του Γιώργου Παυλόπουλου
Ιστορία αντίστασης και ανατροπής γράφουν χιλιάδες εργαζόμενοι στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με πρωτεργάτες το πιο ευάλωτο –μα ταυτόχρονα και το πιο μαχητικό– κομμάτι τους. Αυτό, δηλαδή, που αποτελείται από τους συμβασιούχους, οι οποίοι πλέον απειλούνται με άμεση απόλυση μετά και την πρόσφατη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ήδη, μετά τη νέα μεγαλειώδη πανελλαδική κινητοποίηση της Πέμπτης, στην οποία η συμμετοχή ξεπέρασε τις 10.000, η κυβέρνηση εμφανίζεται σαφώς θορυβημένη και αναζητεί επειγόντως διέξοδο διαφυγής. Η ΝΔ, από την πλευρά της, κάτι επιχειρεί να ψελίσει περί «κοροϊδίας» από τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως στην ουσία συμφωνεί απολύτως με την… καρατόμηση των συμβασιούχων και τη μετατροπή των ΟΤΑ σε κερδοφόρες για το κεφάλαιο ΑΕ. Όσο για τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αναγκάζεται από τις εξελίξεις και το κλίμα που επικρατεί στους χώρους δουλειάς να υποταχθεί στις αγωνιστικές διαθέσεις της βάσης, εξαγγέλλοντας (ομόφωνα…) νέα εβδομάδα κινητοποιήσεων, με αποκλεισμό των ΧΥΤΑ και των αμαξοστασίων, πολύμορφες εκδηλώσεις και κορύφωση την επόμενη Πέμπτη, 29 Ιουνίου, με νέα πανελλαδική συγκέντρωση στην Αθήνα.
Όλα δείχνουν ότι οι επόμενες ημέρες θα είναι κρίσιμες για την έκβαση του πιο σημαντικού εργατικού αγώνα που έχει εκδηλωθεί το τελευταίο διάστημα, σκίζοντας το καταθλιπτικό πέπλο της απογοήτευσης και της αδράνειας. «Αφού δεν πάει άλλο έτσι… ήρθε η ώρα να το πάμε αλλιώς!», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η σχετική ανακοίνωση των Αγωνιστικών Κινήσεων – Συσπειρώσεων στους ΟΤΑ. Αν, μάλιστα, οι εργαζόμενοι όντως καταφέρουν να «το πάνε αλλιώς», προκαλώντας ρήγματα στην κυβερνητική πολιτική και το αντιδραστικό μνημονιακό μπλοκ εξουσίας, τότε θα πρόκειται αναμφίβολα για μια κομβική εξέλιξη — πολύ περισσότερο που το διακύβευμα αυτής της μάχης αφορά πολύ ευρύτερα τμήματα εργαζομένων, τόσο στον δημόσιο τομέα όσο και στον ιδιωτικό, όπως αποτυπώνεται και στο ψήφισμα συμπαράστασης του συνεδρίου της ΔΟΕ. Εξάλλου, οι εργαζόμενοι στους ΟΤΑ έχουν βάλει στο στόχαστρό τους τον πυρήνα της πολιτικής η οποία στοχεύει στην ολοκληρωτική κυριαρχία της εργασιακής ανασφάλειας και περιπλάνησης, των ελαστικών σχέσεων εργασίας, των συμβάσεων «ορισμένου χρόνου», της αμοιβής με χαρτζηλίκι. Μιας πολιτικής η οποία, ταυτόχρονα, οδηγεί στην αγκαλιά του ιδιωτικού κεφαλαίου το σύνολο των κοινωνικών υπηρεσιών και αγαθών — όπως η υγεία, η εκπαίδευση, το ρεύμα και το νερό, η ενημέρωση και, φυσικά, η αποκομιδή των σκουπιδιών και μια σειρά άλλες λειτουργίες των δήμων, που έχουν ζωτική σημασία και άμεση αντανάκλαση στην καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής όσων κατοικούν σε αυτούς.
Αποκαλυπτικό για όλα τα παραπάνω είναι το γεγονός ότι τουλάχιστον το 40% των εργαζομένων σήμερα στους ΟΤΑ, οι οποίοι ξεπερνούν τις 100.000 πανελλαδικά, δεν έχουν σχέση εργασίας αορίστου χρόνου (συμβασιούχοι, εργολαβίες, κοινωφελής εργασία κ.λπ.). Πρόκειται για ποσοστό υψηλότερο σε σύγκριση με το αντίστοιχο στο σύνολο του δημόσιου τομέα, όπου υπολογίζεται ότι φτάνει περίπου στο ένα τρίτο, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο συγκεκριμένος κλάδος λειτουργεί «πιλοτικά» και για όλους τους υπόλοιπους. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο μια νικηφόρα έκβαση της σκληρής αναμέτρησης που βρίσκεται σε εξέλιξη μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για μια συνολικότερη, μαζική και μαχητική αντεπίθεση του εργατικού κινήματος, με τελικό στόχο την ανατροπή του μνημονίου διαρκείας και των κυβερνήσεών του, «από τα κάτω και από τα αριστερά».
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, η κυβέρνηση θα κάνει κάθε προσπάθεια ώστε να αποφύγει τη συνέχιση και κλιμάκωση του αγώνα, αλλά και να διασπάσει το μέτωπο που έχει συγκροτηθεί — χωρίς μάλιστα να αναλάβει «επώδυνες» γι’ αυτήν δεσμεύσεις. Για του λόγου το αληθές, αρμόδιοι υπουργοί διαρρέουν ήδη σενάρια για δίμηνες ή τρίμηνες παρατάσεις των συμβάσεων που λήγουν (αν και όχι για όλους, μιας και ο αριθμός των «δικαιούχων» μειώνεται σκοπίμως σε 6-7.000), τις οποίες θα ακολουθήσει προκήρυξη προσλήψεων για την κάλυψη 2.500-3.000 μόνιμων θέσεων στους ΟΤΑ — ένας αριθμός που βασίζεται στα σχετικά αιτήματα που έχει καταθέσει η ΚΕΔΕ, η ηγεσία της οποίας γνώρισε επίσης την μήνη των απεργών διαδηλωτών.
Οι εργαζόμενοι, ωστόσο, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να υποχωρήσουν και να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους με «ψίχουλα». Δεν θα ξεγελαστούν από τα «καρότα» της προνομιακής μοριοδότησης ή λίγων ακόμη μηνών εργασίας, για να νιώσουν στη συνέχεια τα «μαστίγια» της ανεργίας και της εργασιακής ανασφάλειας. Η μετατροπή όλων των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου εδώ και τώρα με ένα νόμο με στόχο τη μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, αποτελεί πλέον το κυρίαρχο αίτημα που ενώνει και ανοίγει δρόμους συνολικής σύγκρουσης με την κυρίαρχη πολιτική.