του Γιώργου Λαουτάρη
Μια κυριολεκτική και μεταφορική εξαγωγή της εσωτερικής κρίσης επιχειρεί ο Αλέξης Τσίπρας με την επίσημη επίσκεψή του στην Κίνα, που ξεκίνησε την Παρασκευή και ολοκληρώνεται τη Δευτέρα. Ενώ η λίστα με τα 140 προαπαιτούμενα του «νέου μνημονίου» ακόμα καθαρογραφόταν σε μορφή νομοσχεδίου για να ψηφιστεί εντός των επόμενων ημερών από τη Βουλή, το Μαξίμου έψαχνε απελπισμένα έναν επικοινωνιακό αντιπερισπασμό, ώστε να δείξει, έστω και συμβολικά, ότι η …ανάπτυξη είναι προ των πυλών, άρα το «παραμύθι» δεν έχει μόνο δράκο, έχει και ελπίδα. Αυτό είναι το μήνυμα που επιθυμεί να εκπέμψει η ελληνική αποστολή από το Πεκίνο, ενώ καθόλου τυχαία δεν πρέπει να θεωρηθεί και η σύμπτωση της κολακευτικής για τον πρωθυπουργό συνέντευξης που παραχώρησε την προηγούμενη Κυριακή στο Βήμα ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα.
Κατά τον πρωθυπουργό, που μίλησε την Παρασκευή στο 2ο Ελληνοκινεζικό Φόρουμ, οι συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Κίνας στην ενέργεια, στις υποδομές και στις τηλεπικοινωνίες, που υπογράφτηκαν ήδη στο Πεκίνο, θα αρχίσουν να «τρέχουν» άμεσα. Ο Αλέξης Τσίπρας έδωσε έμφαση στη συνεργασία των ελληνικών με τους κινεζικούς δήμους σε προγράμματα πολιτιστικών και άλλων ανταλλαγών, ενώ ανακοίνωσε και τη δημιουργία ενός μεγάλου πάρκου κινεζικού πολιτισμού στην Ελλάδα και ενός μεγάλου πάρκου ελληνικού πολιτισμού στην Κίνα.
Φυσικά, επιστέγασμα της ελληνοκινεζικής συνεργασίας είναι ο Πειραιάς και το λιμάνι του, που έχει ήδη παραδοθεί στην κινεζική Cosco. «Το κινεζικό όραμα για το Δρόμο του Μεταξιού, αλλά και το ελληνικό όραμα να καταστεί η Ελλάδα περιφερειακός και διεθνής κόμβος μεταφορών, εμπορίου, ενέργειας, τουρισμού, αλλά και πολιτισμού αποτελούν δύο στρατηγικές, δύο οράματα που συμβαδίζουν και συναντώνται» είπε ο Αλέξης Τσίπρας κατά το χαιρετισμό του στα εγκαίνια του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Ξένων Γλωσσών του Πεκίνου. Το μήνυμα προς τους Κινέζους που αναζητούν φτηνές τοποθετήσεις για τις επενδύσεις τους είναι «Ένα, δύο, πολλά λιμάνια του Πειραιά». Η παράδοση στρατηγικών τομέων της οικονομίας σε ιδιωτικά κεφάλαια άνευ όρων και ορίων ταυτίζεται από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ με το αναπτυξιακό «όραμα» για την έξοδο από την κρίση.
Και ο αμερικανικός παράγοντας άλλωστε, ο οποίος επενδύει γεωπολιτικά στη σταθερότητα της χώρας ως προς την πρόσδεσή της στο ΝΑΤΟ, θέλησε να δώσει μια «ψήφο εμπιστοσύνης» στον Αλέξη Τσίπρα, τώρα που την είχε ανάγκη. Η συνέντευξη του πρεσβευτή Τζέφρι Πάιατ στον Άγγελο Αθανασόπουλο, στο Βήμα της προηγούμενης Κυριακής, ήταν γεμάτη από φιλοφρονήσεις προς τον πρωθυπουργό που δεν λέγονται τυχαία από ένα διπλωμάτη. «Πιστεύω ότι ο πρωθυπουργός Τσίπρας έχει πλέον μια ευκαιρία να διαμορφώσει ένα νέο αφήγημα» είπε ο πρέσβης των ΗΠΑ, προβλέποντας μάλιστα ότι επίκειται μια «περίοδος οικονομικής και χρηματοδοτικής προβλεψιμότητας και μια ευκαιρία για την κυβέρνηση να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία».
Η συνέντευξη ήρθε να κλείσει και μια φημολογία που αναπαράχθηκε σε παραπολιτικές στήλες, και όχι μόνο, για τις σχέσεις του Αλέξη Τσίπρα με τον Ντόναλντ Τραμπ (αν έχουν μιλήσει στο τηλέφωνο κ.λπ.). Έγινε σαφές από τα λεγόμενα του διπλωμάτη ότι η υπερδύναμη ενδιαφέρεται για το «ψητό», δηλαδή τη βάση της Σούδας, για την οποία η κυβέρνηση έχει ήδη δηλώσει την πρόθεσή της να παρατείνει την παραχώρηση, αλλά και για τις αποκρατικοποιήσεις. Το «έξω πάμε καλά», ένα από τα αξέχαστα αποφθέγματα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δυστυχώς περιγράφει και σήμερα την κατεύθυνση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που βρίσκεται αντιμέτωπη με τη λαϊκή οργή για τη συνέχιση με ένταση της μνημονιακής πολιτικής. Μόνο που η έγκριση που έρχεται από το εξωτερικό προϋποθέτει κι αυτή με τη σειρά της την επίθεση κατά των λαϊκών συμφερόντων, αφού έρχεται να επιβραβεύσει μια πολιτική ξεπουλήματος και εσωτερικής υποτίμησης που καθιστά τη χώρα μας επενδυτικό παράδεισο για τους έξω και εργατικό κολαστήριο για τους …μέσα.