της Μαριάννας Τζιαντζή
Και μόνο ο τόνος της φωνής του Κυριάκου Μητσοτάκη όταν, από το βήμα της ΔΕΘ, διακηρύσσει «δεν τρέφω αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες» προκαλεί αποστροφή και ανατριχίλα. Ο αρχηγός της ΝΔ εμφανίζεται σαν σταυροφόρος της αξιοκρατίας, της αριστείας, του γενικευμένου ανταγωνισμού, όμως είναι ελάχιστα πειστικός.
Πέρα από το «τι» λέει, σημασία έχει και το «πότε» το λέει. Η καταδίκη του ιδεώδους της κοινωνικής ισότητας διατυπώνεται σε μια εποχή που η εισοδηματική (και όχι μόνο) ανισότητα, σε διεθνές επίπεδο, έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Που οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι.
Πιο πίσω και από τη Γαλλική Επανάσταση θέλει να μας οδηγήσει ο Μητσοτάκης. Πιο πίσω και από την εποχή των μεταρρυθμίσεων που επιβλήθηκαν χάρη στους εργατικούς αγώνες του 19ου και του 20ού αιώνα. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις ήταν η κοινωνική ασφάλιση, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας… ό,τι δηλαδή σαρώνεται και από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η ύπαρξη κραυγαλέων ανισοτήτων είναι η κύρια αιτία που ο Μητσοτάκης, ως γόνος «ευγενούς» πολιτικής οικογένειας, μπορεί σήμερα να διεκδικεί το ρόλο του αυριανού πρωθυπουργού.
Θα τρίζουν τα κόκαλα του Γράκχου Μπαμπέφ στο άκουσμα τέτοιων αναχρονιστικών κηρυγμάτων. Μαζί τους θα τρίζουν τα κόκαλα εκατομμυρίων ανθρώπων που πάλεψαν για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες. Οι άνθρωποι αυτοί «δεν καταστρατήγησαν τελικά την ίδια τη δημοκρατία και τα ατομικά δικαιώματα», όπως ισχυρίζεται ο Μητσοτάκης, αλλά πλήρωσαν με το αίμα τους και συχνά με την ίδια τους τη ζωή αυτές τις «αυταπάτες».