ΜΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΑΣ
Σε τελική φάση βρίσκεται το νομοσχέδιο που προωθείται από την κυβέρνηση για τον λεγόμενο εξωδικαστικό διακανονισμό, αναφορικά με τα χρέη που μπορεί να έχει μια επιχείρηση απέναντι στο δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες, αλλά και σε προμηθευτές του , ακόμα και στους εργαζόμενους που απασχολεί.
Το σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομίας -σύμφωνα με όσα έχουν αναφέρει κυβερνητικοί παράγοντες σε συνεντεύξεις τους- θα αφορά όσες επιχειρήσεις έχουν συνολικά χρέη τουλάχιστον 20.000 ευρώ, ενώ προκειμένου να ισχύσει, θα αρκεί να συμφωνήσουν σε αυτήν οι πιστωτές που έχουν το 60% των χρεών μιας επιχείρησης, συμφωνία που αυτομάτως θα την καθιστά υποχρεωτική για το σύνολο των υπολοίπων.
Πέρα από το γεγονός ότι η κυβέρνηση, με τυφλό νεοφιλελεύθερο φανατισμό, αντιμετωπίζει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όλων των ειδών τα χρέη, αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι προβλέπεται –σύμφωνα πάντα με τιε δηλώσεις των στελεχών της- ακόμη και κούρεμα χρεών τόσο από τόκους όσο όμως και από το ίδιο το αρχικό κεφάλαιο οφειλής προς το δημόσιο, όσο και προφανώς προς εργαζόμενους. Η «ισότητα» στην αντιμετώπιση με το ίδιο τρόπο μιας οφειλής σε τράπεζα για παράδειγμα και σε ασφαλιστικό ταμείο ή σε εργαζόμενο, είναι βασική νεοφιλελεύθερη αντίληψη που θεωρεί ότι όλοι είμαστε πελάτες -συνεργάτες –καταναλωτές και άρα δεν έχει σημασία πού και σε ποιον οφείλεις αλλά ότι οφείλεις.
Επιπλέον, ταυτόχρονα με τις δηλώσεις αυτές, δόθηκαν στη δημοσιότητα τα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδας που αφορούν στα ποσοστά των λεγόμενων κόκκινων δανείων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Σύμφωνα με αυτά, στο τέλος του 2016 το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων για όλο το τραπεζικό σύστημα άγγιξε τα 104,8 δισ. Ευρώ.
Σε ποσοστό, ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώθηκε στο 50% του συνόλου των δανείων. Αντίστοιχα το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 36,2% . Η διαφορά ανάμεσα στους δύο αυτούς δείκτες, έγκειται στο ότι τα λεγόμενα ανοίγματα περιλαμβάνουν και δάνεια τα οποία είναι ενήμερα την στιγμή που εξετάζουμε αλλά υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι δεν πρόκειται να εξυπηρετηθούν ή ότι είναι σε καθυστέρηση πάνω από 90 ημέρες ή ότι βρίσκεται στην αρχή της δικαστική διαδικασία διεκδίκησης. Πρόκειται δηλαδή για ένα κόλπο ουσιαστικά ώστε να εμφανίζεται μειωμένο το ποσοστό των κόκκινων δανείων και να παίρνουν τεχνητή αναπνοή οι ζόμπι τράπεζες της χώρας. Η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει -παρ’ όλα αυτά- στην έκθεσή της ότι ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων παραμένει υψηλός σε όλα τα χαρτοφυλάκια. Στο τέλος του Δεκεμβρίου του 2016, ο δείκτης αυτός άγγιζε το 41,5% για τα στεγαστικά δάνεια, το 54,0% για τα καταναλωτικά και το 44,6% για τα επιχειρηματικά δάνεια.
Παρά τα συντριπτικά ποσοστά των δεικτών (αρκεί να αναφέρουμε ότι το 2004 ο αντίστοιχος δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων άγγιζε μόλις το 4,5%) ,το γεγονός ότι η έκθεση παρουσιάστηκε από το σύνολο σχεδόν του καθεστωτικού τύπου με διθυραμβικά σχόλια λες και είναι ποτέ δυνατόν τραπεζικό ίδρυμα με τα μισά δάνεια που έχει χορηγήσει να μην εξυπηρετούνται να μην είναι ουσιαστικά αλλά και τυπικά χρεωκοπημένο, δείχνει την πολιτική απόφαση των αστικών επιτελείων να συνεχίσουν να τις κρατούν ζωντανές με καλαμάκι αναπνευστήρα. Ο έλεγχος του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι άλλωστε καθοριστικός και για τον έλεγχο την πολιτικών εξελίξεων στη χώρα. Οι τράπεζες ζόμπι που κρατούν τις στρόφιγγες κλειστές όσο αφορά την λεγόμενη «πραγματική οικονομία» που λένε και οι εμβριθείς τηλεαναλυτές, αρκούνται σε απλές υπογραφές για να δώσουν νέα δάνεια ή να ανανεώσουν παλιά όταν πρόκειται για τα στηρίγματα του καθεστώτος. Η πρόσφατη υπόθεση Ψυχάρη ήταν κατατοπιστική σε αυτή την κατεύθυνση. Αντίθετα τα «αυστηρά» τεχνοκρατικά κριτήρια περισσεύουν όταν είναι να βάλουν τη θηλιά σε εργαζόμενους που έχουν ένα στεγαστικό ή σε κάποιον που έχει ένα μαγαζί στη γειτονιά και χρειάστηκε κεφάλαιο κίνησης.
Η πρόσφατη εμπειρία της περιόδου του δημοψηφίσματος έδειξε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι αυτός που ελέγχει το τραπεζικό σύστημα μπορεί να στραγγαλίσει μια οικονομία και μια κοινωνία και να επιβάλλει την πολιτική του. Έδειξε επίσης ότι χωρίς τον κρατικό έλεγχο στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος, στα πλαίσια μιας συνολικής πορείας ρήξης και ανατροπής δεν μπορεί να εφαρμοστεί καμιά φιλολαϊκή πολιτική.