του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Με βασικά στοιχεία τη θολούρα αλλά και την προβολή της σχέσης του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνία, επιχειρεί η κυβέρνηση να «στηρίξει» πολιτικά τα όσα θα συμφωνήσει με το τεχνικό κλιμάκιο των δανειστών που θα βρεθεί στην Αθήνα με ορίζοντα το Eurogroup της 20ης Απριλίου. Το βασικό «εφυολόγημα» είναι η θεωρία των μέτρων και αντίμετρων και η θέση περί «ουδέτερων» μέτρων, η οποία επιχειρείται να «περάσει» ως μη λήψη νέων μέτρων.
Την εικόνα αυτή επιχείρησε να δώσει εξαρχής ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος. Όπως είπε: «Η συμφωνία των Βρυξελλών είναι ξεκάθαρη: η εποχή των θυσιών έχει τελειώσει. Πρόκειται για συμβιβασμό, αποτέλεσμα των υποχωρήσεων που έκαναν όλοι. Η κυβέρνησή μας έχει δεσμευτεί να κάνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται για να δώσουν ώθηση στην οικονομία της χώρας. Αλλά θα το πράξουμε –σε συμφωνία με τους θεσμούς– με ένα σχέδιο φορολογικών παρεμβάσεων που θα είναι ουδέτερο. Για κάθε ενδεχόμενη περικοπή, θα υπάρχει μια ελάφρυνση της φορολογικής πίεσης ή νέοι πόροι υπέρ κοινωνικών παρεμβάσεων. Πρόκειται για ένα σύστημα μέτρων και των αντισταθμιστικών μέτρων που θα μπει σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2019. Και κατά τη γνώμη μου αυτό ήταν το καθοριστικό σημείο για να ολοκληρωθεί γρήγορα η τελική συμφωνία».
Ουσιαστικά, η κυβέρνηση ομολογεί πως αποδέχεται όλες τις θέσεις των δανειστών που αφορούν, «δρόμους» για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων είτε φέτος είτε τα υπόλοιπα χρόνια. Δηλαδή μείωση του αφορολόγητου και περικοπής των συντάξεων και μάλιστα σε ύψος 1,8 δισ. –δηλαδή 1% του ΑΕΠ τουλάχιστον– υποστηρίζοντας όμως ταυτόχρονα ότι έχει διασφαλίσει το πλαίσιο της συμφωνίας σε πολιτικό επίπεδο. Στην ίδια λογική, άλλωστε, εντάσσεται και η «ατάκα» που χρησιμοποιούν τα στελέχη της για «λιγότερη λιτότητα και έμφαση στις μεταρρυθμίσεις», λες και οι περίφημες αυτές «μεταρρυθμίσεις» δεν στοχεύουν κατευθείαν στα εργασιακά δικαιώματα και τις αποδοχές εργαζομένων, συνταξιούχων και ανέργων. Αυτά την ίδια στιγμή που δεδομένη είναι η λειτουργία αυτόματου μηχανισμού προσαρμογής, του λεγόμενου «κόφτη» του οποίου η ισχύς ουσιαστικά θεσπίζεται επ’ αόριστον και για όσο υπάρχει ελληνικό πρόγραμμα.
Βέβαια, οι κυβερνώντες δεν προβάλλουν αυτά τα δεδομένα. Αντίθετα, παρά τη συμφωνία στους κεντρικούς στόχους που ουσιαστικά υπαγορεύει τόσο την κατεύθυνση των μέτρων αλλά και το ποια θα είναι συγκεκριμένα, επιμένουν να κάνουν λόγο για συνεχή διαπραγμάτευση με μη προβλεπόμενη κατάληξη. Όπως υποστηρίζουν δεν έχουν «κλείσει» τα τελικά μέτρα και υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για πολλούς συνδυασμούς, ώστε να μπορέσουν να ευνοηθούν με άλλους τρόπους κοινωνικές κατηγορίες που τυχόν θα πληγούν. Χαρακτηριστική επ’ αυτού ήταν η τοποθέτηση του Ευκλείδη Τσακαλώτου, που έδωσε μια πρώτη εικόνα του τι συνέβη στο Eurogroup μιλώντας στη Βουλή: «Κάποιοι μπορεί να χάσουν, βεβαίως, αλλά και κάποιοι θα κερδίσουν. Δηλαδή, κάποιοι που τώρα δεν βοηθάμε, και πρέπει να τους βοηθήσουμε, θα τους βοηθήσουμε. Μερικοί μπορεί να χάσουνε, εμείς θα κάνουμε τα πάντα στη διαπραγμάτευση, να περιορίσουμε αυτά που θα χάσουν και να πάρουν κάτι ως αποζημίωση».
Εάν τα παραπάνω αποτελούν τις θέσεις του στενού πυρήνα που πραγματοποιεί την διαπραγμάτευση, αντίστοιχη λειτουργία επιτελούν και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που υποτίθεται ότι «ελέγχουν» την όλη διαδικασία, γκρινιάζουν ή εκφράζουν επι μέρους διαφωνίες με τις εξελίξεις. Ο Νίκος Μανιός δήλωσε, επί παραδείγματι, ότι δεν πρόκειται να ψηφίσει μείωση του αφορολόγητου για να τα «μαζέψει» στη συνέχεια, ενώ ο Νίκος Φίλης εκτίμησε ότι δεν θα υπάρξει μείωση του αφορολόγητου παράλληλα με μειώσεις στους συντελεστές φορολογίας των επιχειρήσεων. Επίσης, ο Νίκος Ξυδάκης αλλά και ο ίδιος ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσαν ότι η όλη συζήτηση οδηγεί στο να συνοδευτούν τα όποια μέτρα με προγράμματα ενίσχυσης της απασχόλησης αλλά και τη θεσμοθέτηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όσοι βουλευτές έχουν τοποθετηθεί δημόσια έχουν ως κοινή εκτίμηση ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να υπάρξει πρόβλημα στην υπερψήφιση της τελικής πρότασης για το κλείσιμο της αξιολόγησης από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.