του Νίκου Μανάβη
Την Πέμπτη 22/6 στη Γενική Γραμματέα Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, στην Μυτιλήνη, πραγματοποιήθηκε πολύωρη σύσκεψη υπό τον υπουργό Υποδομών Χρήστο Σπίρτζη. Υπήρξαν υποσχέσεις πως σύντομα θα δοθούν οι πρώτες αποζημιώσεις στους σεισμόπληκτους της Βρίσας και πvς σύντομα θα υπογραφούν οι υπουργικές αποφάσεις που απαιτούνται για να ξεκινήσει η χορήγηση της επιδότησης ενοικίου, ώστε όσοι έχουν τα χάσει τα σπίτια τους να μπορέσουν να μετεγκατασταθούν σε άλλες κατοικίες, στην Μυτιλήνη ή σε χωριά κοντά στην Βρίσα.
Οι υποσχέσεις προκάλεσαν εύλογη δυσθυμία στους κατοίκους καθώς δύο εβδομάδες μετά το σεισμό η υπουργική απόφαση για την χορήγηση του επιδόματος ενοικίου δεν έχει εκδοθεί. Κι οι σεισμόπληκτοι τα μόνα χρήματα που έχουν πάρει είναι αυτά που τους έδωσε ο Δήμος Λέσβου, έναντι της αναμενόμενης επιδότησης ενοικίου. Είναι εντυπωσιακό ότι την ώρα που πέφτουν σαν βροχή οι επισκέψεις κυβερνητικών στελεχών και οι δηλώσεις συμπαράστασης προς τους σεισμόπληκτους δεν κινήθηκε διοικητική διαδικασία για την καταβολή αποζημιώσεων και επιδοτήσεων, αναφερόμαστε σε αυτά τα μικροποσά που δίνονται σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών.
Κοντολογίς, ο σεισμός αξιοποιείται ως εργαλείο επικοινωνιακής προβολής των διάφορων κρατικών μηχανισμών (κυβέρνηση, αντιπολίτευση, εκκλησία κλπ) και αυτών που είναι επικεφαλείς σε αυτούς. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργούν και οι διάφοροι μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλέπε Κομισιόν), οι οποίοι τις πρώτες ώρες μετά το σεισμό υποσχέθηκαν ενίσχυση των πληγέντων αλλά μέχρι τώρα δεν έχουν δώσει ούτε ένα ευρώ οικονομικής ενίσχυσης. Όσον αφορά την ουσιαστική στήριξη των σεισμόπληκτων δεν έχει γίνει τίποτα, εκτός από τα στοιχειώδη δηλαδή τη στέγαση των σεισμόπληκτων, προσωρινά σε ξενοδοχεία στην περιοχή των Βατερών και την παροχή φαγητού.
Στην πλέον σεισμογενή χώρα της Ευρώπης, την Ελλάδα, όπου κάθε τέσσερα με πέντε χρόνια πραγματοποιείται ένας καταστροφικός σεισμός, όπου ο κρατικός μηχανισμός έχει μεγάλη εμπειρία στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, οι διοικητικές διαδικασίες αποδεικνύεται ότι κινούνται με εξαιρετικά αργό ρυθμό, το νομοθετικό πλαίσιο είναι ανεπαρκές και οι κυβερνητικοί παράγοντες (έκπληκτοι) διαπιστώνουν ότι πρέπει να προχωρήσουν σε νομοθετικές ρυθμίσεις για να δώσουν μια κάποια βοήθεια στους πληγέντες. Κοινώς όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει.
Πρόκειται για πάγια πολιτική επιλογή του ελληνικού κράτους κι όλων των κυβερνήσεων του, όχι για διοικητική αδυναμία ή διοικητικό λάθος. Όσοι πλήττονται από ακραία φυσικά φαινόμενα, πλημμύρες, κατολισθήσεις, σεισμούς κλπ αφήνονται στην τύχη τους. Όπως είναι πάγια επιλογή του να μην λαμβάνει μέτρα για να αποτρέπει ή να μειώνει τις επιπτώσεις από τις φυσικές καταστροφές.
Έτσι. η Ελλάδα που είναι ικανή να διοργανώνει Ολυμπιακούς Αγώνες, να στέλνει στρατεύματα στο Αφγανιστάν, να εξοπλίζεται με υπερσύγχρονα πολεμικά αεροσκάφη δεν μπορεί να κάνει μικροζωνικές γεωλογικές μελέτες για να γνωρίζουν οι κάτοικοι της σε ποιες περιοχές μπορούν να χτίσουν τα σπίτια τους ώστε να είναι ασφαλή. Δεν διαθέτει έναν κρατικό κατασκευαστικό οργανισμό που θα μπορούσε να αναλάβει την εκπόνηση των μελετών και την ανοικοδόμηση του ισοπεδωμένου οικισμού της Βρίσας. Δημιουργώντας δίκτυα, δημόσιους χώρους και υποδομές που δεν υπήρχαν στο χωριό μέχρι τώρα. Επιπλέον ο ενιαίος ανασχεδιασμός και κατασκευή του οικισμού θα ολοκληρωθεί πολύ ταχύτερα από το να προσπαθεί κάθε κάτοικος μόνος του να ξαναχτίσει το σπίτι του.
Κι υπόσχεται στους σεισμόπληκτους να παρέχει άτοκα δάνεια και επιχορηγήσεις για να φτιάξουν μόνοι τους τα γκρεμισμένα σπίτια τους. Για παράδειγμα, την Πέμπτη ο Χρ. Σπίρτζης ανακοίνωσε ότι η επιδότηση που θα δοθεί στους σεισμόπληκτους της Βρίσας για να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους είναι 900 ευρώ και άλλα 300 ευρώ θα είναι άτοκο δάνειο. Η επιδότηση αυτή αφορά όσα σπίτια έχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Για όσα σπίτια κρίθηκε ότι μπορούν να επισκευαστούν η επιδότηση περιορίζεται στα 450 ευρώ/τ.μ. Μόνο που η Βρίσα είναι χαρακτηρισμένος παραδοσιακός οικισμός, αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν πολλοί περιορισμοί στους όρους δόμησης. Οι περιορισμοί οδηγούν σε αύξηση του κόστους κατασκευής το οποίο επιβαρύνονται οι ιδιοκτήτες και όχι το κράτος που αποφάσισε να κηρύξει παραδοσιακό τον οικισμό.
Από εκεί και μετά ξεκινάει ο γολγοθάς του κάθε κάτοικου, ο οποίος έχοντας χάσει το σπίτι του, μένοντας στο νοίκι, με ή χωρίς εισόδημα θα πρέπει να βρει ένα σημαντικό ποσό να το βάλει δίπλα στην επιδότηση για να χτίσει ξανά το σπίτι του.