ΕΛΙΝΑ ΣΑΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
GIG–ECONOMY
«ΕΥΕΛΙΚΤΑ» ΚΟΥΡΙΕΡ
Κέρδος από την δύναμη αλλά
και τον εξοπλισμό του εργάτη
Στην Ελλάδα γίνεται μεγάλη συζήτηση για το πόσο έχουν αξιοποιηθεί οι νέες τεχνολογίες, τις δυνατότητες που προσφέρουν, την συμβολή τους στο επιχειρείν και άλλα παρόμοια. Ωστόσο, και η περίοδος των ψηφιακών τεχνολογιών υπόκειται στον έλεγχο του κεφαλαίου, παλαιού και ανερχόμενου, όπως θα δούμε από ορισμένα «πρωτοποριακά» παραδείγματα των λεγόμενων startup εταιρειών, ειδικά στο χώρο της εστίασης.
Η λεγόμενη διαμοιραστική οικονομία εξαπλώνεται μέρα με τη μέρα σε κάθε γωνιά του κόσμου, έτοιμη να καλύψει ακόμη και τις πιο επουσιώδεις απαιτήσεις του χρήστη. Μέσω μιας απλής εφαρμογής, όπως το Uber, το Airbnb και το Task Rabbit, εκατομμύρια άνθρωποι εξασφαλίζουν καθημερινά μεταφορικό μέσο, φτηνό κατάλυμα ή ένα παιδί για τα θελήματα.
Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού φέρει το όνομα «gig-economy». Ως gig στην αργκό χαρακτηρίζεται μια περιστασιακή εργασία με αβέβαιη, συνήθως σύντομη, διάρκεια. Αυτό το ευκαιριακό μεροκάματο προσφέρουν εταιρείες όπως το Deliveroo ή η Foodora, εκμεταλλευόμενοι τόσο την εργατική δύναμη, όσο και τον εξοπλισμό του εργαζόμενου (το κινητό και το μηχανάκι ή το ποδήλατο με το οποίο θα φτάσει στην πόρτα του πελάτη το φαγητό της επιλογής του).
Πιο συγκεκριμένα, η Foodora δίνει σε εστιατόρια τη δυνατότητα απόκτησης νέων πελατών μέσω της παροχής ευέλικτων κούριερ. Η εφαρμογή παρακολουθεί τις παραγγελίες και τις αναθέτει σε κούριερ βάσει ενός αλγορίθμου που υπολογίζει ταχύτητα κι απόσταση. Τα εστιατόρια δέχονται νέες παραγγελίες χωρίς να επιβαρύνονται με κάποιο έξτρα κόστος απασχολώντας άτομα, καταβάλλοντας απλά το 30% του κόστους των ολοκληρωμένων παραδόσεων. Οι πελάτες αγοράζουν φαγητό μέσα από μια μεγάλη γκάμα εστιατορίων πληρώνοντας 2,90 ευρώ ανά παραγγελία. Νεαροί ποδηλάτες, τους οποίους η εταιρεία αποκαλεί «riders», κερδίζουν ελάχιστα χρήματα με το να μετακινούνται μέσα στην πόλη στον ελεύθερό τους χρόνο.
Riders της εργασιακής καταιγίδας
Οι «riders», θεωρητικά, αποφασίζουν οι ίδιοι τη διαθεσιμότητα τους, πρακτικά όμως, δεν γνωρίζουν ποτέ το πρόγραμμά τους, αφού ένας αλγόριθμος ρυθμίζει σε πραγματικό χρόνο το πότε και πόσο θα εργάζονται.
Ο χρόνος εργασίας ορίζεται ως 24 ώρες το 24ωρο, χωρίς να υπάρχει καμιά διάκριση μεταξύ χρόνου εργασίας και ανάπαυσης.
Από μια μικρή startup εταιρεία στο Βερολίνο, η Foodora επεκτάθηκε παγκοσμίως και τώρα βρίσκεται σε 10 χώρες και 36 πόλεις. Στην Ιταλία άνοιξε πριν δύο χρόνια, ξεκινώντας από το Τορίνο και το Μιλάνο και σύντομα θα λειτουργεί και στη Ρώμη.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι «riders» φτάνουν τους 300 στο Τορίνο και τους 600 στο Μιλάνο χωρίς κανένας από αυτούς να απασχολείται άμεσα από την εταιρεία. Αντιθέτως, υπογράφουν ένα συμβόλαιο γνωστό ως “co.co.co” (contract for continued collaboration on a project, συμβόλαιο συνεχούς συνεργασίας σε ένα έργο), με αποτέλεσμα να θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες ή συνεργάτες κι η εταιρεία να μπορεί να παρακάμπτει όλα τα κομμάτια της εργατικής νομοθεσίας που εφαρμόζονται στους άμεσα απασχολούμενους.
Όμως, στην πραγματικότητα οι ποδηλάτες, οι οποίοι είναι συνήθως άνεργοι μορφωμένοι νέοι ή σπουδαστές, έχουν μια τυπική, εξαρτημένη σχέση εργασίας. Ούτε λόγος, βέβαια, για συλλογικές συμβάσεις, άδειες, επιδόματα, παροχή εξοπλισμού κι ασφαλιστική κάλυψη. Συλλογικά κι αλληλέγγυα οργάνωσαν την αντεπίθεσή τους ενάντια στη σύγχρονη σκλαβιά, επιτυγχάνοντας αυτό που φάνταζε ακατόρθωτο.
Είναι ακριβώς αυτές οι στιγμές που το εργατικό κίνημα βγαίνει μπροστά. Μάχεται ενωμένο και κερδίζει τη ζωή του. Κόντρα στις νέες εργασιακές συνθήκες και τις επιταγές του κεφαλαίου και της εργοδοσίας, από το νικηφόρο αγώνα των κούριερ του Deliveroo στο Λονδίνο, μέχρι το «Fight for $15» των low-wage workers στις ΗΠΑ, οι εργαζόμενοι υψώνουν τη φωνή τους και ως μια γροθιά σπάνε την καταπίεση.
Έτσι έγινε και στην περίπτωση της Foodora. Τον Μάιο, οι ποδηλάτες του Τορίνο ξεκίνησαν να διεκδικούν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Τα κυριότερα προβλήματά τους ήταν η αντιμετώπιση αντίξοων καιρικών συνθηκών, το ότι καλούνταν να καλύπτουν την εξαντλητική απόσταση των 60 έως 80 χιλιομέτρων ανά βάρδια, οι μεγάλες αναμονές και το απαγορευτικό κόστος συντήρησης του εξοπλισμού, το οποίο επωμίζονται εξ ολοκλήρου. Επιπλέον, υπάρχουν νέες πτυχές που συνδέονται με την ψηφιακή φύση αυτής της σχέσης εργασίας. Ο χρόνος εργασίας ορίζεται ως 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα, χωρίς να υπάρχει καμιά διάκριση μεταξύ χρόνου εργασίας και ανάπαυσης. Οι «riders», θεωρητικά, αποφασίζουν οι ίδιοι τη διαθεσιμότητα τους, πρακτικά όμως, δεν γνωρίζουν ποτέ το πρόγραμμά τους, αφού ένας αλγόριθμος ρυθμίζει σε πραγματικό χρόνο το πότε και πόσο θα εργάζονται, ανάλογα με τη ζήτηση, αλλά και την θέση τους, η οποία εντοπίζεται διαρκώς μέσω ηλεκτρονικών μέσων. Κι όλα αυτά για 500€ το μήνα, με 25 ώρες εργασία την εβδομάδα.
Η απάντηση της εργοδοσίας ήταν η σπίθα που άναψε τη φωτιά της διαμαρτυρίας. Υπεκφυγές, εκδικητικές απολύσεις συνδικαλιστών κι ακόμη πιο κακοπληρωμένη εργασία. Η Foodora είχε καταφέρει να προσελκύσει αρκετούς απασχολούμενους κι αποφάσισε να αλλάξει τον τρόπο πληρωμής από σταθερό μισθό σε πληρωμή ανά παράδοση, στα πρότυπα του Deliveroo. Πλέον, για την επίτευξη μισθού ύψους 500 ευρώ, θα πρέπει ο κάθε ποδηλάτης να κάνει τουλάχιστον μία παράδοση κάθε μισή ώρα, όλες τις ώρες και για όλες τις μέρες του χρόνου!
Οι «riders» προχώρησαν σε κλιμάκωση του αγώνα τους με απεργιακές κινητοποιήσεις, μπλοκάρισμα της υπηρεσίας και αποκλεισμό εστιατορίων που χρησιμοποιούν την εφαρμογή. Πλέον, απαιτούσαν την κατάργηση της σύμβασης «προσωρινής συνεργασίας» και της πληρωμής ανά παράδοση, την υπογραφή σύμβασης που θα τους εξασφαλίζει βασικό ωρομίσθιο 7,50 ευρώ με μπόνους ανά παράδοση και θα περιλαμβάνει άδειες, πλήρη ασφάλιση που δε θα καλύπτει μόνο τυχόν ατυχήματα αλλά και τις ημέρες ανάρρωσης, συμμετοχή της εταιρείας στα έξοδα συντήρησης ποδηλάτου και τα έξοδα του κινητού τηλεφώνου και, τέλος, την προστασία των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και την παύση των απειλών και των πειθαρχικών διώξεων των απεργών.
Στην Ιταλία του 40% ανεργίας στη νεολαία, οι απεργοί βρήκαν ανέλπιστα πολλούς συμμάχους. Ξεκίνησε γενικευμένο μποϋκοτάζ της εφαρμογής με συμμετοχή μάλιστα και των συνεργαζόμενων εστιατορίων, τα μέσα ενημέρωσης κάλυπταν τις κινητοποιήσεις, τοπικές συλλογικότητες έδειχναν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους στους απεργούς, ενώ σύντομα συγκροτήθηκαν ανοικτές συνελεύσεις τόσο στο Τορίνο, όσο και στο Μιλάνο.
Η Foodora είχε δεχτεί πια ανεπανόρθωτο πλήγμα στην εικόνα της: η τροποποίηση του λογότυπου από ένα χέρι που κουβαλάει δίσκο σε μια σιδερένια μπάλα με αλυσίδες, καθώς και η απόβαση αλληλέγγυων με προσβολές και μηνύματα στήριξης του αγώνα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα οποία η εταιρία είχε τόσο πολύ επενδύσει, κόντευαν να διαλύσουν μια πολυεθνική αξίας δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Κάτω από την πίεση που έφεραν ο συντονισμός και η διεύρυνση των δράσεων των απεργών, η εργοδοσία της Foodora αναγκάστηκε να προχωρήσει σε υποτυπώδεις υποχωρήσεις, όπως η αύξηση της πληρωμής των ποδηλατών ανά παράδοση κι η μερική συμμετοχή στα έξοδά τους. Ήδη έχει παρέμβει η ιταλική επιθεώρηση εργασίας.
Αξίζει, όμως, να δούμε την ευρύτερη εικόνα. Αυτό που η εταιρία αποκαλεί μικρή περιστασιακή εργασία, για τους «riders» είναι το μοναδικό τους εισόδημα. Η νεολαία της εργασιακής περιπλάνησης, σε ολόκληρο τον κόσμο, δεν έχει ανάγκη από χαρτζιλίκι, αλλά από μόνιμη και σταθερή δουλειά, με αξιοπρεπή μισθό, κατοχυρωμένα δικαιώματα κι ανθρώπινες συνθήκες εργασίας. Η Foodora μπορεί και πληρώνει μισθούς πείνας, καθώς της το επιτρέπει ο σύγχρονος εργασιακός μεσαίωνας που επιβάλλουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις κι η ΕΕ.
Η τρομοκρατία που βιώνουν οι εργαζόμενοι στους χώρους δουλειάς, η εργοδοτική ασυδοσία, η καταστρατήγηση των εργατικών δικαιωμάτων και η χειροτέρευση των όρων εργασίας δεν θα περάσουν! Οι σύγχρονοι, νικηφόροι, εργατικοί αγώνες αποτελούν πολύτιμο εργαλείο για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, κόντρα στην προσπάθεια του κεφαλαίου να κατακερματίσει την τάξη μας και τις αντιστάσεις της.