Η πραγματική σημασία και κληρονομιά της επαναστατημένης Κούβας
Κώστας Γούσης, Γιώργος Μιχαηλίδης
Σε έναν ιστορικό λόγο του τo 1987 για τα 20 χρόνια από τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα, ο Φιντέλ Κάστρο είχε κλείσει με τα λόγια του Χοσέ Μαρτί: «Μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι χωρίς αξιοπρέπεια, υπάρχουν όμως και άνθρωποι που σηκώνουν στις πλάτες τους την αξιοπρέπεια πολλών ανθρώπων!». Αυτό ο φόρος τιμής του Φιντέλ προς τον Τσε αποδίδεται αυτές τις μέρες στον ίδιο τον Φιντέλ από τη μια άκρη του πλανήτη μέχρι την άλλη, από το αντιφασιστικό Ντονμπάς και τη Ροζάβα, μέχρι το Νεπάλ, το Αλγέρι και την κοιλιά του θεριού, τις ΗΠΑ.
Το κίνημα “Black Lives Matter”, που γεννήθηκε ως απάντηση στην καταστολή, τις δολοφονίες και τον ρατσισμό κατά μαύρων πολιτών, έγραψε: «Ξυπνώντας σε έναν κόσμο χωρίς τον Φιντέλ, νιώθουμε να μας κατακλύζει η αίσθηση της απώλειας, μπερδεμένη με κάποια αισθήματα φόβου και άγχους». «Η επανάσταση υπερβαίνει τα σύνορα. Πρέπει να δοθούμε στους αγώνες των λαών, να δανείσουμε τις φωνές μας, τα σώματα μας και τους διαθέσιμους πόρους για απελευθερωτικούς αγώνες που μπορεί να φαντάζουν πολύ μακριά από την αμεσότητα της καθημερινής μας ύπαρξης».
Η σχέση άλλωστε του Φιντέλ με το μαύρο κίνημα και τους Μαύρους Πάνθηρες κρατάει από παλιά. Η Assata Shakur, η πρώτη μαύρη γυναίκα που μπήκε στη λίστα των πιο καταζητούμενων στις ΗΠΑ με αμοιβή 2 εκ.δολ. για την επαναστατική της δράση, κατάφερε να δραπετεύσει από τις φυλακές των ΗΠΑ και με τη βοήθεια των συντρόφων της έφτασε στην Κούβα όπου αναγνωρίστηκε πρόσφυγας το 1984. Ζει στην Κούβα μέχρι σήμερα παρά τις ασφυκτικές πιέσεις των ΗΠΑ, που στις τελευταίες συνομιλίες έθεσαν την έκδοσή της ως έναν από τους όρους για τη μερική χαλάρωση του εμπάργκο.
Το μεγαλείο όμως αυτής της μικρής χώρας των 11 εκατομμυρίων είναι ακριβώς αυτό. Σε αντίθεση με τις καπιταλιστικές κοινωνίες που έχουν απόλυτη προτεραιότητα το κέρδος, στην Κούβα απόλυτη προτεραιότητα είναι η επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου. Μόνο που η Κούβα δεν έβαλε ποτέ στη ζυγαριά απ’ τη μια αυτή την προτεραιότητα και απ’ την άλλη τις αρχές του διεθνισμού. Η προσήλωση στο διεθνισμό ήταν ο δικός της απαράβατος όρος με βαρύ τίμημα αλλά τεράστιο ηθικό πλεονέκτημα.
Όταν ανέλαβε την Προεδρία των ΗΠΑ ο Τζίμι Κάρτερ (1977 – 81) δήλωσε πρόθυμος να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις με την Κούβα, με προϋπόθεση την αποχώρηση των κουβανικών στρατευμάτων από την Αγκόλα. Την απάντηση όμως την είχε δώσει ήδη ο Φιντέλ Κάστρο σε ομιλία του στον ΟΗΕ το 1975 στη Νέα Υόρκη: «Μερικοί ιμπεριαλιστές αναρωτιούνται, γιατί οι Κουβανοί βοηθούν τους Αγκολέζους, ποια είναι τα συμφέροντά μας. Είναι συνηθισμένοι να σκέφτονται ότι μια χώρα κάνει κάτι μόνο σε αναζήτηση πετρελαίου, διαμαντιών, άνθρακα και άλλων φυσικών πόρων. Όχι, τα συμφέροντά μας δεν είναι υλικά και είναι λογικό οι ιμπεριαλιστές να μην μπορούν να το καταλάβουν αυτό. Τα κριτήριά τους είναι βασισμένα μόνο σε σωβινιστικά, εθνικιστικά, εγωιστικά κριτήρια. Εμείς φέρουμε εις πέρας το διεθνιστικό μας καθήκον να βοηθήσουμε τον λαό της Αγκόλα!».
Γι’ αυτό οι 25.000 Κουβανοί που πήγαν στην Αγκόλα έμειναν μέχρι τέλους και 2.000 απ’ αυτούς έπεσαν μαχόμενοι το ρατσιστικό καθεστώς του απαρτχάιντ. 300.000 Κουβανοί γιατροί, τεχνικοί και προσωπικό πέρασαν τα επόμενα 15 χρόνια απ’ την Αγκόλα για να βοηθήσουν να στεριώσει η νεαρή δημοκρατία και να αντέξει τις συνεχείς επιθέσεις του αποικιοκρατικού στρατού της Νότιας Αφρικής. Κι αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα από τα αναρίθμητα όπου η Κούβα τίμησε την ηρωική παράδοση του Ισπανικού εμφυλίου και των Διεθνών Ταξιαρχιών.
Πίσω από τη συλλογική συγκίνηση στη Λατινική Αμερική για το θάνατο του Φιντέλ βρίσκεται η σχέση του με όλα τα απελευθερωτικά κινήματα, το FARC και το ELN της Κολομβίας, το MIR του Περού, τους Σαντινίστας της Νικαράγουα, το FSLN του Ελ Σαλβαδόρ, η σχέση του με τον Αλιέντε που δεν άκουσε τις συμβουλές του να εκκαθαρίσει τον στρατό απ’ τα ακροδεξιά στοιχεία και σκοτώθηκε μαχόμενος με το όπλο που του ‘χε δωρίσει ο Φιντέλ, η σχέση του με τον Τσάβες και τους τσαβίστες που ανέτρεψαν το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα το 2002. Το μικρό νησί της Καραϊβικής ήταν πάντα ελεύθερη και φιλόξενη γη για κατατρεγμένους επαναστάτες/τριες, χώρος εκπαίδευσης και προστασίας.
Η παράδοση της αλληλεγγύης συνεχίστηκε μετά το ’90 με πολύπλευρες πρωτοβουλίες, όπως η παροχή ιατρικού δυναμικού σε πολλές περιπτώσεις από τη Βενεζουέλα μέσα από σταθερές συμφωνίες, μέχρι την Αϊτή μετά το σεισμό του 2010 και τη μάχη κατά του ιού Έμπολα στη Δυτική Αφρική. Γιατί Κούβα του Φιντέλ δεν σημαίνει απλά και μόνο «υπερασπίζομαι το σπίτι μου και την αξιοπρέπειά μου» αλλά βάζω τρικλοποδιές στα τέρατα σε κάθε άκρη της γης και δίνω το χέρι σε όποιον σηκώνεται. Γι’ αυτό το «Πατρίδα ή θάνατος» του Φιντέλ επανανοηματοδοτεί το εθνικό και λαϊκό στοιχείο με περιεχόμενο βαθιά αντιμπεριαλιστικό και ουσιαστικά διεθνιστικό. Κι αυτή η κληρονομιά συνίσταται, όπως σημειώνει το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης «στην οικοδόμηση επαναστατικών συμμαχιών ανάμεσα στις προοδευτικές δυνάμεις και τους αγωνιζόμενους λαούς του κόσμου». Η αυταπάρνηση που έδειξε ο Φιντέλ σε αυτό το σκοπό είναι και η μεγαλύτερη συνεισφορά του στην πανανθρώπινη υπόθεση της κομμουνιστικής χειραφέτησης.
Ο Φιντέλ απέναντι στο δόγμα ΤΙΝΑ
Στο πρόσωπο του Φιντέλ συμπυκνώθηκε τα τελευταία χρόνια η συλλογική κατάκτηση του κουβανέζικου λαού να παραμείνει όρθιος μετά την κατάρρευση του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» παρά το εμπάργκο και την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα. Ο Φιντέλ, μαέστρος της επαναστατικής ηγεσίας και της διαλεκτικής σχέσης με τις μάζες γνώριζε πολύ καλά ότι οι «στρατιές των ηττημένων» τη δεκαετία του ‘90, διεθνώς αποδεκατισμένες και αποπροσανατολισμένες, χρειάζονται σημεία αναφοράς για να ανασυνταχθούν. Γι’ αυτό και η συγκλονιστική απόφαση «καλύτερα να βουλιάξει το νησί παρά να ενδώσει στον ιμπεριαλισμό» ήταν τροχιοδεικτική βολή προς το μέλλον.
Οι κυρίαρχες τάξεις, μεθυσμένες από τις εξελίξεις, τυφλώνονταν από την αλαζονεία τους, αλλά η πολιτική οξυδέρκεια του Φιντέλ διέβλεπε ότι η ταξική πάλη σε ένα τοπίο οξύτατων κοινωνικών αντιθέσεων και η συσσωρευμένη πολιτική πείρα των αγώνων θα επεφύλασσαν νέες εκπλήξεις. Και πράγματι στους λατινοαμερικάνικους ριζοσπαστισμούς των δύο τελευταίων δεκαετιών με όλη την ορμητική δυναμική και τους περιορισμούς τους, ο Φιντέλ και η Κούβα ήταν το κόκκινο νήμα μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος στην ιστορία που πάντα συνεχίζεται.
Με το παγκόσμιο κύμα συγκίνησης που έχει συνεγείρει με το θάνατό του αλλά και το μίσος που συγκέντρωσε από τους θιασώτες του καπιταλισμού δε μπορεί παρά να γεμίζει αυτοπεποίθηση και ευθύνες τα κομμουνιστικά και επαναστατικά ρεύματα σε όλη τη γη. Σήμερα, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης με την ακροδεξιά διεθνώς σε άνοδο και την εκλογή Τράμπ, η αριστερά του αφηρημένου κοσμοπολιτισμού που υποστέλλει τις σημαίες του αντιμπεριαλισμού, που βλέπει μόνον το ρεαλισμό «εντός των πλαισίων του συστήματος», της «συνέχειας του κράτους», του μικρότερου κακού κ.ο.κ. είναι μια αριστερά που ανίκανη και ανήμπορη θα ενσωματώνεται στους κυρίαρχους σχεδιασμούς.
Το ίδιο ανήμπορη είναι και η αριστερά που μπροστά στους συντριπτικά αρνητικούς συσχετισμούς παραιτείται από τη μάχη της ηγεμονίας και τη δυνατότητα του μετασχηματισμού της λαϊκής οργής σε ένα νέο ιστορικό μπλοκ εξουσίας όπου οι υποτελείς και εκμεταλλευόμενες τάξεις θα γίνουν ηγεμονική δύναμη της κοινωνίας. Είναι αυτή η ανεξάντλητη δύναμη του παραδείγματος της Κουβανέζικής Επανάστασης και της ανατροπής του καπιταλισμού που φοβίζει, γιατί θυμίζει ότι πάντα υπάρχει εναλλακτική, ιστορικά συγκεκριμένη, επιστημονικά τεκμηριωμένη και συνειδητά προσδιορισμένη. Το παράδειγμα του Φιντέλ και της Κούβας είναι ιστορικό τεκμήριο πως όταν όλα φαίνονται αδύνατα, ο λαός μπορεί να τα κάνει δυνατά.