του Μωυσή Λίτση (*)
Με την καταστολή του ισπανικού κράτους κατά της διεξαγωγής του καταλανικού δημοψηφίσματος την 1η Οκτωβρίου να απειλεί να γυρίσει πίσω το ρολόι της ιστορίας στις σκοτεινές μέρες του φρανκισμού, το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι γιατί τώρα; Γιατί φούντωσε τα τελευταία χρόνια το αυτονομιστικό κίνημα στην Καταλονία, παρόλο που οι Καταλανοί αναγνωρίζονται ως χωριστή εθνότητα, η καταλανική γλώσσα είναι επίσημη μαζί με τα ισπανικά και η Καταλονία χαίρει ευρείας αυτονομίας από το 1979;
Φυσικά, το αυτονομιστικό κίνημα έχει βαθιές εθνικές και πολιτισμικές ρίζες. Το 1931 η Καταλονία έγινε αυτόνομη στα πλαίσια της ισπανικής δημοκρατίας, αυτονομία που ως γνωστόν κατεστάλη βιαίως από τις στρατιές του Φράνκο και της μαύρης διεθνούς. Οι ρίζες της έξαρσης του καταλανικού ζητήματος δεν είναι άλλες παρά η παγκόσμια οικονομική (καπιταλιστική) κρίση του 2008, που σάρωσε και σαρώνει τον αναπτυγμένο και όχι μόνο κόσμο. Η Ισπανία και η φούσκα των ακινήτων ήταν από τα πρώτα θύματα της κατάρρευσης της Lehman Brothers, όπως και οι περιφερειακές της τράπεζες (cajas), που χρηματοδοτούσαν το πάρτι των προηγούμενων ετών, πολλές φορές υπό την πίεση των τοπικών περιφερειακών κυβερνήσεων.
Το δημοσιονομικό πλεόνασμα της σοσιαλιστικής κυβέρνησης Θαπατέρο έγινε δημοσιονομικά ελλείμματα από το 2008 και μετά, με τις γνωστές και από άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου επιπτώσεις: Μαζική ανεργία (έως και 30%), αύξηση της φτώχειας, πολιτική αστάθεια.
Το 2006, η σοσιαλιστική κυβέρνηση Θαπατέρο προχώρησε στη χορήγηση ακόμη μεγαλύτερης πολιτικής και διοικητικής αυτονομίας στην Καταλονία. O νέος νόμος εγκρίθηκε –τι ειρωνεία!– με δημοψήφισμα, με συμμετοχή σχεδόν του 50% των Καταλανών, με το «Ναι» να συγκεντρώνει 74%.
To Λαϊκό Κόμμα, εχθρικό πάντοτε προς την περαιτέρω αυτονομία της Καταλονίας, προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο το οποίο ακύρωσε το 2010 πτυχές της μεγαλύτερης αυτονομίας που είχε παραχωρηθεί το 2006.
Η Καταλονία διαθέτει το 16% του συνολικού πληθυσμού της Ισπανίας, 7,5 εκατ. κάτοικοι, είναι η πλουσιότερη περιφέρεια και συνεισφέρει το 20% του ΑΕΠ καθώς και το μεγαλύτερο μέρος των ισπανικών εξαγωγών. Το ονομαστικό ΑΕΠ της υψηλά βιομηχανοποιημένης Καταλονίας ανέρχεται σε 200 δις ευρώ (στοιχεία 2014) και είναι το υψηλότερο στην Ισπανία. Το ετήσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ ανέρχεται σε 27.000 ευρώ σε σύγκριση με 31.000 της περιφέρειας της Μαδρίτης, 30.000 ευρώ της χώρας των Βάσκων και 28.000 της περιφέρειας της Ναβάρας.
Η Καταλονία ηγείται των ισπανικών εξαγωγών, με 25,6% του συνόλου, πάνω από τη δεύτερη Βαλένθια (11,3%) και την περιοχή της Μαδρίτης (11,1%). Ανέρχεται σε 30,4% της συνολικής αύξησης των εξαγωγών του ισπανικού κράτους.
Το 2016, μάλιστα, ήταν μία ακόμη χρονιά κατά την οποία συνεχίστηκε η τάση διαφοροποίησης των τελευταίων ετών μεταξύ των πωλήσεων προς την Ισπανία, οι οποίες μειώθηκαν κατά 1,7% πέρυσι σε 38,802 εκατ. ευρώ και τις εξαγωγές προς τον υπόλοιπο κόσμο, οι οποίες αυξήθηκαν σε 2% στα 65,14 εκατ. ευρώ. Οι πωλήσεις προς τον υπόλοιπο κόσμο αντιπροσωπεύουν το 62,7% του συνόλου.
Η πλούσια Καταλονία έχει ωστόσο το μεγαλύτερο χρέος από όλες τις ισπανικές αυτόνομες περιφέρειες, 13,476 εκατ. ευρώ, 38% του συνολικού χρέους των 17 αυτόνομων περιφερειών, με τους Καταλανούς να πληρώνουν περί τα 17 δισ. ευρώ το χρόνο στο ισπανικό κράτος. Οι Καταλανοί παραπονούνται ότι οι φόροι τους δεν έχουν την ανταπόδοση που θα έπρεπε από την κεντρική κυβέρνηση και ότι η οικονομική τους αυτονομία είναι ασθενέστερη ακόμη και απ’ αυτήν της Χώρας των Βάσκων. Παρά πάντως τον πλούτο, η ανεργία είναι αρκετά υψηλή και στην Καταλονία, πάνω από 15% (ά τρίμηνο 2017) -όση περίπου και ο μέσος ισπανικός όρος- με την ανεργία στα ύψη κυρίως τις ηλικίες 16-24 ετών (34,3%).
Η οικονομική απόσταση που χωρίζει την Βαρκελώνη από τη Μαδρίτη, φαίνεται να έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση του εθνικού αισθήματος των Καταλανών και της διάθεσης για ολοκληρωτική απόσχιση από την Ισπανία.
Όσο συνεχίζεται η ποικιλώνυμη καπιταλιστική κρίση, τόσο περισσότερο θα τροφοδοτούνται αντιφατικές εξελίξεις. Πάρτε για παράδειγμα το Brexit. Από τη μια η βρετανική πολιτική και οικονομική ελίτ θέλει να είναι και «μέσα και έξω» στην ΕΕ, αποστρεφόμενη τη γερμανική ηγεμονία, επιδιώκοντας νέες ακόμη πιο προνομιακές σχέσεις με τις ΗΠΑ και την Κίνα και αναβίωση του «παλιού βρετανικού μεγαλείου». Από την άλλη, οι σκοτσέζοι εθνικιστές θέλουν απόσχιση από το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά ένταξη στην ΕΕ ως ανεξάρτητο κράτος. Κάτι ανάλογο βλέπουμε και στην Καταλονία: «Έξω» από τη Μαδρίτη, αλλά «μέσα» στις Βρυξέλλες.
(*) Δημοσιογράφος στην Ναυτεμπορική, μέλος της Πρωτοβουλίας για την Ανατροπή στην ΕΣΗΕΑ.