Σχεδόν βέβαιη θεωρούν στην κυβέρνηση και τα δημοσιογραφικά επιτελεία την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στην Ελλάδα εντός του Νοεμβρίου, στο πλαίσιο της τελευταίας ευρωπαϊκής περιοδείας του με την ιδιότητα του, υπηρεσιακού ουσιαστικά, προέδρου των ΗΠΑ, μιας και στο μεταξύ θα έχουν γίνει οι εκλογές οι οποίες θα έχουν αναδείξει την ή τον διάδοχό του. Εφόσον δε επιβεβαιωθεί και η ημερομηνία που έχει διαρρεύσει, τις παραμονές της επετείου για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, θα πρόκειται για μιαν ακόμη μεγάλη και σχεδιασμένη πρόκληση, αντίστοιχη με την έλευση του Μπιλ Κλίντον το 1999 και μάλιστα στις 17 Νοέμβρη.
Μια πρόκληση η οποία, προφανώς, πρέπει να σημάνει συναγερμό στο εργατικό και νεολαιΐστικο κίνημα και την Αριστερά, ώστε να του επιφυλαχθεί μια ιδιαιτέρως «θερμή» υποδοχή, αλλλά και να σταλεί προς κάθε κατεύθυνση το μήνυμα ότι είναι ανεπιθύμητος. Όσο για το κύριο αντικείμενο της επίσκεψης Ομπάμα δεν είναι, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, να προσφέρει στήριξη στην υπόθεση του χρέους (εδώ «καθαρίζει» ο Σόιμπλε…), αλλά να παρέμβει σε δύο πολύ σοβαρά μέτωπα, τα οποία αντικειμενικά είναι αλληλένδετα: τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και το Κυπριακό.
Οι εξελίξεις, ειδικά στο πρώτο, έχουν λάβει πλέον δραματική και εξαιρετικά επικίνδυνη τροπή, με τους ιμπεριαλιστές να κλιμακώνουν την παρέμβαση και την αντιπαράθεσή τους ενόψει της νέας μοιρασιάς, όπως αποδεικνύει και η μεταφορά από τη Ρωσία στη Μεσόγειο ολόκληρου σχεδόν του στόλου της Μαύρης Θάλασσας, συμπεριλαμβανομένου του μοναδικού αεροπλανοφόρου που διαθέτει. Σε αυτό το πλαίσιο, εξαιτίας και του αναβαθμισμένου ρόλου που διεκδικεί και παίζει η Τουρκία στο γενικότερο σκηνικό, εντάσσεται και η έντονη κινητικότητα γύρω από το Κυπριακό. Εκεί, δηλαδή, όπου στο τραπέζι βρίσκεται και συζητείται αυτή την περίοδο ένα δεύτερο και ακόμη χειρότερο «Σχέδιο Ανάν».