του Μάκη Βάσιλα
Στη δημοσιότητα δόθηκαν την περασμένη εβδομάδα μια σειρά από στοιχεία που αφορούν στην πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του 2017, καθώς και για το ύψος των εσόδων. Παρ’ ότι με μια πρώτη ματιά τα στοιχεία μοιάζουν αντιφατικά, μια δεύτερη είναι πολύ περισσότερο αποκαλυπτική της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας που βιώνει η ελληνική οικογένεια και γενικότερα, η εργαζόμενη πλειοψηφία και η νεολαία.
Με βάση λοιπόν τα όσα δημοσιεύθηκαν στον τύπο, προκύπτει ότι μόνο κατά το πρώτο πεντάμηνο του έτους, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία τον Μάιο, προσεγγίζουν τα 4,786 δισ. ευρώ. Μάλιστα από το συνολικό αυτό ποσό οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν σε ένα μήνα κατά 717 εκατ. ευρώ (από 4,038 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος Απριλίου). Αυτό το στοιχείο είναι ενδεικτικό της σοβαρής αδυναμίας που αντιμετωπίζει η κοινωνία πλέον για να ανταποκριθεί στην υπερφορολόγιση. Σύμφωνα πάντως με τις ίδιες πηγές, αν συνεχιστεί ο ρυθμός αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο με τον ίδιο ρυθμό, τότε το τέλος του χρόνου το ποσό αυτό ίσως ξεπεράσει και τα 13 δισ. ευρώ. Και αυτό την ίδια στιγμή που η ψήφιση του τελευταίου μνημονίου φορτώνει με επιπλέον βάρη την εργαζόμενη πλειοψηφία. Συγκεκριμένα, ενώ στον προϋπολογισμό η πρόβλεψη για τα έσοδα ήταν της τάξης των 51,619 δισ. ευρώ, στο νέο μνημόνιο αυτά υπολογίζονται σε 53,381 δισ.
Ωστόσο εμφανής είναι η τάση φορολογικής κόπωσης καθώς τα συνήθη υποζύγια έχουν πια εξαντληθεί. Παρ’ όλα αυτά, κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους στα ταμεία του κράτους μπήκαν 9,586 δισ. ευρώ, ενώ ο στόχος που είχε τεθεί ήταν 9,288. Η αύξηση αυτή προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από την είσπραξη οφειλών παρελθόντων ετών, μέσω της ρύθμισης των 100 δόσεων. Κυρίως όμως μέσω της δυνατότητας για απευθείας κατάσχεση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο από τον τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη. Μάλιστα η «αριστερή» κυβέρνηση φαίνεται ότι προκρίνει αυτήν ακριβώς την κατάπτυστη πρακτική, προκειμένου να τονώσει τα έσοδα και όπως προκύπτει από τα στοιχεία είναι ο μόνος τομέας που τα πηγαίνει «καλά». Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει ξεκάθαρα επιλέξει συγκεκριμένο δρόμο. Αυτόν της οργανωμένης λεηλασίας των λαϊκών εισοδημάτων, όσων δηλαδή έχουν πια απομείνει. Σε αυτή τη κατεύθυνση είναι και η θεσμοθέτηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, που διευκολύνει την δυνατότητα στις τράπεζες να βάλουν χέρι ακόμα και στην πρώτη κατοικία.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), οι φορολογικές αρχές έχουν αποδοθεί με ιδιαίτερο ζήλο σε αυτή τη διαδικασία. Χαρακτηριστικό είναι πως από τις αρχές του έτους έχουν πραγματοποιηθεί 91.104 κατασχέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Μάλιστα από αυτές οι 24.059 αφορούσαν τον Μάιο. Δηλαδή μιλάμε για πάνω από 750 κατασχέσεις την ημέρα. Μάλιστα, σύμφωνα με υπηρεσιακούς παράγοντες, στόχος της ΑΑΔΕ είναι η αύξηση του ρυθμού των κατασχέσεων, ενώ τίθεται και ποσοτικός στόχος που υπολογίζεται να φτάσει τα 4 με 5 δισ. Και αυτό σε μια στιγμή που η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας με δυσκολία τα φέρνει βόλτα. Αναμφίβολα επιβεβαιώνεται πανηγυρικά ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι ο πλέον επιθετικός εκπρόσωπος του κεφαλαίου.
Συνολικά υπολογίζεται ότι περίπου 3,8 εκατομμύρια φορολογούμενοι χρωστούν στο ελληνικό δημόσιο, ενώ αναγκαστικές κατασχέσεις μισθών από τραπεζικούς λογαριασμούς έχουν επιβληθεί σε 930 χιλιάδες περίπου. Τέλος και για να επιβεβαιωθεί ότι οι οφειλές και οι μηχανισμοί είσπραξής τους κάθε άλλο παρά ουδέτεροι ταξικά είναι, αρκεί να αναφερθούν και τα παρακάτω στοιχεία που προκύπτουν από την επεξεργασία των δεδομένων της ΑΑΔΕ: Από το σύνολο των οφειλετών περίπου 2,4 εκατομμύρια χρωστούν από ένα ευρώ έως και πεντακόσια, με το συνολικό ποσό της οφειλής τους να φτάνει τα 340εκατομμύρια. Αντίθετα το 0,1% των οφειλετών δηλαδή περίπου 5,5 χιλιάδες οφείλουν 72 δισ. ευρώ ή το 76% του συνολικού χρέους προς το δημόσιο. Αυτοί οι 5,5 χιλιάδες οφειλέτες χρωστάνε από 1,5 εκατομμύριο ευρώ και πάνω ο καθένας, ενώ 69 από αυτούς χρωστάνε από 415 εκατομμύρια ευρώ και πάνω.
Ωστόσο κάτι μας λέει ότι η βασική κατεύθυνση των αρχών δεν θα προσανατολιστεί προς τα τελευταία παραδείγματα αλλά στα συνήθη υποζύγια δηλαδή τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους.