του Μπάμπη Συριόπουλου
Στις 2 Μαίου ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πυροδότησε μια αποκαλυπτική αντιπαράθεση. Ο γερμανός υπουργός οικονομικών δήλωσε στη γερμανική δημόσια τηλεόραση ότι η κυβέρνηση Τσίπρα επιβαρύνει δυσανάλογα τα «αδύναμα στρώματα» και ειδικά αναφέρθηκε στη φοροασυλία που απολαμβάνουν οι έλληνες εφοπλιστές. Ο Έλληνας υπουργός Ναυτιλία Παναγιώτης Κουρουμπλής απάντησε σε δήλωσή του ότι ο Σόιμπλε «αναζητεί αιτίες για να χρεωθούν στην Ελλάδα και άλλα βάρη». Ο γενικά φειδωλός σε δηλώσεις πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών Θ. Βενιάμης θεώρησε ότι οι δηλώσεις του Σόιμπλε συνιστούν «αδικαιολόγητη επίθεση κατά της χώρας μας με αιχμή τον ελληνικό εφοπλισμό». Αποδίδει επίσης τις δηλώσεις του γερμανού υπουργού στην αποτυχία της κυβέρνησής του να στηρίξει αποτελεσματικά τη «δική της» ναυτιλία, «παρόλες τις ευνοικές ρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα (πλοιοκτησία, διαχείριση, φυσικό πρόσωπο)», ενώ υπενθυμίζει ότι η «ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα» διπλασίασε εθελοντικά πριν 4 χρόνια τη φορολογική της υποχρέωση «αν και αυτή απολαμβάνει ιστορικά συνταγματικής προστασίας». Ταυτόχρονα, θεωρεί ότι ο Σόιμπλε «δεν επιθυμεί να δει την Ελλάδα σε αναπτυξιακή πορεία».
Σίγουρα δεν πήρε ο πόνος τη γερμανική κυβέρνηση για τα δεινά που αντιμετωπίζουν οι έλληνες εργαζόμενοι. Όντως το πρόβλημά της είναι η ελληνική ναυτιλία (το 50% της κοινοτικής) και ο ανταγωνισμός της με τη γερμανική. Είναι όμως αλήθεια κι ότι το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο απολαμβάνει σκανδαλώδη προνόμια που θεωρούνται κεκτημένα και αδιαπραγμάτευτα σε αντίθεση με όλα τα άλλα «προνόμια» των μισθωτών και συνταξιούχων που καταργούνται χωρίς πολλή σκέψη. Ο πρόεδρος της ΠΕΝΕΝ Αντώνης Νταλακογεώργος επισημαίνει σε παρέμβασή του στις 5 Ιούνη: «Η φορολογική ασυλία (59 φοροαπαλλαγές είναι καταμετρημένες στο νόμο 27/1975) σε συνδυασμό με την ανασφάλιστη και χαμηλόμισθη εργασία που χαρακτηρίζει την ποντοπόρο ελληνική και ελληνόκτητη ναυτιλία, οι χαμηλές δαπάνες-εισφορές για την κοινωνική ασφάλιση …διαμορφώνουν ένα πλαίσιο επιχειρηματικής δράσης το οποίο μόνο με χώρες σημαιών ευκαιρίας μπορεί να συγκριθεί»!
Το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο, κατεξοχήν διεθνοποιημένο, όταν χρειάζεται το κράτος να προστατέψει τα υπερκέρδη του γίνεται εθνικό, έχει και παραέχει πατρίδα. Η κυβέρνηση, από την άλλη, δεν έχει καμία δικαιολογία για τη φοροασυλία των εφοπλιστών. Το άρθρο 107 του συντάγματος όντως την κατοχυρώνει, πολλά άλλα άρθρα όμως έχουν παραβιαστεί στο όνομα του «δημόσιου συμφέροντος» όταν πρόκειται για μισθούς και συντάξεις. Στην περίπτωση αυτή η κυβέρνηση θεωρεί ότι τα κέρδη των εφοπλιστών ταυτίζονται με το δημόσιο συμφέρον. Ο Αντώνης Νταλακογεώργος στην παρέμβασή του προκρίνει την «ταξική σκοπιά των εργατικών συμφερόντων» και την πάλη «ενάντια στο καθεστώς των σημαιών ευκολίας, ενάντια στις συνθήκες γαλέρας, για ίδια δικαιώματα που θα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των ναυτεργατών ανεξάρτητα από χώρα προέλευσης, χρώμα, φυλή, θρήσκευμα».