του Δημήτρη Γρηγορόπουλου
Η μελέτη και αξιοποίηση της εξέλιξης και του χαρακτήρα της κουβανέζικης επανάστασης χωρίζεται σε δύο ιστορικά στάδια. Το πρώτο περιλαμβάνει την περίοδο απ’ την επανάσταση (1956) ως την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ενώ το δεύτερο περιλαμβάνει την περίοδο απ’ την κατάρρευση ως τις μέρες μας.
Τον φοβούνται ακόμη και νεκρό!
Ο θάνατος του Φιντέλ Κάστρο πυροδότησε τη συζήτηση για την προσωπικότητα και το έργο του εμβληματικού επαναστάτη, την κουβανική επανάσταση και το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς που εγκαθίδρυσε. Κυριαρχούν οι θυμικές αντιδράσεις ένθεν και ένθεν. Αφενός, η συγκίνηση και η τάση αγιοποίησης. Ακόμη και απ’ την πολύχρωμη καθεστωτική Αριστερά, που η πολιτική της πράξη αποτελεί ευθεία αναίρεση της ασυμβίβαστης επαναστατικής δράσης του Φιντέλ Κάστρο απ’ την εποχή του ψυχρού πολέμου του 20ού αιώνα ως τους χαλεπούς καιρούς του ολοκληρωτικού καπιταλισμού του 21ου αιώνα. Ενδεικτική περίπτωση ο εχθρός του λαού Αλέξης Τσίπρας, που με περίσσεια πολιτικού θράσους εκφώνησε και επικήδειο προς τιμήν του επαναστάτη! Η αμετροέπεια και ο οπορτουνισμός της απεγνωσμένης αναζήτησης αριστερών ευσήμων στον κύβο…Αφετέρου, η ακραία απαξίωση, το απύθμενο ταξικό μίσος, ο μιντιοκρατικός εκδυχαϊσμός. Ο χαρακτηρισμός του Φιντέλ ως τυραννικού δικτάτορα και απ’ την εν πολλαίς αμαρτίαις (και δικτατορίες) περιπεσούσα ελληνική Δεξιά συνυπάρχει με τις «μυθικές ερωτικές επιδόσεις» του…
Και νεκρός ο Κάστρο τρομοκρατεί το σύστημα και τους γελωτοποιούς του, που επιστρατεύουν κάθε χυδαιότητα για να αμαυρώσουν τη φήμη και τις πολιτικές παρακαταθήκες του… Για την Αριστερά των αγώνων και της επανάστασης, ωστόσο, φόρος τιμής και εκπλήρωση χρέους στον Φιντέλ, τον Τσε και τους συντρόφους τους, αποτελεί πάνω απ’ όλα η μελέτη και η αγωνιστική αξιοποίηση της επαναστατικής εμπειρίας τους, όπως και όλων των επαναστατικών εγχειρημάτων του 20ού αιώνα, στις ιστορικές συνθήκες του 21ου αιώνα, όπου άρχει ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός. Συνήθως, και σωστά, αναφερόμαστε και διδασκόμαστε απ’ τη μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση.
Ωστόσο, η κουβανέζικη επανάσταση έχει ανεκτίμητη ιδιαιτερότητα. Είναι μια επανάσταση ζώσα και εξελισσόμενη μέσα απ’ τις οριακές πλέον αντιφάσεις της και μάλιστα στο στάδιο του υπεραντιδραστικού παρακμιακού, άρα και πιο επιθετικού, ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η μελέτη μιας ζώσας επανάστασης είναι πολύτιμη, παρά τη διαφορετικότητα των ιστορικών συνθηκών για τα επαναστατικά εγχειρήματα της σύγχρονης κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Η νίκη και επιβίωση της κουβανέζικης επανάστασης δίνει απάντηση, τηρουμένων των αναλογιών σε κρίσιμα ερωτήματα. Πώς και γιατί νίκησε η επανάσταση στα όρια της αμερικανικής αυτοκρατορίας, παρά τις στρατιωτικές επεμβάσεις, την υπονόμευση και τον εμπορικό αποκλεισμό. Πώς μια αντιδικτατορική αντιιμπεριαλιστική επανάσταση μετεξελίχτηκε τάχιστα σε σοσιαλιστική επανάσταση σε μια τριτοκοσμική χώρα με ολιγάριθμη εργατική τάξη; Ποιές παραγωγικές σχέσεις εγκαθιδρύθηκαν; Ποιός είναι ο χαρακτήρας του πολιτικού καθεστώτος που επικράτησε εν τέλει παραλλαγή των γραφειοκρατικών καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού»; Ποιός ο ρόλος των λαϊκών συμβουλίων. Πώς και γιατί η Κούβα επιβίωσε τον Αρμαγεδδώνα της κατάρρευσης και καπιταλιστικής μετάλλαξης αυτών των χωρών; Η κουβανέζικη «ΝΕΠ» είναι παροδικός και αναγκαίος συμβιβασμός ή οδηγεί στην καπιταλιστική παλινόρθωση;
Είναι μια επανάσταση αγροτική, αντιφεουδαρχική και αντιιμπεριαλιστική» που «μετασχηματίστηκε από την εσωτερική της εξέλιξη και την ξένη εισβολή σε σοσιαλιστική», Τσε Γκεβάρα
Το βασικό ζητούμενο κατά την πρώτη περίοδο είναι ο χαρακτήρας της επανάστασης άρα και του καθεστώτος που εγκαθιδρύθηκε. Ο χαρακτήρας επομένως των παραγωγικών σχέσεων, του κράτους και της πολιτικής, των κοινωνικών κατακτήσεων και της διεθνιστικής πολιτικής της Κούβας. Στο δεύτερο στάδιο εξεταστέα είναι η αντίφαση των σοσιαλιστικών θεσμών της επανάστασης και της ιδιότυπης κουβανικής «ΝΕΠ», η οποία εισάγεται ως αντίδοτο της κρίσης.
Αναμφίβολα, η επανάσταση στην Κούβα φέρει τα χαρακτηριστικά του ιμπεριαλιστικού σταδίου. Γι’ αυτό έθεσε δύο αλληλοσυνδεόμενους στρατηγικούς στόχους: Έναν δημοκρατικό-αντιιμπεριαλιστικό και έναν σοσιαλιστικό.
Ο πρώτος στόχος περιλάμβανε την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος Μπατίστα, αλλά και την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Η εξασφάλιση της λαϊκής, εθνικής και οικονομικής κυριαρχίας στις τριτοκοσμικές χώρες είχε αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα, αφού ο ιμπεριαλισμός σε συμμαχία με την εθνική αστική τάξη και τους μεγαλοϊδιοκτήτες γης απαλλοτρίωνε την κυριαρχία του λαού και στις τρεις σφαίρες. Η επαναστατική νίκη στο πρώτο στάδιο εγκαθιδρύει τη λαϊκή εξουσία με ένοπλη μορφή ή και με ειρηνικό πέρασμα. Τα προβλήματα που είχε να επιλύσει η επανάσταση στο πρώτο στρατηγικό στάδιο είχαν δημοκρατικό αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα: ανατροπή της δικτατορίας, άρση της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, ριζική αγροτική μεταρρύθμιση, εκκαθάριση των φεουδαρχικών κατάλοιπων, περιορισμός της εξουσίας των μονοπωλίων, ξένων και εγχώριων, βελτίωση της οικονομικής, μορφωτικής και πολιτικής θέσης της εργατικής τάξης. Κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης ήταν η εργαζόμενη αγροτιά, η εργατική τάξη, τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης.
Αντίπαλος της επανάστασης στο στάδιο αυτό ήταν η συμμαχία του κεφαλαίου της Κούβας και του μονοπωλιακού κεφαλαίου των ΗΠΑ. Ο Κάστρο και ο Γκεβάρα δεν παρέβλεπαν ότι τα συμφέροντα ιδίως της βιομηχανικής αστικής τάξης συμπιέζονταν, κυρίως εξαιτίας της κυριαρχίας στην εθνική αγορά των αμερικανικών μονοπωλίων. Θεωρούσαν όμως ότι οι εθνικές αστικές τάξεις των χωρών της Λατινικής Αμερικής ήταν ανίκανες να ενταχθούν στο αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο, επειδή φοβούνταν περισσότερο τη δημοκρατική αντιιμπεριαλιστική επανάσταση απ’ την ιμπεριαλιστική διείσδυση. Θεωρούσαν ακόμη ότι τα ταξικά συμφέροντα της αστικής τάξης την ωθούσαν, ακόμη κι όταν συμμετείχε στην εθνικοαπελευθερωτική πάλη για την αποτίναξη του αποικιακού ζυγού ή της εξάρτησης στην προσπάθεια εγκαθίδρυσης της αστικής οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας. Απεναντίας, το συμφέρον της εργατικής τάξης την ωθούσε στην πάλη για το πέρασμα απ’ το αντιιμπεριαλιστικό στο σοσιαλιστικό στάδιο. Αυτή η τάση της είχε αντικειμενική βάση, αφού στο αντιιμπεριαλιστικό στάδιο εν μέρει μόνον ικανοποιούσε τα συμφέροντά της. Απεναντίας, στο σοσιαλιστικό στάδιο της επανάστασης θα ικανοποιούσε τα βασικά ταξικά συμφέροντά της, όπως και τα συμφέροντα των συμμάχων της, εγκαθιδρύοντας τις σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής.
Είναι γεγονός ότι ακόμη και σε αριστερούς χώρους, προβάλλεται η θέση ότι η κουβανική επανάσταση ήταν πατριωτική-αντιιμπεριαλιστική (πολιτική επανάσταση) και αναγκαστικά στράφηκε σε οικονομικούς μετασχηματισμούς τύπου ΕΣΣΔ, λόγω της ιμπεριαλιστικής εισβολής και του αποκλεισμού. Επικαλούνται μάλιστα την κατά κόρον πατριωτική συνθηματολογία του Κάστρο, όπως το «Πατρίδα ή Θάνατος», που θεωρείται το σύνθημα της κουβανικής επανάστασης.
Την αντικειμενική, αναγκαστική και διαλεκτική σχέση των δύο σταδίων της επανάστασης αποτυπώνει με σαφήνεια ο ίδιος ο Κάστρο: «Κατά το πρώτο στάδιο της επανάστασης ήταν αναγκαίο να εφαρμόσουμε το Πρόγραμμα της Μονκάδα — που ήταν γενικώς αποδεκτό, θα λέγαμε, ως πρόδρομος του σοσιαλισμού, αλλά δεν ήταν ακόμη ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Δεν μιλούσε ακόμη για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη χώρα μας» (Φ. Κάστρο, Στην υπεράσπιση του σοσιαλισμού, Διεθνές Βήμα, 2008). Ένα χρόνο αργότερα, η πατριωτική ορολογία περνά σε δεύτερη μοίρα. Στις 16 Απρίλη του 1961, μία ημέρα μετά την αεροπορική επίθεση στο Σαντιάγο και την Αβάνα και μία ημέρα πριν την προγραμματισμένη απ’ τις ΗΠΑ εισβολή 1.500 μισθοφόρων στην Κούβα απ’ τον Κόλπο των Χοίρων, ο Φιντέλ Κάστρο διακηρύσσει το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης και θέτει την Κούβα σε επιφυλακή μπροστά στην απειλούμενη γενικότερη επίθεση.
Οι ηγέτες της επανάστασης δεν παραγνωρίζουν την επίδραση γεγονότων τυχαίων, και πάντως όχι αναπόφευκτων όπως η εισβολή των αμερικανοκίνητων μισθοφόρων το 1961. Θεωρούν όμως εξωτερικό και όχι αναγκαίο αυτό τον παράγοντα, ενώ θεωρούν αναγκαία και καθοριστική για τη σοσιαλιστική μετεξέλιξη της αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης την εσωτερική της εξέλιξη. Την αντικειμενική, δηλαδή, τάση και ανάγκη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της να εδραιώσουν και να ολοκληρώσουν τις κατακτήσεις του πρώτου σταδίου της επανάστασης.
Αναφερόμενος στην κουβανική επανάσταση σε μιαν ομιλία του στην Ουρουγουάη το 1961, ο Ερνέστο Γκεβάρα με επιστημονική ακρίβεια έλεγε: «Είναι μια επανάσταση αγροτική, αντιφεουδαρχική και αντιιμπεριαλιστική» που «μετασχηματίστηκε από την εσωτερική της εξέλιξη και την ξένη εισβολή σε επανάσταση σοσιαλιστική» (El pensiamento del Che, La Habana, 2000, σελ. 18). Ο Κάστρο και ο Γκεβάρα απέρριπταν την άποψη ότι η Κούβα και άλλες χώρες παρόμοιου οικονομικού επιπέδου δεν εκπλήρωναν τους αντικειμενικούς (οικονομικοκοινωνικούς) όρους για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Την κριτική αυτή είχαν ασκήσει και οι θεωρητικοί της Β’ Διεθνούς (Μπερνστάιν, Κάουτσκυ, Πλεχάνοφ κ.ά.) για την Οκτωβριανή Επανάσταση. Υποστήριζαν ότι στην ιστορική εποχή που χαρακτηρίζεται απ’ την αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας και που αποτελεί επομένως εποχή σοσιαλιστικών επαναστάσεων για τη λύση αυτής της αντίφασης, οι επαναστατικές δυνάμεις δεν είναι υποχρεωμένες να περιμένουν την υπερωρίμανση των υλικών όρων της επανάστασης. Απεναντίας, συγκεντρώνοντας τις απαιτούμενες δυνάμεις της επανάστασης, μπορούν να «πηδάνε στάδια», να προσδίδουν σοσιαλιστικό χαρακτήρα στην επανάσταση και, τελικά, να αρχίζουν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Ο Γκεβάρα περιέγραψε με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτή τη δυνατότητα, θεωρώντας ότι η σοσιαλιστική μετεξέλιξη της αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης «απαιτεί τουλάχιστον την εγκαθίδρυση μιας κυβένρησης με σοσιαλιστικές τάσεις» (M. Den Carmen Ariel, El pensamiento politico de Ernesto cheGuevara, Mexico, Ocean Sur, 2010).
Υπάρχει μια αμφιλογία στην ορολογία των δύο κορυφαίων ηγετών της επανάστασης. Άλλοτε διακηρύσσουν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης (ήδη απ’ το 1961 ο Φ. Κάστρο) και άλλοτε μιλούν για αντιιμπεριαλιστική επαναστατική κυβέρνηση με σοσιαλιστικές τάσεις (Γκεβάρα) ή για καθεστώς «που αποτελεί τον προθάλαμο ενός σοσιαλιστικού καθεστώτος» (Κάστρο). Η σχεδόν ταύτιση του πρώτου σταδίου με το δεύτερο δεν υποδηλώνει μικροαστική βιασύνη και βολονταρισμό, αιτιάσεις που έχουν αποδοθεί στον Φιντέλ Κάστρο και τον Ερνέστο Γκεβάρα. Δηλώνει επαναστατική βούληση για μέγιστη επιτάχυνση της μετεξέλιξης του πρώτου σταδίου στο δεύτερο, εδρασμένη όμως στην αντικειμενικότητα.
Ποια είναι αυτή η αντικειμενικότητα; Είναι η επαναστατική κυβέρνηση που με στήριγμα τον επαναστατημένο λαό πραγματοποιεί μέσα στα δύο πρώτα χρόνια της επανάστασης την εθνικοποίηση των μεγαλύτερων βιομηχανικών μονάδων και τραπεζών κουβανικών και ξένων, ενώ ψηφίζει και το νόμο για διανομή της γης στους αγρότες. Αυτές οι ανατροπές, αποτελούν απ’ την αρχή του πρώτου σταδίου, τη βιάση για τις σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις του δεύτερου σταδίου. Η λήψη εξαρχής φιλολαϊκών μέτρων (αναδιανομή γης), η αύξηση μισθών, η μείωση τιμών βασικών αγαθών, όπως ο ηλεκτρισμός, αλλά και η ίδρυση, λίγους μήνες αργότερα (Γενάρης 1959) μετά τη νίκη της Επανάστασης, της Εθνικής Επαναστατικής Πολιτοφυλακής, που εντάσσει χιλιάδες εργάτες και αγρότες στον αγώνα κατά της αντεπανάστασης, συμβάλλουν αποφασιστικά στο να ωριμάσει στη συνείδηση του επαναστατημένου λαού η ανάγκη, αλλά η δυνατότητα εδραίωσης και δυναμικής διεύρυνσης των νικών της Επανάστασης με τη γρήγορη και δυναμική μετάβαση στο δεύτερο σοσιαλιστικό στάδιο της επαναστατικής διαδικασίας. Παρόμοιο πρόβλημα επιτάχυνσης και «άλματος» απ’ τη Φεβρουαριανή στην Οκτωβριανή Επανάσταση αντιμετώπισε και ο Λένιν. Αξιοποιώντας τις θεσμικές κατακτήσεις του πρώτου σταδίου, κυρίως τα σοβιέτ που αποτελούσαν μιαν ιδιότυπη δεύτερη κυβέρνηση, τις επαναστατικές διαθέσεις του προλεταριάτου και της αγροτιάς, την ταλάντευση της μικροαστικής Αριστεράς ή και τη στροφή της προς τον Κερένσκι. Καταγγέλλοντας τη συνέχιση του ιμπεριαλιστικού πολέμου απ’ την κυβέρνηση Κερένσκι, ενισχυόμενος απ’ την απόκρουση του πραξικοπηματικού εγχειρήματος του Κορνίλοφ, αλλά και φοβούμενος νέα ισχυρότερη πραξικοπηματική ενέργεια, μ’ ένα κόμμα ατσαλωμένο στις ταξικές μάχες, αποτόλμησε (παρά την προδοτική αντίδραση των Κάμενεφ, Ζηνόβιεφ) όχι την ολοκλήρωση της «δημοκρατικής επανάστασης», αλλά το άλμα της σοσιαλιστικής επανάστασης, αν και μέσα «σε μια μικροαστική θάλασσα»
Επανάσταση και κράτος στην Κούβα
Οι παραφωνίες των αστικών ηχείων για τον «δικτάτορα» Κάστρο ηχούν παράταιρα στη νηφάλια αποτίμηση του πολιτικού καθεστώτος της Κούβας. Είναι οξύμωρο, κατ’ αρχήν αστοί πολιτικοί και δημοσιολόγοι να παριστάνουν τους τιμητές και υπερασπιστές της δημοκρατίας. Θεωρούν ως κριτήριο δημοκρατικότητας τον πολυκομματισμό. Αυτή η ταύτιση είναι αυθαίρετη και αναληθής. Το σύνολο των συστημικών κομμάτων υπερασπίζει τις βασικές συντεταγμένες του καπιταλιστικού συστήματος. Εξάλλου, τα πραγματικά εναλλακτικά κόμματα, όπως είναι κατ’ εξοχήν τα κομμουνιστικά, αντιμετωπίζουν μύριες δυσκολίες ή τίθενται και εκτός νόμου. Η αστική δημοκρατία έχει υποβιβαστεί σε κοινοβουλευτική δικτατορία. Έχει αποψιλωθεί απ’ τις εξουσίες της, τις οποίες έχει απορροφήσει η εκτελεστική εξουσία και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί.
Στην Κούβα είχε εγκαθιδρυθεί εργατολαϊκή δημοκρατία-δικτατορία του προλεταριάτου. Η μορφή της παρουσιάζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Λυδία λίθος του πολιτικού συστήματος αναγορεύεται η αποφασιστική συμμετοχή του λαού στη διοίκηση των κοινωνικών ζητημάτων. Το καθεστώς βασίζεται σ’ ένα σύστημα λαϊκών συνελεύσεων και ένα συνδυασμό άμεσης και έμμεσης δημοκρατίας. Κύτταρο του πολιτικού συστήματος αποτελεί η γενική συνέλευση των κατοίκων της κάθε γειτονιάς, που περιλαμβάνει 500 έως 1.000 πολίτες. Η συνέλευση αυτής της λαϊκής εξουσίας εκλέγει τους αντιπροσώπους της για την επαρχιακή συνέλευση και η τελευταία τους αντιπροσώπους της για την εθνική συνέλευση λαϊκής εξουσίας, που αποτελεί το κεντρικό νομοθετικό όργανο. Συνελεύσεις λειτουργούν και στις επιχειρήσεις με εκλογική ανακλητών αντιπροσώπων. Οι συνελεύσεις, δημοτικές, επαρχιακές και εργατικές έχουν δικαίωμα να συζητούν θέματα όχι μόνον τοπικού, αλλά και γενικού πολιτικού ενδιαφέροντος. Οι πολίτες συζητούν προτείνουν και εκλέγουν τους αντιπροσώπους. Οι υποψηφιότητες υποβάλλονται μόνον από πολίτες όχι από μαζικές οργανώσεις και το κομμουνιστικό κόμμα. Η διαφορά σε σχέση με το εκλογικό σύστημα στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» είναι σημαντική. Στην ΕΣΣΔ χαρακτηριστικά το κομμουνιστικό κόμμα πρότεινε τον ένα και μοναδικό εκπρόσωπο που οι εκλογείς καλούνταν να υπερψηφίσουν ή να καταψηφίσουν σε μονοεδρικές περιφέρειες… Το σύστημα των συνελεύσεων στην Κούβα εκλέγει, ελέγχει ή και ανακαλεί τους αντιπροσώπους του, των οποίων η αμοιβή δεν υπερβαίνει το μέσο μισθό, ακολουθώντας την παράδοση της Παρισινής Κομμούνας και των σοβιέτ του 1905 και 1917. Παρά τη δημοκρατική δομή του συστήματος των συνελεύσεων, ο ιός της γραφειοκρατίας έχει πλήξει και την Κούβα. Αντικειμενική βάση της ο καταμερισμός εργασίας κυβερνώντων κυβερνωμένων, η δυνατότητα απόσπασης των πρώτων απ’ τους δεύτερους και συνακόλουθα οι αντίστοιχες γραφειοκρατικές στρεβλώσεις, χωρίς όμως η Κούβα να εκφυλιστεί στο βαθμό του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Η Κούβα σε κρίσιμο σταυροδρόμι
«ΆΝΟΙΓΜΑ» ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΊΑΤΗΣ ΑΓΟΡΆΣ
Μετά την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» η Κούβα αντιμετωπίζει δισεπίλυτα προβλήματα, που κλονίζουν την οικονομία της. Εκτός απ’ τον εμπορικό αποκλεισμό που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ, η Κούβα έχασε τη δυνατότητα ευνοϊκής σχετικά μεταχείρισης απ’ την ΕΣΣΔ με την αγορά της ζάχαρης σε υψηλότερες τιμές απ’ τη διεθνή αγορά και την πώληση πετρελαίου σε χαμηλότερες τιμές. Σήμερα, υπό την επίδραση της παγκόσμιας κρίσης έχει πληγεί ο τουρισμός, που αποτελεί πλέον την εθνική βιομηχανία της χώρας. Η τιμή του νικελίου, του βασικού εξαγώγιμου αγαθού έχει κατρακυλήσει στο 1/3 της τιμής του 2008. Σ’ αυτές τις συνθήκες αναδεικνύονται εντονότερα οι διαρθρωτικές αδυναμίες της κουβανικής οικονομίας, όπως: η έλλειψη πρώτων υλών και ενεργειακών πηγών, μια υπανάπτυκτη παρά την πρόοδό της βιομηχανία, η ανεπάρκεια της αγροτικής παραγωγής, η ανάγκη εισαγωγής μεγάλης ποικιλίας προϊόντων, η έλλειψη πιστώσεων. Παρ’ όλα αυτά, η Κούβα δεν κατέρρευσε οικονομικά ούτε υπέκυψε στον καπιταλισμό. Αγωνίζεται να διατηρήσει τις σοσιαλιστικού χαρακτήρα πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές κατακτήσεις, να διατηρήσει το κοινωνικά ανθρώπινο στοιχείο της, που την ανέδειξε σε κοινωνία υποδειγματική στο πάνθεο των τριτοκοσμικών χωρών, αλλά και δύναμη διεθνικιστικής αλληλεγγύης στους χειμαζόμενους λαούς και συμπαράστασης στους αγωνιζόμενους, όπου γης για ελευθερία, δικαιοσύνη και κοινωνική αλλαγή. Το ερώτημα και πάλι είναι αν ο σοσιαλισμός σε μια μικρή και οικονομικά αδύναμη χώρα μπορεί να επιβιώσει σε μιαν εποχή άκρας επιθετικότητας του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και αποχαλίνωσης των διεθνών αγορών. Το καθεστώς στην Κούβα επιχειρεί μια τονωτική ένεση στην οικονομία με τη δημιουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων, ώστε να ενισχυθεί η ανάπτυξη και να απορροφηθούν οι 500 χιλιάδες εργαζόμενοι απ’ τον υπερφορτωμένο δημόσιο τομέα. Ιδιωτικές επιχειρήσεις αναπτύσσονται στον αγροτικό τομέα (ατομικές ή συνεταιριστικές) στον τομέα των υπηρεσιών (εστιατόρια, ταξί, ελεύθεροι επαγγελματίες). Θα παραχωρηθεί μεγαλύτερη αυτονομία στις κρατικές επιχειρήσεις στη λήψη των οικονομικών αποφάσεων. Πίεση ασκείται, με αποτελέσματα ήδη στον τουριστικό τομέα, για δραστηριοποίηση πολυεθνικών επιχειρήσεων. Η εμφάνιση της ιδιωτικής επιχείρησης σε περιορισμένη κλίμακα αποτελεί βέβαια υποχώρηση απ’ την κοινωνικοποίηση των παραγωγικών μέσων και των αγαθών, δεν είναι όμως άγνωστη στη μαρξιστική αντίληψη και πρακτική. Παρόμοια οικονομική πολιτική είχε εφαρμόσει ο Λένιν το πρώτο διάστημα στην ΕΣΣΔ, για να τονωθεί η υπανάπτυκτη ακόμη οικονομία. Την ίδια τακτική των «μεταρρυθμίσεων» και της «σοσιαλιστικής αγοράς» υιοθέτησαν αρχικά οι χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», που τελικά εξελίχτηκαν σε άγριο καπιταλισμό. Στην πρώτη περίπτωση το πείραμα υπήρξε παροδικό. Στη δεύτερη, όμως, αποδείχτηκε δούρειος ίππος του καπιταλισμού. Η Κούβα βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Η ηγεσία της διαβεβαιώνει ότι δεν θα παρεκκλίνει απ’ το σοσιαλισμό. Όμως ήδη η μικρομεσαία, ιδιωτική οικονομία παράγει το 30% του ΑΕΠ. Για να είναι προσωρινή αυτή η υποχώρηση πρέπει η πολιτική πρωτοπορία πρώτ’ απ’ όλα να αποτρέψει τη διαφθορά τμήματος της κοινωνίας αλλά και του κόμματος απ’ τις Σειρήνες του κέρδους