του Γιώργου Λαουτάρη
Αν ζούσε σήμερα ο Ρίτσαρντ Νίξον και τύχαινε να μάθαινε με τι αφορμές χρησιμοποιείται το πρόθεμα «-γκέιτ» στην Ελλάδα, για να θυμίσει το δικό του μείζον σκάνδαλο, το Γουότεργκεϊτ, σίγουρα θα το διασκέδαζε. Αντιθέτως, για όσους βρίσκονται ακόμη εν ζωή σ’ αυτή τη χώρα, η όψιμη σκανδαλολογία, ως κομμάτι της δικομματικής αντιπαράθεσης, προκαλεί προβληματισμό, οργή και αηδία για την υποκρισία.
Η επινοητικότητα των πολιτικών τρολ του τουίτερ, που εδρεύουν στα γραφεία επικοινωνίας των δύο μεγάλων σήμερα κομμάτων, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, είναι ενδεικτική της «γραμμής» που πασχίζουν να δώσουν μέσω των ΜΜΕ και των κοινωνικών δικτύων τα επιτελεία. Οι κατηγορίες για «Μαρέβα-γκέιτ» που εκπορεύονται από το Μαξίμου προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη και η απάντηση της ΝΔ περί «Ντίζνεϊλαντ-γκέιτ» για τον Αλέξη Τσίπρα αποτυπώνουν χαρακτηριστικά τη φαιδρότητα της υποτιθέμενης δικομματικής σύγκρουσης, στο έδαφος σοβαρότατων πολιτικών εξελίξεων που δυναμιτίζουν ακόμη περισσότερο τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας. Ο χορός των αποκαλύψεων ξεκίνησε την προηγούμενη Κυριακή, με το δημοσίευμα της εφημερίδας Documento, σύμφωνα με το οποίο, η σύζυγος του Κυριάκου Μητσοτάκη, Μαρέβα Γκραμπόφσκι, αγόρασε μεταξύ των άλλων επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων, ένα ακίνητο στο κέντρο του Παρισιού. Ο σημερινός αρχηγός της ΝΔ εγκαλείται ότι ουδέποτε υπέβαλε στη δήλωση «πόθεν έσχες» τα περιουσιακά στοιχεία της συζύγου του και την προέλευσή τους. Κατά την εφημερίδα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποίησε ως πρόφαση τη διάσταση με τη σύζυγό του για ένα διάστημα για να αποφύγει την υποχρέωσή του αυτή.
Με το που έφτασαν οι πρώτες κυριακάτικες εφημερίδες στους πάγκους του κέντρου της Αθήνας, το Σάββατο και ώρα 6.44 μ.μ., το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη στείλει σχετική ανακοίνωση με την οποία καλούσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να δώσει απαντήσεις για την αγορά του ακινήτου, το πόθεν έσχες του και τη σύνδεση ενός συνεταίρου της γυναίκας του με τα «Panama papers». Μια ενδιαφέρουσα πλευρά της συγκεκριμένης υπόθεσης είναι και η εργαλειακή χρήση του συγκεκριμένου μέσου ενημέρωσης από την κυβέρνηση. Τα ερωτήματα για το ρόλο αυτού του τύπου δημοσιογραφίας πληθαίνουν από το γεγονός ότι σύμφωνα με τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι, η εφημερίδα είχε κάνει την έρευνά της ήδη από τον Μάρτιο του 2016 και προφανώς έμενε στο συρτάρι για κατάλληλη αξιοποίηση την κατάλληλη στιγμή.
Αντί απάντησης, η Νέα Δημοκρατία έφερε στην επικαιρότητα τη Δευτέρα με έκτακτη συνέντευξη Τύπου του εκπροσώπου Τύπου του κόμματος, Βασίλη Κικίλια, το ζήτημα του «κρυφού ταξιδιού» του Αλέξη Τσίπρα στο Παρίσι. Η αξιωματική αντιπολίτευση, πίσω από τα ερωτήματα που έθεσε, άφησε σαφείς αιχμές ότι ο πρωθυπουργός και η συνοδεία του έκαναν κρυφά διακοπές στην Ευρώπη με το κρατικό αεροσκάφος (ότι πήγαν στη γαλλική Ντίζνεϊλαντ). Περαιτέρω, η ΝΔ ζήτησε τη λίστα με τους επιβαίνοντες στο αεροσκάφος και άφησε και έναν τόνο συνομωσιολογίας στον αέρα, τονίζοντας ότι ο Αλέξης Τσίπρας συναντήθηκε με εκπροσώπους της τράπεζας Ρότσιλντ κατ’ ιδίαν, χωρίς να έχει ενημερώσει κανέναν από τους θεσμικά αρμόδιους.
Είναι αμοιβαία επωφελές για ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ να δίνουν μάχες εντυπώσεων στα τηλεπαράθυρα και τα …τάιμλαϊν των κοινωνικών δικτύων για θέματα αυτού του τύπου. Σαν την παλιά διαφήμιση της Κιτ-Κατ, που ένας υπάλληλος αεροδρομίου είναι σχολαστικός στην έρευνα αποσκευών μιας γριούλας και την ώρα που κάνει διάλειμμα, περνούν από πίσω του ελέφαντες. Οι δύο δημοσκοπικά επικρατέστερες πολιτικές δυνάμεις έχουν τέλεια σύμπτωση απόψεων ως προς την αναγκαιότητα ύπαρξης του Μνημονίου και ως προς το μονόδρομο του ευρώ και της ΕΕ. Και οι δύο θέλουν «να κλείσει η αξιολόγηση» όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ανεξαρτήτως του κόστους που θα σημαίνει για τους εργαζόμενους.
Μοιάζουν πλέον τόσο πολύ που αναζητούν διαφορές εξετάζοντας σχολαστικά τον καθρέφτη.