Τα ανταλλάγματα δεν θα είναι μόνον η Σούδα και οι βάσεις
ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΡΚΟΥ
To ρεπορτάζ της Καθημερινής, την περασμένη Δευτέρα για την ένοπλη αμερικανική και γαλλική εμπλοκή στις γεωτρήσεις που ξεκίνησαν εντός της κυπριακής ΑΟΖ, αποδίδει σε κυβερνητικούς κύκλους την εκτίμηση ότι «στους σχεδιασμούς του Μαξίμου φαίνεται ότι έχει ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι οι Ελληνες πολίτες αισθάνονται πως, σε αυτή την κρίσιμη διεθνή συγκυρία, η σύσφιγξη των σχέσεων με τις ΗΠΑ αυξάνει το αίσθημα ασφάλειας».
Η αναγκαιότητα να τονιστεί το «αίσθημα ασφάλειας» από την κυβέρνηση και την συγκεκριμένη εφημερίδα απηχεί τις καθόλου αβάσιμες, λαϊκές αλλά και ευρύτερες ανησυχίες για την πιθανότητα ανεξέλεγκτης πορείας στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό. Και πώς να μην είναι έτσι;
Όταν γύρω από το γεωτρύπανο «Γουέστ Καπέλα» της γαλλικής Τοτάλ και της ιταλικής ΕΝΙ, συνωστίζονται ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο, το Τζορτς Μπους και όλα τα πλοία συνοδείας τους για να αντιμετωπίσουν δυο τουρκικές φρεγάτες; Όταν, λίγο παραπέρα, στη Λεμεσό, καταπλέουν δυο γαλλικές φρεγάτες ανθυποβρυχιακού και αντιεροπορικού πολέμου για να προστατεύσουν τα συμφέροντα της πολυεθνικής τους. Κι όταν μαθαίνουμε από τον Τύπο, ότι το Τζορτζ Μπους μπλόκαρε τις τουρκικές συχνότητες…
Τα κοιτάσματα εντός της ΑΟΖ του νησιού ανήκουν στον ελληνοκυπριακό και τουρκοκυπριακό λαό. Η κυπριακή κυβέρνηση και η ελληνοκυπριακή αστική τάξη, με τη στήριξη της ελληνικής, αποφάσισαν την ιδιωτικοποίηση και το ξεπούλημα των κοιτασμάτων, της εξόρυξης και της μεταφοράς του αερίου στις πολυεθνικές, αντί να ακολουθήσουν μια κρατική λαϊκή επίταξή τους σε όφελος και των δυο λαών, ακολουθώντας έναν ανεξάρτητο, φιλειρηνικό, αντιιμπεριαλιστικό δρόμο συνεργασίας με τους άλλους λαούς της περιοχής. Αποφάσισαν να στηριχθούν στις αμερικανικές, γαλλικές, βρετανικές και ισραηλινές «ξένες πλάτες» για να πάρουν το μερίδιο που τους αναλογεί.
Δεν διδάχτηκαν τίποτε από τη Συρία, όπου η ένταξη του Άσαντ στους ανταγωνισμούς των ενεργειακών κολοσσών οδήγησε στην κόλαση που βιώνει σήμερα ο συριακός λαός.
Στην Κύπρο άνοιξε ο δρόμος για τη μεγαλύτερη από το 1974 στρατιωτική δραστηριότητα πάνω και γύρω από το νησί. Δεν διδάχτηκαν τίποτε και από τη δική τους εμπειρία: η χούντα επέλεξε να κάνει το ίδιο, να στηριχτεί στους αμερικανούς και το ΝΑΤΟ. Ούτε το ΝΑΤΟ, ούτε οι ΗΠΑ τους έσωσαν.
Οι Τσίπρας-Κοτζιάς-Καμμένος αυταπατώνται ότι σήμερα οι ΗΠΑ θα σταθούν στο πλευρό τους διότι αποτελούν τα «πιο καλά παιδιά» -ο Τραμπ εξέφρασε ανοιχτά το θαυμασμό του για τον Τσίπρα. Όμως, «καλύτερα παιδιά» για τις ΗΠΑ από τους συνταγματάρχες πράκτορές τους δεν υπήρχαν και δεν θα υπάρξουν ποτέ.
Αυταπατώνται ότι οι ΗΠΑ δεν θα στηρίξουν την Τουρκία αυτή τη φορά, διότι ο Ερντογάν στέκεται απέναντί τους. Δεν γνωρίζουν πόσο εύκολα οι αμερικανοί –γενικά οι ιμπεριαλιστές– μπορεί να αλλάξουν «εχθρούς» και «φίλους», ανάλογα με τα συμφέροντά τους.
Αλλά, αυτή τη στιγμή, το κύριο δεν είναι εκεί. Είναι στα «ανταλλάγματα». Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πιστεύει ότι θα καθαρίσει με μια αναβάθμιση της Σούδας και, ίσως, με κάποια βάση ακόμη. Είναι βαθιά γελασμένοι. Ο Τραμπ και το πιο επιθετικό τμήμα του αμερικανικού κεφαλαίου σαλπίζουν ήδη τους πολέμους της ύστερης εποχής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Μόνο που δεν είναι (και δεν μπορούν να είναι) διατεθειμένοι να πληρώσουν μόνοι τους. Η Καθημερινή (η εφημερίδα με τις καλύτερες σχέσεις με τους αμερικανούς), σε ανύποπτο χρόνο, είχε κάνει λόγο για την ανάγκη βαθύτερης και άμεσης εμπλοκής του ελληνικού στρατού στους πολέμους της Μέσης Ανατολής. Με ανατριχιαστικό τρόπο εκτίμησε ότι αυτό σημαίνει πως η χώρα μας θα γίνει στόχος της «τζιχαντιστικής τρομοκρατίας», όπως η Γαλλία και η Βρετανία. Και προειδοποιούσε ότι πρέπει να «προετοιμαστούμε» και για αυτό το «ενδεχόμενο».
Αντιγράφουμε ρεπορτάζ του Βήματος της Τρίτης 11 Ιουλίου: «Μεγάλη άσκηση με την κωδική ονομασία “Τυφώνας” για την αντιμετώπιση επιθέσεων από τζιχαντιστές στο κέντρο της Αθήνας πραγματοποιεί αύριο Τετάρτη –χωρίς να δημοσιοποιηθεί οτιδήποτε– η ΕΛΑΣ! Στην άσκηση θα συμμετέχουν 70 αξιωματικοί από κρίσιμες υπηρεσίες, ανάμεσα σε αυτούς και 10 από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία» — που θα επιχειρήσουν να «χειριστούν […] σενάρια επιθέσεων ισλαμιστών σε ευρωπαϊκές χώρες, δηλαδή με εκρήξεις βόμβων σε δημόσιους χώρους, με επιθέσεις ενόπλων εναντίον πολιτών σε κέντρα διασκέδασης αλλά και σε πρόκληση πολλών θυμάτων από φορτηγά ή άλλα οχήματα που πέφτουν αιφνιδιαστικά κατά του πλήθους κλπ».
Μετά από αυτό, ποιος μπορεί να μιλά για «αίσθημα ασφάλειας»;