Με τη δημοσίευση των Θέσεων της Πολιτικής Επιτροπής (ολόκληρες στο www.narnet.gr) ξεκινά η πορεία προς το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, στις 1-3 Δεκέμβρη. Για το ποια είναι η κόκκινη κλωστή που διαπερνά τις Θέσεις, αυτό το ογκώδες συλλογικό κείμενο, επιχειρούμε σήμερα μια πρώτη παρουσίαση.
ΑΠΟ ΤΟ ΤΙΝΑ ΣΤΟ ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ
Το αγωνιώδες ερώτημα που κυριαρχεί σήμερα στους εργαζόμενους, στους ανέργους, στα φτωχά λαϊκά στρώματα και στην ανυπότακτη νεολαία είναι: «Μπορεί να ανατραπεί η σύγχρονη βαρβαρότητα; Μπορούν τα πράγματα να πάνε αλλιώς ή είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε μέσα στη φτώχεια και στην άγρια εκμετάλλευση, στην απειλή γενίκευσης της φρίκης του πολέμου, υπό το ζυγό της νέας απολυταρχίας του κεφαλαίου; Κι αν μπορούν τα πράγματα να πάνε αλλιώς, πώς και ποιος θα το κάνει;». Ως τώρα κυριαρχεί το «Δεν υπάρχει εναλλακτική».
Με αυτά τα λόγια ξεκινά ο πρόλογος των Θέσεων της Πολιτικής Επιτροπής για το 4ο συνέδριo του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που θα διεξαχθεί στις 1 – 2 – 3 Δεκέμβρη. Και σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθούν να δώσουν απάντηση, κάνοντας δύο σημαντικές παραδοχές: Πρώτο, πως σε διεθνές επίπεδο «μπαίνουμε σε μια νέα φάση επικίνδυνης υπεραντιδραστικής κλιμάκωσης της αντεργατικής, πολεμικής και ολοκληρωτικής εκστρατείας του κεφαλαίου (που σηματοδοτείται από την εκλογή Τραμπ) για να υπερβεί τη βαθιά, δομική κρίση του», την οποία δεν μπόρεσε να αντιτάξει ολοκληρωμένα μέχρι τώρα. Δεύτερο, στο εσωτερικό, πως «ο πρώτος γύρος του μεγάλου κοινωνικού πολέμου ενάντια στη βάρβαρη μνημονιακή επίθεση για την αντιδραστική αναδιάρθρωση του ελληνικού καπιταλισμού βρήκε το λαϊκό στρατόπεδο ηττημένο», αλλά όχι στρατηγικά, «καθώς δεν υπάρχει ευρεία συναίνεση σε αυτή την πολιτική ούτε συντριβή του κινήματος και των πρωτοποριών». Και πως «η σημερινή φάση μπορεί να αποδειχτεί πολύ κρίσιμη, κυρίως για την ανασύνταξη, την ανασυγκρότηση και τον μάχιμο πολιτικό, προγραμματικό και θεωρητικό επανεξοπλισμό των δυνάμεων της πρωτοπορίας και του κινήματος. Μέσα στην άμπωτη της υποχώρησης διαμορφώνονται οι νικητές των επόμενων μαχών». Αλλά γι’ αυτό απαιτούνται τομές σε όλα τα επίπεδα και όχι «μία από τα ίδια» της λογικής ΣΥΡΙΖΑ.
Στη διαμόρφωση απέναντι στο συστημικό ΤΙΝΑ του εργατικού κι επαναστατικού ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ της εποχής μας και στον μάχιμο επανεξοπλισμό σε όλα τα επίπεδα έρχονται να συμβάλλουν Θέσεις, οι οποίες κυκλοφορούν με σύνθημα «Για μια νέα κομμουνιστική ελπίδα. Για την αντικαπιταλιστική ανατροπή. Ενάντια σε φτώχεια, μνημόνια, ΕΕ, πόλεμο, τυραννία του κεφαλαίου».
Έτσι μπορεί να γίνει κατανοητή η κόκκινη κλωστή που διαπερνά τις Θέσεις, αυτό το ογκώδες συλλογικό κείμενο, επεξεργασμένο από την Επιτροπή Θέσεων και την Π.Ε. Βασική επιδίωξη είναι η συνολική στρατηγική απάντηση από σκοπιά κομμουνιστικής απελευθέρωσης στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της κρίσης και της ανάπτυξης. «Τα ζητήματα του προγράμματος και του κόμματος της κομμουνιστικής απελευθέρωσης –της στρατηγικής δηλαδή της πλήρους εργατικής χειραφέτησης και της οργάνωσης που την αντιπροσωπεύει– αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα του 4ου Συνεδρίου», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Φωτισμένη απ’ αυτή την προοπτική αναδεικνύεται η επαναστατική τακτική σε συνθήκες μνημονιακής καπιταλιστικής βαρβαρότητας και ανασυγκρότησης διαρκείας και η ανάγκη της εργατικής αντικαπιταλιστικής επανάστασης με κομμουνιστικό περιεχόμενο. Κι ως εκ τούτου, η ανασυγκρότηση του υποκειμένου που υπηρετεί αυτή τη στρατηγική – τακτική, με ανώτερο περιεχόμενο, σε κίνημα – μέτωπο – κόμμα. Με κρίκο το ζήτημα του νέου κομμουνιστικού προγράμματος και κόμματος.
ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ
ΝΕΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΛΠΙΔΑ
Η ουσιαστική πάλη κατά των Μνημονίων δεν μπορεί παρά να είναι αντικαπιταλιστική
Οι Θέσεις της Π.Ε. επιχειρούν καταρχήν μια συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης και των τάσεων εξέλιξης χωρισμένη σε δύο κεφάλαια για τις εξελίξεις στο διεθνή και στον ελληνικό καπιταλισμό. Στο πρώτο κεφάλαιο, με τίτλο «Ολοκληρωτικός καπιταλισμός: προς έκρηξη της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και των πολέμων», σημειώνεται πως «η αδυναμία του κεφαλαίου να ξεπεράσει, μέχρι τώρα, την κρίση με τρόπο ριζικό και βιώσιμο το οδηγεί σε εμβάθυνση της αντιδραστικής τομής και των αναδιαρθρώσεων, σε παροξυσμό όλων των αντιθέσεων. Με συμβολικό ορόσημο την εκλογή Τραμπ −αλλά με υπόβαθρο πολύ ευρύτερο−, ξεδιπλώνεται μια νέα φάση της εκστρατείας του κεφαλαίου. Στο πλαίσιό της κλιμακώνονται, επιταχύνονται και βαθαίνουν οι τομές στην παραγωγή και την εργασία (με νέες αντεργατικές αναδιαρθρώσεις), στο πολιτικό σύστημα (με εμπέδωση του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού, εδραίωση του κράτους έκτακτης ανάγκης και καθολικού ελέγχου, και επιθετική παρέμβαση των πλέον αντιδραστικών και των ακροδεξιών πολιτικών δυνάμεων), στις διεθνείς σχέσεις (με όξυνση της επιθετικότητας απέναντι στους λαούς, παροξυσμό του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού και μεγάλη ένταση των πολέμων και της πολεμικής απειλής) και στο πεδίο των ιδεών (με μεγάλη άνοδο του εθνικισμού, του ρατσισμού και του νεοφασισμού)».
Όσον αφορά την απάντηση που επιχειρείται να δοθεί από το κεφάλαιο υπογραμμίζεται πως «είναι ένα ανασυγκροτημένο πλαίσιο −ένα διαφορετικό μείγμα των μηχανισμών αντιρρόπησης της τάσης πτώσης του ποσοστού κέρδους σε μια φάση έντασης των ανταγωνισμών− το οποίο επιχειρεί να στηρίξει την κερδοφορία του κεφαλαίου όσο το δυνατόν λιγότερο στις επίφοβες δραστηριότητες της ‘’σκιώδους οικονομίας’’ του χρηματοπιστωτικού τομέα, της τιτλοποίησης και των τοξικών παραγώγων και όσο το δυνατόν περισσότερο στις πιο σίγουρες −αν και λιγότερο αποδοτικές, τουλάχιστον άμεσα− δραστηριότητες της παραγωγής υλικών ή άυλων προϊόντων … Στην ουσία, αναπτύσσεται η καπιταλιστικοποίηση των πάντων, η καθολική και σε βάθος υπαγωγή όλων των σχέσεων και σφαιρών στο κεφάλαιο, με το κεφάλαιο και την αγορά να χώνουν το βέβηλο χέρι τους σε κάθε πηγή κοινωνικού πλούτου, σε κάθε ανάγκη του ανθρώπου, ακόμα και στη φαντασία, στο συναίσθημα για τον έλεγχο των πιο κρυφών κυττάρων μας».
Σε συνδυασμό με αυτή την κατεύθυνση στο επίπεδο της παραγωγής, προωθείται η ανασυγκρότηση της καπιταλιστικής διεθνοποίησης, με μεγάλη όξυνση των ενδοαστικών ανταγωνισμών και της πολεμικής απειλής, με κύριο (αλλά όχι μόνο) επισπεύδοντα τις ΗΠΑ.
Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στον ελληνικό καπιταλισμό, που βρίσκεται στη δίνη της κρίσης και της αντιδραστικής ανασυγκρότησης. Οι Θέσεις θέτουν και απαντούν το ερώτημα «Γιατί οι αντεργατικές τομές στην Ελλάδα έχουν τόσο μεγάλη βαρβαρότητα και η κρίση τόσο εκρηκτικό χαρακτήρα;», σημειώνοντας πως: «Στο υπόστρωμα της ‘’ελληνικής περίπτωσης’’ βρίσκονται οι γενικότερες τάσεις της κρίσης και της αστικής απάντησης σε αυτήν. Ωστόσο η φρικαλεότητά της αντανακλά και ιδιαίτερα στοιχεία, συγκεκριμένα τον τρόπο με τον οποίο διαπλέκεται η κρίση του ελληνικού καπιταλισμού με την κρίση της ΕΕ −της οποίας η Ελλάδα αποτελεί ‘’αδύνατο κρίκο’’− και τη διεθνή καπιταλιστική κρίση». Οι Θέσεις αναλύουν τα χαρακτηριστικά του ελληνικού καπιταλισμού, του μαύρου μετώπου του κεφαλαίου και του στρατοπέδου της εργασίας και υπογραμμίζουν πως η αστική απάντηση στην κρίση «αποτελεί στρατηγική τομή μακράς πνοής· δεν πρόκειται απλώς για τα μνημόνια ή για μια επίθεση λιτότητας. Μέτρα και αναδιαρθρώσεις εντάσσονται-εξυπηρετούν μια καθολική και σε βάθος δομική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού − τη μεγαλύτερη μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου∙ μια ανασυγκρότηση που, αν υλοποιηθεί, θα καλύψει υπαρκτές υστερήσεις, θα ελαχιστοποιήσει ιδιομορφίες και θα αποκρυσταλλώσει και στην Ελλάδα τον βαθύ πυρήνα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Αυτή η βαθιά-πολυεπίπεδη ανασυγκρότηση −η σημασία της οποίας συχνά υποτιμάται− ξεδιπλώνεται με καθοδηγητικό ρόλο, εποπτεία και επιτροπεία της ΕΕ και βασικό (αλλά όχι μοναδικό) όπλο τα διαρκή ευρωμνημόνια. Τα μνημονιακά προγράμματα αποτελούν επιλογή του ελληνικού κεφαλαίου, έχουν σχεδιαστεί με την ενεργή συμμετοχή του και εκφράζουν τα συμφέροντά του (κυρίως των ηγεμονικών τμημάτων του), με στόχο την ένταση της εκμετάλλευσης και την ανάταξη της κερδοφορίας του, καθώς και την παραγωγική ανασυγκρότηση προς όφελός του (π.χ. προτάσεις ΣΕΒ). Γίνεται καθαρό πλέον πως εντός της ΕΕ και της Ευρωζώνης, πιασμένοι στο δόκανο του ληστρικού και χιλιοπληρωμένου χρέους, για τις επόμενες δεκαετίες το μέλλον των εργαζομένων, της νεολαίας, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων είναι το κοινωνικό σφαγείο της ευρωμνημονιακής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας∙ δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής στην προ κρίση κατάσταση».
Το τρίτο κεφάλαιο καταγράφει τους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς, υπογραμμίζοντας –μεταξύ άλλων- πως «η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ αποτελεί κυβέρνηση αστική, προώθησης, κλιμάκωσης, εμπέδωσης και ιδιότυπης – επικίνδυνης δικαιολόγησης των αντιδραστικών αντεργατικών αναδιαρθρώσεων (μνημονιακών και άλλων), εχθρική προς το λαό και το μαζικό κίνημα, που καμία σχέση δεν έχει με την Αριστερά, παρά μόνο τη ζημιά που προκαλεί με το να την επικαλείται».
Στο τέταρτο κεφάλαιο συγκεντρώνονται τα συμπεράσματα από τον πρώτο γύρο των αγώνων ενάντια στη μεγάλη καπιταλιστική αναδιάρθρωση, καθώς και η αυτοκριτική εξέταση της παρέμβασης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και του ΝΑΡ. Το πέμπτο κεφάλαιο υπογραμμίζει την ανάγκη «για μια σύγχρονη κομμουνιστική στρατηγική απάντηση», υπογραμμίζοντας πως «για να υπάρξει νικηφόρος αντικαπιταλισμός πρέπει να είναι βαθιά και με σύγχρονο τρόπο κομμουνιστικός και επαναστατικός».
Το έκτο κεφάλαιο θεμελιώνει την ανάγκη της επανάστασης και καθορίζει το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα ως εργατική αντικαπιταλιστική επανάσταση με κομμουνιστικό περιεχόμενο, τροποποιώντας και αναπτύσσοντας τις επεξεργασίες του ΝΑΡ.
Το έβδομο κεφάλαιο καταπιάνεται με την επαναστατική τακτική, αναζητώντας μια επαναστατική απάντηση σε μια εποχή που όλα μοιάζουν αδύνατα, αλλά ταυτόχρονα και η πιο «μικρή» ζωτική διεκδίκηση απαιτεί μια «μικρή επανάσταση». Απέναντι στις απόψεις που εγκαταλείπουν την επανάσταση στο όνομα της αναζήτησης (αδύνατων) βελτιώσεων εντός του συστήματος (με όπλο κυρίως μια «αριστερή κυβέρνηση») και στις αντιλήψεις που εγκαταλείπουν το πεδίο της πάλης των πολιτικών στόχων ανατροπής στο όνομα της «λαϊκής εξουσίας», «η επαναστατική τακτική περιγράφει και το στόχο και το δρόμο της κοινωνικής απελευθέρωσης και με αυτή την έννοια κερδίζει διπλά: εμπνέει με το στόχο, πείθει με το δρόμο».
Η τακτική που θέτουν οι Θέσεις είναι «συνολικά αντικαπιταλιστική, γιατί η εργατική τάξη και τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα, η πλειονότητα της νεολαίας βρίσκονται αντιμέτωπα με την υπεραντιδραστική αστική επιδρομή και ανασυγκρότηση του καπιταλισμού για την αντεργατική υπέρβαση της καπιταλιστικής κρίσης. Σε σχέση με την αρχή της πάλης κατά της μνημονιακής επιβολής (το 2010-13), τα Μνημόνια δεν μπορούν να κατανοούνται πλέον ως έκτακτη επίθεση, αλλά όλο και περισσότερο ως συστατικό στοιχείο και επιταχυντής της νέας βάρβαρης καπιταλιστικής πραγματικότητας, που δεν θα τελειώσουν αν δεν ανατραπεί η αστική επίθεση. Με αυτή την έννοια, η ουσιαστική πάλη κατά των Μνημονίων δεν μπορεί παρά να είναι αντικαπιταλιστική. Και δεν μπορεί να υπάρχει αντικαπιταλιστική πάλη που δεν πρωτοστατεί στην κατάργηση των Μνημονίων». Από τις Θέσεις υπογραμμίζεται η ανάγκη αναβάθμισης των ζητημάτων της εργασίας, της πάλης για τις ελευθερίες και ενάντια στην απειλή του πολέμου και την Επιτροπεία, με κρίκο το ζήτημα της εξόδου από την ΕΕ.
Με βάση ένα σύνολο κριτηρίων, την εμπειρία αλλά και τη νέα φάση, οι Θέσεις προτείνουν: «πυρήνας της επαναστατικής τακτικής στις σημερινές συνθήκες είναι η πάλη για το ψωμί – δουλειά – ειρήνη – ελευθερία της εποχής μας, για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της κλιμακούμενης αντεργατικής, πολεμικής και αντιδραστικής εκστρατείας του κεφαλαίου που έχει στόχο την αντιλαϊκή ανασυγκρότηση του συστήματος. Επιταχύνει τη συγκρότηση του επαναστατικού υποκειμένου και έχει στόχο την προσέγγιση της επανάστασης.
Η επαναστατική τακτική μέσω του αντικαπιταλιστικού περιεχομένου, της ταξικής της ουσίας, των δρόμων και των μέσων επίτευξης, αλλά και του σκοπού της συνδέεται με την αντικαπιταλιστική εργατική επανάσταση, η οποία αποτελεί το ανώτατο σημείο της επαναστατικής τακτικής, το άλμα, την τομή και την αφετηρία της επαναστατικής στρατηγικής για την κομμουνιστική απελευθέρωση, τον κρίκο σύνδεσής τους».
Στις Θέσεις περιλαμβάνεται επίσης το αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραμμα πάλης, η λογική των οργάνων πάλης του οργανωμένου λαού και η προσέγγιση για το υποκείμενο της επαναστατικής τακτικής, που είναι το Αντικαπιταλιστικό Εργατικό Μέτωπο.
Αντικαπιταλιστικό ρεύμα και πόλος
Αυτοτέλεια και μετωπική λογική, όχι συνεχές του ρεφορμισμού
Για την προώθηση του Αντικαπιταλιστικού Εργατικού Μετώπου απαιτούνται, στη διαλεκτική τους αλληλεπίδραση: Πρώτο, η ενίσχυση των επαναστατικών κομμουνιστικών δυνάμεων και τα αναγκαία βήματα για το σύγχρονο πρόγραμμα και κόμμα κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Δεύτερο, η συγκρότηση του μετώπου-πόλου της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς, η ενίσχυση-αναβάθμιση και ο προωθητικός μετασχηματισμός του ελπιδοφόρου βήματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το άνοιγμα δρόμων πολιτικής συνεργασίας των ευρύτερων αντικαπιταλιστικών, αντιΕΕ και αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Τρίτο, η συγκρότηση του αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής, με θεμέλιο ένα πολιτικά ανατρεπτικό και ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα, η συγκρότηση ανεξάρτητων οργάνων πάλης και επιβολής της λαϊκής θέλησης και η ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας του μαζικού κινήματος.
Στο όγδοο κεφάλαιο υπάρχει αναλυτική αναφορά στην προώθηση του Αγωνιστικού Μετώπου Ρήξης Ανατροπής και του Νέου Εργατικού Κινήματος, καθώς και την παρέμβαση σε όλα τα πεδία του μαζικού κινήματος, με ιδιαίτερη αναφορά στη νεολαία.
Το ένατο κεφάλαιο επικεντρώνεται στο πολιτικό επίπεδο, στην ανάγκη για μια άλλη Αριστερά και στον πόλο της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς, καθώς και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ που αποτελεί ένα πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση. «Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή θα συμβάλει στην οικοδόμηση ενός αυτοτελούς κοινωνικοπολιτικού ρεύματος –με αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και επαναστατική ηγεμονία, που φυσικά θα επικοινωνεί και θα συνδέεται με τις πιο πλατιές λαϊκές διαθέσεις και θα οικοδομεί τις συμμαχίες του– ή θα καθηλώνεται στην αναζήτηση κάποιου ρεφορμιστικού πολιτικού ρεύματος ως οχήματος για να ‘’αναρριχηθεί’’ προς το πολιτικό σκηνικό, με ‘’συμμαχίες κορυφής’’ χωρίς αρχές και προοπτική», τονίζεται χαρακτηριστικά.
«Επιδιώκουμε την πολιτική συνεργασία με εκείνες τις δυνάμεις που τείνουν να υπερβούν το όριο της διαχειριστικής λογικής και κινούνται σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, διαχωριζόμενες με σαφήνεια από τις δυνάμεις που τείνουν να το αναπαράγουν κινούμενες σε μια νεο-διαχειριστική, νεο-συριζαίικη λογική» και σημειώνεται πως «από τη σκοπιά αυτή η πρόταση συνολικής πολιτικής συνεργασίας δεν μπορεί να απευθυνθεί, με βάση τις διατυπωμένες θέσεις τους, σε ΚΚΕ και ΛΑΕ, με τα οποία επιδιώκεται η υπεραναγκαία και πολύτιμη κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα.
ΠΡΟΤΑΣΗ
Για νέο πρόγραμμα και κόμμα
κομμουνιστικής απελευθέρωσης
Η Πρόταση για ένα νέο Πρόγραμμα και Κόμμα Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης απαντάει στην ανάγκη αποφασιστικής συγκέντρωσης εκείνων των συνειδητών δυνάμεων (ρευμάτων, οργανώσεων, ανένταχτων κομμουνιστών αγωνιστών) που κατανοούν και «υπηρετούν» την κομμουνιστική αναγκαιότητα, δυνατότητα και τάση της εποχής. Με το κεντρικό αυτό ζήτημα καταπιάνεται το δέκατο κεφάλαιο των Θέσεων, που είναι γραμμένο με λογική αυτοτελούς πρότασης.
«Ένα νέο Πρόγραμμα και Κόμμα Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης έχει στόχο να συμβάλει συνειδητά μέσα στους εργαζομένους και τους νέους ώστε η τάση ενός ‘’νέου κομμουνισμού’’ να αναδεικνύεται ως μοναδική ολοκληρωμένη και επίκαιρη απάντηση στον σύγχρονο καπιταλισμό. Να ισχυροποιείται, να κατακτά –μέσα από γόνιμες και δημοκρατικές διαδικασίες– ηγεμονική θέση στο πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης και στις ευρύτερες ριζοσπαστικές, αντικαπιταλιστικές του δυνάμεις. Επομένως, το κόμμα συγκροτείται και δρα με πυρήνα την προγραμματική στρατηγική της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, το άλμα της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και το δρόμο της επαναστατικής τακτικής. Δηλαδή συγκροτείται με πρωταρχικό στοιχείο τη στρατηγική συμφωνία των μελών του και τον κοινό θεωρητικό τους ‘’τόπο’’, αλλά και με αναγκαία τη συμφωνία στους βασικούς δρόμους που υπηρετούν την πολιτική τακτική»
Κι ακόμα: «Δεν χρειαζόμαστε σήμερα αναπαλαίωση Κομμουνιστικών Κομμάτων που πρωταγωνίστησαν στη συγκρότηση μιας ανέκδοτης εκμεταλλευτικής κοινωνίας στην ‘’Ανατολή’’ ή έκαναν θεωρία την εγκατάλειψη της επανάστασης και του κομμουνισμού στο όνομα της ‘’τακτικής’’ ή την άρνηση του διεθνιστικού χαρακτήρα της κομμουνιστικής λύσης μέσω της ‘’εθνικοποίησης’’ (και τελικά της υποταγής στην αστική τάξη της χώρας τους) του προγράμματός τους. Θα ήταν αχρείαστη η αναγέννηση εκείνου του τύπου των πολιτικών κομμάτων που μετέτρεψαν τη μαρξιστική θεωρία σε αποστεωμένο δόγμα και θεραπαινίδα της τρέχουσας πολιτικής γραμμής, κοινοβουλευτικής κατά βάση παρέμβασης, που οδήγησαν στην κυριαρχία του κόμματος επί της εργατικής τάξης (και στη δικτατορία επί του προλεταριάτου) ή μετέτρεψαν την κομματική ζωή σε ομοίωμα της ιεραρχικής δομής του ίδιου του καπιταλισμού, και ιδίως του κράτους του, ειδικά της κατασταλτικής δομής του.
Υπάρχει ανάγκη για ένα Νέο Κόμμα, επειδή υπάρχει η ανάγκη για ένα νέο Πρόγραμμα, για ένα νέο απελευθερωτικό περιεχόμενο, για ένα νέο κομμουνιστικό όραμα. Αλλά, εξίσου σημαντικό, ένα πραγματικά νέο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα μπορεί να υπηρετηθεί από ένα νέο στη μορφή και στις αρχές του Κομμουνιστικό Κόμμα με αξιοποίηση των καλύτερων παραδόσεων της ιστορικής διαδρομής του κομμουνιστικού κινήματος, κυρίως όμως με μια τομή βάθους με αυτήν».
Στο τελευταίο κεφάλαιο καταγράφεται το πώς θα συμβάλλει το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση στην υπόθεση του νέου κόμματος και αποτιμάται η διαδρομή του. «Η απόφασή μας να συμβάλουμε στη συγκρότηση ενός σύγχρονου επαναστατικού κομμουνιστικού φορέα, αποτελεί την πιο ουσιαστική έμπρακτη αυτοκριτική για τη μέχρι τώρα συμβολή μας, αλλά και για τα όρια, τις αντιφάσεις και τις αδυναμίες του ΝΑΡ στη διαδικασία κομμουνιστικής ανασυγκρότησης», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Πρώτη παρουσίαση των θέσεων
Μετά τη δημοσίευση των Θέσεων της ΠΕ για το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, οι Οργανώσεις Αττικής διοργανώνουν εκδήλωση Πρώτης Παρουσίασης των Θέσεων.
Η ανοιχτή πολιτική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 17 Ιουλίου στις 8.30 μ.μ. στο αίθριο της Στοάς του Βιβλίου-Polis Art cafe,Πεσμαζόγλου 5 και Πανεπιστημίου, στο κέντρο της Αθήνας.
Στην εκδήλωση θα παρουσιαστεί το περιεχόμενο και οι βασικές κατευθύνσεις του κειμένου των Θέσεων και θα περιγραφούν οι στόχοι και η πορεία προς το 4ο Συνέδριο της οργάνωσης. Ομιλητές θα είναι μέλη της ΠΕ και της Επιτροπής Θέσεων του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, ενώ έχουν προσκληθεί αγωνιστές του εργατικού και λαϊκού κινήματος και της αριστεράς.
Επιμέλεια: Γιάννης Ελαφρός