ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΛΟΥΚΗΣ
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε μια ολοκληρωτική καταστροφή για τη Ρωσία. Ο ρωσικός στρατός υπέστη τη μία ήττα μετά την άλλη από τη Γερμανία. Στα 1914, τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ανατολική Γερμανία, αλλά αποκρούστηκαν από πολύ μικρότερες δυνάμεις. Στα 1915, οι Γερμανοί έριξαν όλο το βάρος του πολέμου στο ανατολικό μέτωπο προκαλώντας σημαντικές ήττες στους Ρώσους. Στα 1916, ο τελευταίοι κατάφεραν να επιτύχουν κάποιες νίκες, ωστόσο προς το τέλος του έτους οι Αυστριακοί είχαν οργανώσει επιτυχημένες αντεπιθέσεις. Η μακρόχρονη εμπόλεμη κατάσταση προκάλεσε σχεδόν δύο εκατομμύρια νεκρούς στρατιώτες και άλλους τόσους αμάχους.. Καθώς λοιπόν η Ρωσία αντιμετώπιζε σοβαρές ελλείψεις σε τρόφιμα, απεργίες και διαδηλώσεις λάμβαναν χώρα με αυξανόμενη συχνότητα τόσο κατά τη διάρκεια του 1916 όσο και στις αρχές του 1917.
Στις 23 Φεβρουαρίου 1917 (με το παλιό ημερολόγιο), πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη συγκέντρωση γυναικών της εργατικής τάξης με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στο κέντρο της Πετρούπολης. Η συγκέντρωση έλαβε τη μορφή διαδήλωσης με σύνθημα «ψωμί και ειρήνη» η οποία μέχρι το επόμενο πρωί είχε εξελιχθεί σε μία βίαιη εξέγερση. Οι γυναίκες ενώθηκαν με εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες εργάτες οι οποίοι κατέβηκαν σε απεργία και πλημμύρισαν τους δρόμους, με κύριο αίτημα το τέλος του πολέμου, ακόμη και το τέλος της μοναρχίας. Κάθε μέρα που περνούσε, οι διαδηλώσεις γίνονταν μεγαλύτερες και πιο θορυβώδεις, ενώ οι αστυνομικές δυνάμεις δεν ήταν σε θέση να ελέγξουν την κατάσταση. Ο Τσάρος Νικόλαος Β ‘, ο οποίος επισκεπτόταν τα στρατεύματα στο μέτωπο, διέταξε το στρατιωτικό διοικητή της Πετρούπολης στις 25 Φεβρουαρίου να καταστείλει τις ταραχές. Όμως πολλοί στρατιώτες ένιωσαν μεγαλύτερη συμπάθεια για τα πλήθη παρά για τον τσάρο και η προσπάθεια καταστολής απέτυχε. Την επόμενη μέρα, περισσότεροι από 80.000 στρατιώτες στασίασαν και ενώθηκαν με τους διαδηλωτές.
Σε εκείνη τη συγκυρία, δύο οργανωμένες ομάδες εξουσίας κατανόησαν γρήγορα τη σημασία της εξέγερσης. Η Δούμα (το κρατικό νομοθετικό σώμα) ήταν ήδη σε ενεργή συνεδρία, αλλά διατάχθηκε από τον τσάρο να διαλυθεί. Ωστόσο, συνέχισε να συνεδριάζει μυστικά και σύντομα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εξέγερση ήταν αδύνατον να τεθεί υπό έλεγχο και ως εκ τούτου ο Νικόλαος Β΄ δε θα κατάφερνε να παραμείνει στην εξουσία.
Την ίδια περίοδο, το Σοβιέτ της Πετρούπολης, η οργανωμένη πτέρυγα των επαναστατημένων εργατών και στρατιωτών υπό τον έλεγχο του μενσεβίκικου κόμματος, συνήλθε στις 27 Φεβρουαρίου. Αμέσως άρχισε να καλεί για πλήρη κλιμάκωση επανάστασης και για ένα οριστικό τέλος της μοναρχίας.
Ωστόσο, δεν υπήρχε ακόμη η κοινή συναίνεση ότι η μοναρχία πρέπει να καταργηθεί εντελώς και, μάλλον, οι περισσότεροι πίστευαν ότι ο Νικόλαος Β θα έπρεπε να παραιτηθεί υπέρ του δεκατριάχρονου γιου του, Αλέξιου, και το διορισμό ενός αντιβασιλέα. Υπό αυτό το πρίσμα, τόσο η Δούμα όσο στρατιωτικοί ηγέτες ασκούσαν πίεση στο τσάρο να παραιτηθεί. Ο Νικόλαος Β παραιτήθηκε τελικά στις 2 Μαρτίου, αλλά προς έκπληξη όλων υπέρ του αδελφού του Μιχαήλ. Ωστόσο, την επόμενη μέρα ο Μιχαήλ παραιτήθηκε επίσης, αφήνοντας τη Ρωσία χωρίς τσάρο. Μπροστά σε αυτή την απρόσμενη τροπή των πραγμάτων, η Δούμα συγκρότησε μία Προσωρινή Κυβέρνηση της χώρας. Η Προσωρινή Κυβέρνηση θα λειτουργούσε μέχρι να εκλεγεί μια Συντακτική Συνέλευση η οποία θα μπορούσε να αποφασίσει επίσημα για το μέλλον της διακυβέρνησης της χώρας. Ουσιαστικά, καταργήθηκε μία από τις πιο παλιές και σημαντικές μοναρχίες του κόσμου.
Μολονότι η Προσωρινή Κυβέρνηση αναγνωρίστηκε γρήγορα από τις χώρες της Αντάντ ως η νόμιμη κυβέρνηση της Ρωσίας, το Σοβιέτ της Πετρούπολης διατηρούσε πολύ μεγαλύτερη δύναμη και είχε μεγαλύτερη διασύνδεση με τις περιφερειακές αρχές της χώρας. Μέχρι τη στιγμή της παραίτησης του Νικολάου Β’, συμμετείχαν στο δίκτυο των σοβιέτ περίπου 3.000 μέλη και είχε σχηματιστεί μια εκτελεστική επιτροπή για να το καθοδηγεί. Κυριαρχούσαν οι μενσεβίκοι, αλλά η επαναστατική δομή του ευνοούσε πολύ πιο ριζικές αλλαγές από ό, τι η προσωρινή κυβέρνηση. Αν και συχνά βρίσκονταν σε αντιπαράθεση, η Προσωρινή Κυβέρνηση και το Σοβιέτ της Πετρούπολης συνεργάστηκαν πολλές φορές από ανάγκη. Ένας φιλόδοξος δικηγόρος ονόματι Αλεξάντερ Κερένσκι, ήταν μέλος και των δύο κύκλων εξουσίας και ενεργούσε ως σύνδεσμος μεταξύ τους. Σύντομα, θα γίνει υπουργός Δικαιοσύνης, υπουργός του Πολέμου και στη συνέχεια πρωθυπουργός της προσωρινής κυβέρνησης. Στη Ρωσία λειτουργούσε η κατά τον Λένιν δυαδική εξουσία. Το ερώτημα ήταν κατά πόσο η «συνεργασία» αυτή θα μπορούσε να συνεχιστεί.
Η επανάσταση του Φλεβάρη ήταν σε μεγάλο βαθμό μια αυθόρμητη εξέγερση. Ξεκίνησε με τον ίδιο τρόπο όπως δεκάδες άλλες μαζικές διαδηλώσεις στη Ρωσία τα προηγούμενα χρόνια και θα μπορούσε κάλλιστα να έχει τελειώσει με τον ίδιο τρόπο. Δεν υπήρχε κάποιο σχέδιο και λίγοι γνωστοί Ρώσοι επαναστάτες είχαν εμπλακεί καθώς οι περισσότεροι ήταν εξόριστοι. Η καθοριστική διαφορά υπήρξε η εμπλοκή του στρατού. Το ρωσικό στράτευμα συμμετείχε σε έναν πόλεμο που έχανε, αλλά ακόμη περισσότερο συμμετείχε σε έναν πόλεμο με κύριο εχθρό τις μοναρχίες. Η πολεμική σύγκρουση ανάμεσα σε δημοκρατικές και μοναρχικές χώρες είχε εξελίξει τον ιδεολογικό χαρακτήρα σε δημοκρατικό, δηλαδή ενάντια γενικά του μοναρχικού πολιτεύματος. Οι Ρώσοι στρατιώτες ήταν λογικό να στραφούν λοιπόν και ενάντια στο δικό τους μονάρχη. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο η φεβρουαριανή επανάσταση χαιρετίστηκε από τις χώρες της Αντάντ καθώς ουσιαστικά ενίσχυσε και δεν αδυνάτισε το κοινό ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο απέναντι στις κεντρικές αυτοκρατορίες. Η Ρωσία δεν κήρυξε ειρήνη, αλλά συνέχισε τον πόλεμο. Πολλές πολιτικές ομάδες διαγκωνίστηκαν για την εξουσία, αλλά το έκαναν σχετικά ειρηνικά. Οι δύο κύριες ομάδες εξουσίας, η προσωρινή κυβέρνηση και το Σοβιέτ της Πετρούπολης, διαφώνησαν πλήρως για την κατεύθυνση που πρέπει να λάβει η Ρωσία, παρόλα αυτά κατάφεραν να συνεργαστούν. Η άφιξη του Λένιν στη Ρωσία, τον Απρίλιο του 1917 όμως, άλλαξε αμέσως την κατάσταση.
Ιστορικοί με αρκετά διαφορετικούς προσανατολισμούς έχουν ερμηνεύσει την Επανάσταση του Φλεβάρη 1917 στη Ρωσία ως «δημοκρατική» επανάσταση, ενώ οι παλιότεροι μαρξιστές ως «αστική-δημοκρατική» επανάσταση. Στα χρόνια μάλιστα της περεστρόικα, η αντίθεση ανάμεσα στο δημοκρατικό Φεβρουάριο και τον μπολσεβίκικο Οκτώβριο αποτελούσε σημαντικό κομμάτι του αντικομμουνιστικού λόγου. Η επανάσταση του Φλεβάρη είχε θεωρηθεί ως μία δραματική, ανεπιτυχής προσπάθεια εκσυγχρονισμού και εκδυτικισμού της Ρωσίας, μία αποτυχημένη προσπάθεια εκδημοκρατισμού της.
Από πολλές απόψεις, η προσέγγιση για το δημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης είναι σωστή. Κατά ένα μεγαλύτερο μέρος, τόσο η νομοθεσία της επανάστασης του Φεβρουαρίου όσο και η δραστηριότητα της Προσωρινής Κυβέρνησης κατευθύνθηκαν προς τη δημιουργία δημοκρατικά εκλεγμένων θεσμών, προς τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών ελευθεριών. Ο εκδημοκρατισμός θεωρήθηκε ως ένα καθολικό μέσο για να λύσει οποιοδήποτε πρόβλημα. Μετά τον Φεβρουάριο, οι άνθρωποι προσπάθησαν να εκδημοκρατίσουν το θέατρο, την εκκλησία και τα σχολεία. Έλαβε χώρα ένα μοναδικό πείραμα εκδημοκρατισμού του στρατού. Συγκεκριμένα, τα σοβιέτ των εκλεγμένων αντιπροσώπων του στρατού ήταν σε θέση να ασκούν σημαντικές εξουσίες, ενώ στρατιώτες πολλών μονάδων εξέλεγαν τους διοικητές τους. Πολλές φορές, ακόμη και η απόφαση για την έναρξη μίας επίθεσης ετίθετο σε ψηφοφορία.
Η αλήθεια είναι ότι η Επανάσταση του Φεβρουαρίου θα ήταν όλα αυτά στις σύγχρονες συνειδήσεις, εάν δεν είχε επακολουθήσει η Οκτωβριανή Επανάσταση. Το μέγεθος και η σημασία του Οκτώβρη επισκίασε το Φλεβάρη, ενώ η εξέλιξη και η πορεία των ηγετών της δημοκρατικής επανάστασης καθόρισε τελικά και το πολιτικό χρώμα της. Όμως η Επανάσταση του Φλεβάρη ήταν σε κάθε περίπτωση μία μεγάλη τομή στην παγκόσμια ιστορία τόσο μεγάλη που δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μία ακόμη μεγαλύτερη. Σε κάθε περίπτωση, υπήρξε η αρχή μας σειράς μεγάλων δημοκρατικών και σοσιαλιστικών επαναστάσεων που έλαβαν χώρα μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Δημιούργησε ένα μοτίβο ότι η πρώτη δημοκρατική επανάσταση συνήθως προκαλεί μία δεύτερη σοσιαλιστική. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι σε όλες τις άλλες περιπτώσεις η δεύτερη επανάσταση ηττήθηκε.