητα να προσαρμόσει τα ωράρια στις ανάγκες του. Επίσης υφίσταται και το νομοθετικό πλαίσιο για την εργασία τις Κυριακές και αργίες. Την ίδια στιγμή, με ρυθμίσεις που πέρασαν στο τελευταίο πολυνομοσχέδιο για τη 2η αξιολόγηση πριν το καλοκαίρι, ενισχύθηκε η δράση των περίφημων «δουλεμπορικών» γραφείων ευρέσεως εργασίας, αφού καταργήθηκε ο μόνος περιορισμός που είχε απομείνει, δηλαδή η απαγόρευση της εκχώρησης της δραστηριότητας των γραφείων αυτών σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην πράξη ο εργοδότης –και κυρίως ο …μεγαλοεπενδυτής εργοδότης– έχει δεκάδες τρόπους όχι μόνο να αποφύγει την καταγραφή άρα και πληρωμή των υπερωριών αλλά να προσαρμόσει τον εργάσιμο χρόνο και τα δικαιώματα στις …επιχειρησιακές ανάγκες.
Το δεύτερο πλέγμα διατάξεων για το οποίο «περηφανεύεται» η κυβέρνηση αφορά τον περιορισμό των εκβιασμών μέσω των προγραμμάτων «οικειοθελούς αποχώρησης». Το μέτρο αυτό επίσης χάνεται μέσα στη συνθήκη υψηλής ανεργίας και διατήρησης του γνωστού ως «διευθυντικού δικαιώματος». Στις περιπτώσεις που επιχειρήσεις επιθυμούν να εκβιάσουν, απαιτούν και ενίοτε λαμβάνουν ακόμη και βεβαιώσεις καταβολής αποδοχών που είναι ψευδείς. Πρόκειται για καταστάσεις που πολύ συχνά καταγγέλλονται από σωματεία.
Το τρίτο που προβάλλει ιδιαίτερα η κυβέρνηση είναι η σύντομη εκδίκαση των εργατικών διαφορών και η δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής, που αφορά ακόμη και την ιδιωτική περιουσία του εργοδότη που οφείλει μισθούς. Πρόκειται για τα άρθρα 50 και 51 του νομοσχεδίου, τα οποία έχουν ως θετικό στοιχείο την αποσαφήνιση αυτής της δυνατότητας όμως μένουν σε αυτό. Μάλιστα, ξεκαθαρίζεται ότι αυτό αφορά μόνο την καταβολή μισθών και όχι το σύνολο των εργατικών διαφορών, δηλαδή την αποζημίωση ή άλλες διεκδικήσεις. Η ίδια η υπουργός Εργασίας παραδέχθηκε ότι αυτές οι ρυθμίσεις παραμένουν στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε: «όταν βάζεις μια τέτοια προθεσμία, τα δικαστήρια που μπορούν να την τηρήσουν και υπάρχουν δικαστήρια που μπορούν να την τηρήσουν, γιατί υπάρχουν δικαστήρια που τηρούν τις σύντομες προθεσμίες». Δηλαδή υπάρχουν και αυτά που …δεν τις τηρούν και όλοι γνωρίζουν την αυξημένη δυνατότητα επιρροής σε δικαστικούς θεσμούς, ιδίως από μεγάλους επιχειρηματίες. Ειδικά όσον αφορά το θέμα της κατάσχεσης της περιουσίας του εργοδότη, η Ε. Αχτσιόγλου ανέφερε πως «δίνουμε “ορατότητα” στο δικαίωμα, δηλαδή λέμε στον δικαστή, ότι εδώ μπορείς να δώσεις και οφείλεις να εκδόσεις διαταγή πληρωμής και θα έχει ο εργαζόμενος στα χέρια του από την επόμενη μέρα, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, έναν εκτελεστό τίτλο, για να μπορέσει να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του».