του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Στις δεκάδες ανακοινώσεις και non papers που εκδόθηκαν από την κυβέρνηση για την απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου, αναφέρονταν πολλοί αριθμοί, έλειπε όμως ένας: το 3,5%! Αυτός δηλαδή που προσδιορίζει τα πρωτογενή πλεονάσματα στα οποία υποχρεώθηκε η χώρα έως το 2023. Αυτό άλλωστε είναι και το μόνο σαφές, ξεκάθαρο και αναμφισβήτητο στοιχείο αυτής της συμφωνίας. Σκληρή λιτότητα για τα επόμενα 5 χρόνια. Από εκεί και πέρα η κυβέρνηση συνυπέγραψε και μια κάπως πιο απροσδιόριστη αλλά εξίσου σκληρή λιτότητα μέχρι το 2060, ως ορίζοντα για την αποπληρωμή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους. Όλα αυτά τα χρόνια τα υποχρεωτικά πρωτογενή πλεονάσματα θα είναι «κατά μέσο όρο» 2%, εφόσον φυσικά έχουν «πιαστεί» οι στόχοι των επόμενων 5 ετών.
Από αυτά και μόνον, προφανώς φαντάζει ως …ανέκδοτο αυτό που ανακοίνωσε στο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, υποστηρίζοντας ότι διασφαλίστηκε η έξοδος από τα μνημόνια το 2018. Ακόμη και αν βρεθεί άλλη ονομασία για τη λιτότητα που θα επιβληθεί στα λαϊκά στρώματα, το περίφημο δημόσιο χρέος θα συνεχίσει για τις επόμενες δεκαετίες να αποτελεί τον μοχλό οικονομικού και πολιτικού ελέγχου, με μεσάζοντα κυβερνήσεις όπως αυτή των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που αποδέχονται την ανάγκη να καταστεί βιώσιμο, δηλαδή την ανάγκη να αποπληρωθεί.
Αυτά, την ίδια στιγμή που όλα όσα προβλέπονται για το χρέος στην απόφαση του Eurogroup εκθέτουν ακόμη και αυτή την προπαγάνδα που χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες. Ουσιαστικά τα μέτρα επέκτασης των αποπληρωμών και τα άλλα στοιχεία, που οι κυβερνώντες αποκαλούν «ρύθμιση» και «ελάφρυνση», είναι εκτός συμφωνίας. Οι αόριστες αναφορές για «περίοδο» χάριτος», «αναπτυξιακή ρήτρα» και «θετική εκτίμηση του ΔΝΤ» είναι λόγια κενά περιεχομένου που θα προσδιοριστούν συγκεκριμένα (αν και εφόσον) μετά το 2018. Στην ίδια λογική εντάσσονται και οι υποσχέσεις για στήριξη ώστε η Ελλάδα να δανείζεται από τις αγορές, λες και αυτό δεν έχει ως προϋπόθεση την ίδια ή και σκληρότερη λιτότητα με τη σημερινή.
Όσο για τα περίφημα 1,6 δισ. ευρώ της δόσης που θα διατεθούν για αποπληρωμές του Δημοσίου, είναι κονδύλια που θα καταλήξουν κατά κύριο λόγο στους γνωστούς μεγαλο-προμηθευτές και καμία σχέση δε έχουν με τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους μικροαπασχολούμενους.
Όπως προκύπτει από τις πληροφορίες μετά τη συμφωνία, ουσιαστικά η ελληνική κυβέρνηση είχε αποδεχτεί αυτή την εξέλιξη πριν …καν ξεκινήσει η συζήτηση στο Eurogroup. To μεγαλύτερο μέρος του προσχεδίου της απόφασης γράφτηκε με βάση κείμενα που συντάχθηκαν και στην Αθήνα ήδη από τη Δευτέρα. Πράγμα που σημαίνει πώς η ανταλλαγή δηλώσεων μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφανγκ Σόιμπλε ήταν περισσότερο για …θέαμα. Θυμίζουμε ότι η ελληνική κυβέρνηση «απειλούσε» με μεταφορά του θέματος στην Σύνοδο Κορυφής στις 22 Ιούνη. Λες και εκεί θα υπήρχαν διαφορετικές πολιτικές προτεραιότητες. Όλα αυτά στο πλαίσιο του επικοινωνιακού παιγνιδιού που θέλει τον Β. Σόιμπλε στον ρόλο του «κακού», την Α.Μέρκελ στον ρόλο του μετριοπαθούς και, τελευταία, τον Εμμανουέλ Μακρόν στον ρόλο του «καλού» και του «συμμάχου της Ελλάδας».
Σε αυτό άλλωστε επέμενε ιδιαίτερα στις δηλώσεις του αυτές τις ημέρες και ο Αλέξης Τσίπρας, υποστηρίζοντας ότι αιχμή της τακτικής του είναι η αποδοχή της περίφημης γαλλικής πρότασης που συνδέει την αποπληρωμή του χρέους με την ανάπτυξη. Δηλαδή να προσαρμόζονται οι αποπληρωμές με το επίπεδο των επενδύσεων και της αύξησης του ΑΕΠ. Μια πρόταση που –από μόνη της – θολώνει ακόμη περισσότερο τα νερά και επιτρέπει κάθε είδους αυθαιρεσία στους υπολογισμούς, ενώ ταυτόχρονα δίνει ώθηση στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας που έχει ως γνωστόν γίνει …συνώνυμο της ανάπτυξης.
Πάντως, παρά τις θριαμβολογίες των πρώτων ωρών και ημερών, ήδη φαίνονται τα σημάδια νευρικότητας στο εσωτερικό της κυβέρνησης, ακόμα και σε μέλη του υπουργικού της συμβουλίου. Ο ίδιος ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ανέφερε ότι όσα αποφασίστηκαν δεν είναι αντάξια των θυσιών του ελληνικού λαού με το λογοπαίγνιο του «να μην κάνουμε το τέλειο εχθρό του καλού». Αποστάσεις προσπαθούν να πάρουν και άλλοι υπουργοί όπως ο Π. Σκουρλέτης. Παρόλα αυτά το Μέγαρο Μαξίμου και ο Αλέξης Τσίπρας δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια προσωπικών παιγνιδιών. Πριν το Eurogroup, άλλωστε, συνεδρίασε το Υπουργικό Συμβούλιο γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και θα συνεδριάσει και μέσα στην εβδομάδα.