της Μαριάννας Τζιαντζή
Λυσσαλέες αντιδράσεις είχαν ξεσπάσει πριν από 16 χρόνια με αφορμή τον αριστούχο αλβανό μαθητή λυκείου Οδυσσέα Τσενάι που στις 28 Οκτωβρίου θα έπρεπε κανονικά να παρελάσει ως σημαιοφόρος στη Νέα Μηχανιώνα της Θεσσαλονίκης. Τελικά, παρόλο που ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος τάχθηκε υπέρ του δικαιώματος όλων ανεξαιρέτως των μαθητών να κρατούν την ελληνική σημαία, ο Οδυσσέας δεν θέλησε να παρελάσει.
Από τότε αρκετό νερό κύλησε στο αυλάκι. Σήμερα δεν αμφισβητείται η συμμετοχή παιδιών μεταναστών στις παρελάσεις ως σημαιοφόρων, όμως οι γονείς του δημοτικού σχολείου στο Ωραιόκαστρο, επικαλούμενοι «λόγους υγιεινής», αρνούνται να δεχτούν την απογευματινή φοίτηση προσφυγόπουλων στο ίδιο σχολείο όπου το πρωί φοιτούν τα δικά τους παιδιά.
Σ᾽ αυτό το κρούσμα έξαλλου ρατσισμού και απανθρωπιάς μπορεί κανείς να αντιτάξει εκατοντάδες παραδείγματα αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες. Μόνο που το Ωραιόκαστρο είναι η κορυφή του ρατσιστικού παγόβουνου. Πολλοί βλέπουν τους πρόσφυγες με φόβο ή και μίσος, ασχέτως αν δεν το εκφράζουν στις συνελεύσεις του Σύλλογου Γονέων και Κηδεμόνων.
Αν ισχύει ότι η τέχνη βοηθά στην καλλιέργεια, σε μικρούς και μεγάλους αδιακρίτως, μια κουλτούρα ανοχής, συνύπαρξης, αλληλεγγύης, τότε το υπουργείο Πολιτισμού αγνοεί αυτή τη δυνατότητα και αρκείται σε «εγκυκλίους» προς τα σχολεία (π.χ., για τη συλλογή σχολικών ειδών για προσφυγόπουλα). Φέτος το υπουργείο προχώρησε σε περικοπές ωρών ή και κατάργηση στο Δημοτικό των μαθημάτων της Μουσικής, των Εικαστικών και το Θεατρικό Παιχνίδι για τα «ελληνόπουλα», υιοθετώντας μια εργαλειακή και μπακαλίστικη οπτική για τη θέση της τέχνης στην εκπαίδευση. Με άλλα λόγια, η κυβερνητική πολιτική συμβάλλει στο να γεννηθούν νέες Νέες Μηχανιώνες, νέα Ωραιόκαστρα.