ΚΩΣΤΑΣ ΤΟΥΛΓΑΡΙΔΗΣ
Η κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τη συντριπτική συμμετοχή των εργαζόμενων στο δημόσιο στην απεργία-αποχή ενάντια στην αντιδραστική αξιολόγηση και την πλήρη αποτυχία της να την υλοποιήσει, κατέθεσε στις 4 Σεπτέμβρη νέα τροπολογία, την πιο αποκαλυπτική (για τις προθέσεις τους) και την πιο επικίνδυνη απ’ όλες. Στην αιτιολογική έκθεση προβλέπεται ότι μπορεί η αξιολόγηση των υπαλλήλων να προχωρήσει μόνο με τη συμμετοχή των προϊσταμένων χωρίς την προϋπόθεση συμμετοχής των υφισταμένων, καθώς και τη δυνατότητα να μπορεί να καταθέσει αξιολογική έκθεση ο υφιστάμενος ακόμα και αν ο προϊστάμενος δε συμμετέχει – απεργεί. Στη συνέχεια έρχεται και η ανοιχτή απειλή: «προϋπόθεση για τη συμμετοχή των υπαλλήλων σε επόμενες κρίσεις για στελεχικές θέσεις (προϊστάμενοι, γενικοί διευθυντές κλπ) είναι η συμμετοχή τους στη διαδικασία αξιολόγησης». Παράλληλα προσδιορίζει ασφυκτικά χρονικά όρια (συμμόρφωση την ονομάζει!) για την εφαρμογή της, ενώ προβλέπει την προμήθεια των αξιολογόχαρτων από οπουδήποτε και όχι κατ’ ανάγκη από την υπηρεσιακή οδό!
Παρά τα παραμύθια περί «δημοκρατικών διαδικασιών», «μη τιμωρητικής διάστασης» της αξιολόγησης και «διαφορετικής στόχευσης» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έναντι των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων, η πραγματικότητα αποδεικνύεται πολύ διαφορετική. Η τόση σπουδή και επιμονή της κυβέρνησης και των «Θεσμών» για την επιβολή με κάθε μέσο της αξιολόγησης, παρότι συναντάει την αντίθεση της μεγάλης πλειοψηφίας των δημοσίων υπαλλήλων επιβεβαιώνει την εκτίμηση του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος για τον κομβικό ρόλο που θα παίξει στην κλιμάκωση της επίθεσης στα δικαιώματα των εργαζόμενων στο δημόσιο τομέα και στην οικοδόμηση του επιχειρηματικού κράτους που θα υπηρετεί την αντεργατική επίθεση.
Η τροπολογία αναδεικνύει επίσης την υποκρισία και την πλήρη ευθυγράμμιση της κυβέρνησης με τις απαιτήσεις της ΕΕ και του ΔΝΤ. Στην προσπάθειά της «να πετύχει εκεί που όλοι οι προκάτοχοί της απέτυχαν» (Σαμαράς – Μητσοτάκης, κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ προηγούμενα) δε διστάζει να τους ξεπεράσει σε αυταρχισμό, εκβιασμούς, ύπουλες και διχαστικές για τους εργαζόμενους διαδικασίες.
Με την προτεινόμενη τροπολογία επιχειρεί: α) την αποφασιστική προώθηση του νεοσυντηρητικού σχεδίου για μικρό, ευέλικτο κράτος στην απόλυτη υπηρεσία του κεφαλαίου. Με μια σκληρή δημόσια διοίκηση, με
επιτελικά στελέχη-managers, προϊστάμενους-«λοχαγούς» και επιστάτες που θα εφαρμόζουν τις αντιδραστικές αλλαγές στα εργασιακά δικαιώματα, τις απολύσεις, την περικοπή μισθών, την υπερεργασία, την πίεση για διαρκή ατομική συλλογή «προσόντων» στους κατωτέρους τους και το μόνιμο φακέλωμά τους. Είναι συνέχεια αυτών που δήλωσε ο ίδιος ο Τσίπρας την προηγούμενη εβδομάδα για «το Δημόσιο που θα ανοίγει την πόρτα στις επιχειρήσεις και στις ιδιωτικές επενδύσεις, δεν θα φέρνει γραφειοκρατικά εμπόδια κλπ».
β) να τιμωρήσει τους απεργούς με τον αποκλεισμό τους από τις διαδικασίες κρίσεων, πράγμα που αποτελεί πρωτοφανή καταπάτηση του δικαιώματος στην απεργία,
γ) να στήσει, με νόμο, απεργοσπαστικό μηχανισμό δ) να αλιεύσει μία κρίσιμη μάζα προθύμων επίδοξων στελεχών, που θα δώσουν τις πρώτες τους εξετάσεις για το πόσο αδίστακτοι μπορούν να γίνουν και πόσο αδιαμαρτύρητα θα εφαρμόζουν «εντολές», έξω από κάθε πλαίσιο αρχών, αλληλεγγύης, ακόμα και νομιμότητας
ε) να διαλύσει τη συλλογικότητα και την ενιαία σύμβαση – μισθολόγιο στο δημόσιο, με την ιδεολογία του «ο θάνατός σου η ανέλιξή μου».
Η τροπολογία «αναβαθμίζει» την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ως την πιο σκληρή και συνεπή προς την ΕΕ και την τρόικα για την εφαρμογή της αξιολόγησης απ όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Αποτελεί δείγμα για τον τρόπο και την αποφασιστικότητά της στην υλοποίηση των 113 προαπαιτούμενων που ακολουθούν (νόμος για τις απεργίες και δημοκρατικά δικαιώματα, νέες περικοπές, γενικό ξεπούλημα κλπ) της 3ης αξιολόγησης και των ματωμένων πλεονασμάτων που συμφώνησε μέχρι το 2060.
Οι εργαζόμενοι με τη συλλογική και αποφασιστική στάση τους μπορούν και πρέπει να συνεχίσουν και να κλιμακώσουν την απεργία, να χαλάσουν και αυτό το σχέδιο της κυβέρνησης. Με γενικές συνελεύσεις και συλλογικές αποφάσεις, με κύρια απεύθυνση στον «εκβιασμό» της εργατικής και υπαλληλικής βάσης που πρέπει να καλέσει τα στελέχη να μην διαχωριστούν από τους άλλους εργαζόμενους και να μην αποδεχτούν το ρόλο του «Εφιάλτη», καθώς και με μαζική αποδοκιμασία και «απονομιμοποίηση» όσων προϊστάμενων τολμήσουν να γίνουν οι «πρόθυμοι». Έτσι μπορεί να πυροδοτηθεί ένα ακόμα πιο ζωντανό και αποφασιστικό ρεύμα αγώνα σε κάθε υπηρεσία και χώρο δουλειάς. Η συνέχιση της απεργίας – αποχής σε υψηλά ποσοστά θα ακυρώσει την κυβερνητική επίθεση και θα υποχρεώσει, όπως και στο παρελθόν, την κυβέρνηση να υποχωρήσει, με τη ντε φάκτο ακύρωση του νόμου. Αν οι εργαζόμενοι παραμείνουν ενωμένοι στην απεργία τους, δε θα βρει η κυβέρνηση υποψήφιους για τις θέσεις ευθύνης. Η απάντηση των εργαζόμενων πρέπει να είναι παραδειγματική για να ανακόψει την θρασύτητα και τον αυταρχισμό μιας κυβέρνησης που αποδεικνύεται όλο και πιο επικίνδυνη για τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα.