του Κώστα Μάρκου
Μπροστά στις μεγάλες κοινωνικές αναστατώσεις, τις διεθνείς αλλαγές και τις διαφαινόμενες ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις του 2017, που είναι πολύ πιθανό να εμπεριέχουν και εκλογές, οι «κεντροαριστεροί» κύκλοι της αστικής τάξης εργάζονται άοκνα για να συμμαζέψουν την ήδη διαφαινόμενη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ, αποτρέποντας μια επικίνδυνη, για το σύστημα, αριστερή μετατόπιση. Βασιζόμενοι στη μακρόχρονη αγκύρωση του ΠΑΣΟΚ στη λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών», στη συγκράτηση της πτώσης του σε ορισμένα συνδικάτα, ειδικά των πρώην ΔΕΚΟ, στην τοπική κρατική διοίκηση και στους ενδιάμεσους κοινωνικούς «χώρους» των πολυάριθμων μικρομεσαίων στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση και την ευρωμνημονιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και, κυρίως, στην απογοήτευση από την τακτική της μαχόμενης Αριστεράς, έχουν συγκροτήσει ένα φιλόδοξο σχέδιο για την ανάδειξή τους σε ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων, αναλαμβάνοντας τη θέση του «κεντροαριστερού» εταίρου του ΣΥΡΙΖΑ ή αν χρειαστεί, της ΝΔ. Αυτό είναι το περιεχόμενο της ομιλίας και του καλέσματος «συστράτευσης» της Φώφης Γεννηματά, όπως διατυπώθηκε στην ομιλία της στο προσκλητήριο «παλαίμαχων εφέδρων» του Κάραβελ και στη συνεδρίαση της ΚΕ του ΠΑΣΟΚ, την προηγούμενη Κυριακή.
Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει μια δοσολογία «αριστερής» κοινωνικής αντιπολίτευσης στην καταστροφική για τα εργαζόμενα στρώματα πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ (φραστική αντιπαράθεση με τη φορομπηξία, τους πλειστηριασμούς, την απελευθέρωση των απολύσεων κ.α.) και «δεξιάς» υπευθυνότητας σε άλλους κρίσιμους τομείς («νόμος και τάξη» στα Εξάρχεια, «εθνικό μέτωπο» ενάντια στην Τουρκία, στο Κυπριακό κ.α.). Που περιλαμβάνει αντιπαράθεση με το «μνημόνιο πλας», το «τέταρτο μνημόνιο» και την «επιτροπεία», αλλά πάντα στο πλαίσιο αποδοχής των δανειακών υποχρεώσεων με κάποια ρύθμιση της αποπληρωμής, πάντα στο πλαίσιο του ευρώ, της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Ταυτόχρονα, με την αντι-ΣΥΡΙΖΑ πολιτική, το ΠΑΣΟΚ επιτίθεται και στη ΝΔ, κατηγορώντας τη για «κρατικοδίαιτο κόμμα», την ίδια στιγμή που την κατηγορεί για νεοφιλελεύθερη «ασυδοσία της αγοράς», αποδίδοντάς της το στίγμα του «παλιού».
Πράγματι, ο νεοφιλελευθερισμός «πάλιωσε» και από τα αριστερά και από τα δεξιά. Από τα αριστερά, διότι δεν μπορεί να ενσωματώσει τις εργαζόμενες και λαϊκές μάζες στην πάλαι ποτέ «παγκοσμιοποίηση», όπως δείχνει σειρά εκλογικών αποτελεσμάτων σε Ευρώπη και Αμερική. Αλλά και από τα δεξιά, διότι σαν διέξοδο από την κατάρρευσή του, σημαντικά τμήματα του κεφαλαίου επιλέγουν τον ακροδεξιό μισοφασιστικό νεοεθνικισμό.
Ποιο είναι το ιδεολογικό στίγμα του «νέου» και μεταμφιεσμένου σε Δημοκρατική Συμπαράταξη, ΠΑΣΟΚ; Κανείς δεν ξέρει – ούτε οι ίδιοι. Κόμμα κατοχυρωμένο στην κοινωνική πράξη και την εμπειρία ως η κεντροαριστερή εκδοχή του νεοφιλευθερισμού, το ΠΑΣΟΚ δεν έχει ξετινάξει από πάνω του το στίγμα του πρώτου και δεύτερου μνημονίου, της συμμετοχής του ΔΝΤ στο «πρόγραμμα» και τη κυβερνητικής συμμαχίας του με τη ΝΔ του Σαμαρά. Το τελευταίο επιχειρείται να φορτωθεί εξολοκλήρου στον Βενιζέλο, ενώ στο έγκλημα συμμετείχε το «όλον ΠΑΣΟΚ». Δικαίως, από την πλευρά του, διαμαρτυρήθηκε στη συνεδρίαση της ΚΕ.
Το σχέδιο περιλαμβάνει, επίσης, μια δοσολογία «θετικής αποτίμησης» των πεπραγμένων του «Κινήματος», αξιοποιώντας την αυθόρμητη νοσταλγία στο «καλό ΠΑΣΟΚ» του Ανδρέα («τότε που ήταν ζεστές οι πολυκατοικίες») και του Γεννηματά (με διαρκείς επικλήσεις στο ΕΣΥ), της «εθνικής ευθύνης» που ανέλαβε με «δυσβάστακτο κόστος» (για να χωρέσει και ο Γιωργάκης), μαζί με δόσεις ψευδεπίγραφης αυτοκριτικής για τα μάτια του κόσμου, όπου κανείς δεν ξέρει για ποιο λόγο γίνεται, αντιγράφοντας κάποιες ένδοξες σελίδες αυτοκριτικής της Αριστεράς.
Με καλούς συμβούλους από πίσω (Λαλιώτης κ.α.), η Φώφη δίνει ρεσιτάλ ενωτικής πολιτικής. Υλοποιεί πρωτότυπα και δημιουργικά …την τακτική «κόμμα-μέτωπο-κίνημα», με ένα συνδυασμό ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ, Δημοκρατική Συμπαράταξη και Κίνημα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού του Γιωργάκη. Και με κάποια, ομολογουμένως, επιτυχία: αναδεικνύεται σε τρίτο κόμμα στη Βουλή, μαζεύοντας ό,τι μπορεί από δω και απο κει, ξεπερνώντας τη Χρυσή Αυγή και αφήνοντας το ΚΚΕ στην τέταρτη θέση να οικοδομεί με την αντιμετωπική τακτική του το «κόμμα παντός καιρού». Φυσικά, σε αντίστιξη με τη μαχόμενη Αριστερά, για το ΠΑΣΟΚ, η μετωπική πολιτική έχει πάντα έναν ανιδιοτελή στόχο, τα μερίσματα της κυβερνητικής εξουσίας.