ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Καθώς απομένουν λίγα 24ωρα μέχρι την αναμέτρηση της 8ης Νοεμβρίου στις ΗΠΑ – όπου εκλέγεται ο πρόεδρος, το σύνολο των 435 μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και 34 από τα 100 μέλη της Γερουσίας (τα δύο σώματα του Κογκρέσου όπου οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν πλειοψηφία) – είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ότι εκεί, στην (πιο) Άγρια Δύση, κυβερνούσε πάντοτε ο νόμος του ισχυρού, του πιστολά και του παρακράτους.
Ήταν εκεί που οι Ινδιάνοι εξολοθρεύτηκαν και υποτάχτηκαν με τη βία στους εποίκους κατακτητές των εδαφών τους. Εκεί όπου σερίφηδες και δικαστές ήταν σχεδόν πάντα υποχείρια και έμμισθοι των μεγαλοκτημόνων και χρυσοθήρων της κάθε πόλης, ενώ συνήθως ήταν και οι ίδιοι στυγνοί εκμεταλλευτές – κάτι που ισχύει και για τον θρύλο του Χόλιγουντ, Γουάιατ Ερπ. Ήταν εκεί, επίσης, όπου για μεγάλο διάστημα οι μαύροι δούλοι δεν διέφεραν ιδιαιτέρως από τα γεωργικά εργαλεία που υπήρχαν στις φάρμες.
Εκεί, η εικόνα δεν άλλαξε ιδιαιτέρως ούτε μετά την Αμερικανική Επανάσταση, καθώς «καμιά νέα κοινωνική τάξη δεν κατέλαβε την εξουσία», ενώ αυτοί που την σχεδίασαν «ήταν σε μεγάλο βαθμό μέλη της αποικιακής άρχουσας τάξης» – συμπεριλαμβανομένου του Τζορτζ Ουάσινγκτον, ο οποίος ήταν τότε ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Αμερική. Όσο για τους 55 αντιπροσώπους οι οποίοι συμμετείχαν στη Συνταγματική Συνέλευση του 1787, οι περισσότεροι ήταν μεγάλοι γαιοκτήμονες, ιδιοκτήτες βιομηχανιών ή ναυτιλιακών επιχειρήσεων, κερδοσκοπούσαν στα χρηματιστήρια, ενώ το ένα τέταρτο είχε και σκλάβους.
Αυτοί ακριβώς ήταν που αρχικά αναγνώρισαν το δικαίωμα της ψήφου μόνο στους ενήλικες και έχοντες περιουσία λευκούς, οι οποίοι αντιπροσώπευαν μόλις το 10-15% του συνολικού πληθυσμού. Χρειάστηκε δε να περάσουν 60 χρόνια για να αποκτήσουν τυπικά το ίδιο δικαίωμα όλοι οι λευκοί, 80 οι Αφροαμερικανοί, 130 οι γυναίκες και πέντε επιπλέον οι γηγενείς Ινδιάνοι που είχαν απομείνει εν ζωή. Έπρεπε, επίσης, να φτάσει το 1913 ώστε να εγκριθεί η 17ης Τροποποίηση του συντάγματος, η οποία όριζε ότι τα μέλη της Γερουσίας θα εκλέγονταν απευθείας από τον λαό και όχι δια μέσου των τοπικών κοινοβουλίων σε κάθε πολιτεία.
Ακόμη κι έτσι, όμως, νόμοι και κανόνες στην Αμερική σχεδιάζονταν πάντα με τρόπο ώστε το σύστημα να μπορεί να παρέμβει όταν και εφόσον κρίνει αναγκαίο. Για παράδειγμα, ακόμη και σήμερα, το δικαίωμα της άμεσης εκλογής είναι κατοχυρωμένο ουσιαστικά μόνο κατά το ήμισυ. Κι αυτό, πολύ απλά, διότι τον τελικό λόγο τόσο για τον υποψήφιο του κάθε κόμματος όσο και για τον πρόεδρο της χώρας δεν έχουν οι ψηφοφόροι, αλλά ένα ειδικό σώμα εκλεκτόρων που συνέρχεται και ψηφίζει μετά το πέρας της άμεσης διαδικασίας.
Ειδικά όσον αφορά τον πρόεδρο, την απόφαση παίρνουν τα 538 μέλη του αποκαλούμενου Εκλεκτορικού Κολεγίου, τα οποία προκύπτουν αναλογικά από τις πολιτείες των ΗΠΑ, με βάση τον πληθυσμό τους. Μόνο που αυτή η απόφαση δεν είναι δεδομένη, καθώς το σύνταγμα τους δίνει τη δυνατότητα να επιλέξουν ελεύθερα όποιον από τους υποψηφίους θέλουν, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της άμεσης ψηφοφορίας στην πολιτεία από όπου προέρχονται – μάλιστα, μόνο οι μισές από τις πολιτείες (24 στις 50) προβλέπουν συγκεκριμένες ποινές και κυρώσεις σε μια τέτοια περίπτωση.
Στην περίπτωση δε που κανείς από τους υποψηφίους δεν συγκεντρώσει την απαραίτητη πλειοψηφία (τουλάχιστον 270), τότε η επιλογή του προέδρου παραπέμπεται στη Βουλή και του αντιπροέδρου στη Γερουσία. Έτσι, είναι φανερό ότι, παρά το γεγονός ότι τέτοιες «ανταρσίες» συμβαίνουν σπανιότατα και μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις, η δυνατότητα αλλοίωσης του αποτελέσματος των εκλογών είναι τυπικά δυνατή.
Φυσικά, ειδικά στην Αμερική, υπάρχει και το… παράτυπο, το οποίο αξιοποιείται πολύ συχνά σε περιόδους κρίσης. Εκτός από τον βρώμικο ρόλο της μαφίας κατά των εργατικών συνδικάτων και τα όργια κατά των κομμουνιστών και αγωνιστών την περίοδο του Μακαρθισμού, χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα των Αφροαμερικανών στους οποίους, ακόμη και όταν αποκτούσαν θεωρητικά τα ίδια δικαιώματα, υπήρχαν πάντοτε κάποιοι που φρόντιζαν να τους υπενθυμίζουν πως δεν είναι ίσοι έναντι των λευκών: Πρώτα η Κου-Κλουξ-Κλαν, στη συνέχεια το παρακράτος που εκτέλεσε τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και τους Μαύρους Πάνθηρες και σήμερα οι λευκοί αστυνομικοί και οι νοικοκυραίοι με τα όπλα, που δεν διστάζουν να δολοφονούν εν ψυχρώ όποιον έχει την ατυχία να γεννήθηκε με μαύρο δέρμα. Το αποτέλεσμα είναι ότι η ρατιστική βία γνωρίζει έκρηξη τη στιγμή που στον Λευκό Οίκο βρίσκεται ακόμη ο πρώτος Αφροαμερικανός πρόεδρος, ενώ το 80% περίπου όσων θα προσέλθουν στις κάλπες θα συνεχίζει να προέρχεται από τις τάξεις των λευκών (μη Λατίνων) πολιτών…
Όλα τα παραπάνω δεν είναι άσχετα ούτε με τα όσα συνέβησαν και συμβαίνουν σε αυτή την προεκλογική περίοδο. Το κατεστημένο και το «βαθύ κράτος» των ΗΠΑ, οργισμένο από το γεγονός ότι ο Τραμπ πήγε κόντρα στις κυρίαρχες επιλογές και διαδικασίες και τόλμησε να του βγάλει γλώσσα, κινήθηκε αποφασιστικά ώστε να του κόψει τον δρόμο προς τον Λευκό Οίκο. Αν και είναι σάρκα από τη σάρκα του, ο ακροδεξιός, ρατσιστής και κλασικός φοροφυγάς υποψήφιος έκανε το λάθος να παίξει το χαρτί του «αντισυστημικού» και γι’ αυτό τον τιμωρούν αλύπητα.
Το κάνουν, μάλιστα, παρά το ότι η πολιτική γραμμή του προστατευτισμού και των νέων διαθνών ισορροπιών που εκφράζει «ακουμπούν» σε μια ισχυρή τάση στις τάξεις τόσο του αμερικανικού κεφαλαίου όσο και των χαμηλότερων στρωμάτων της κοινωνίας. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι στον μέσο όρο των δημοσκοπήσεων, ο Τραμπ εξακολουθεί να προηγείται συντριπτικά της Χίλαρι Κλίντον όχι μόνο στις τάξεις των λευκών αρσενικών, αλλά και των λεγόμενων «μπλε κολάρων», που δεν διαθέτουν πτυχία κολεγίου.