ΝΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΣΙΝΗΣ, Ανταπόκριση από το Μπρίστολ
Την Πέμπτη 23 Ιουνίου, οι ψηφοφόροι στο Ηνωμένο Βασίλειο αποφάσισαν την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημειώνοντας εντυπωσιακή συμμετοχή, πάνω από 72% που είναι μεγαλύτερη από την συμμετοχή στις εθνικές εκλογές, 17,5 εκατομμύρια (51,9%) ψήφισαν την έξοδο του κράτους από την ΕΕ, αψηφώντας τις εκκλήσεις και τις απειλές στα όρια της καταστροφολογίας από όλες τις κυβερνήσεις της ΕΕ, από το ΔΝΤ, την Τράπεζα της Αγγλίας και άλλων, ενώ 16,2 εκατομμύρια (48,1%) ψήφισαν υπέρ της παραμονής.
Πριν το δημοψήφισμα, πέρα από την καμπάνια της παραμονής, το Stronger in Europe, στην οποία συμμετείχαν οι μισοί βουλευτές των Συντηρητικών και η μεγάλη πλειοψηφία των Εργατικών υπήρξαν δύο “επίσημες” καμπάνιες για την έξοδο. Και οι δύο ήταν συντηρητικές. Η πρώτη ήταν το Vote Leave, στο οποίο συμμετείχαν λίγοι Εργατικοί μέλη και βουλευτές και οι μισοί Συντηρητικοί, με ηγετικές φυσιογνωμίες τον πρώην δήμαρχο Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον και τον υπουργό και στενό φίλο του πρωθυπουργού Μάικλ Γκόουβ. Η δεύτερη συντηρητική καμπάνα για την έξοδο, το Leave EU, ιδρύθηκε ένα χρόνο πριν και υποστηρίζεται κυρίως από το ρατσιστικό UKIP. Εκτιμάται πως η επιρροή του UKIP και των εθνικιστικών ιδεών ανέβηκαν ελαφρώς σε σχέση με τις εκλογές του 2015, αλλά φαίνεται πως δεν καθόρισε το αποτέλεσμα, παρόλο που το θέμα της μετανάστευσης έπαιξε σημαντικό ρόλο, τις πιο πολλές φορές με αντιδραστικό τρόπο.
Ένα κομμάτι της Αριστεράς, κυρίως η ρεφορμιστική και η φιλο-ΕΕ, που συμμετέχει στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ και πιστεύει σε μία καλύτερη ΕΕ μέσω της μεταρρύθμισής της, επέλεξε να στηρίξει την παραμονή στην ΕΕ δικαιολογώντας τη στάση της ότι δεν θα ήθελε να ταυτιστεί με το ρατσιστικό λόγο της επίσημης καμπάνιας για την έξοδο.
Παρόλο που από θέση αρχής η πλειοψηφία της ριζοσπαστικής Αριστεράς στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι κατά της ΕΕ, η εναντίωση απέναντι σε αυτή την ολοκλήρωση του κεφαλαίου σπάνια προβαλλόταν υπό το φόβο χαρακτηρισμού τους ως ρατσιστές, ακριβώς επειδή είχε κυριαρχήσει ο συντηρητικός λόγος του UKIP. Πιο σημαντικό είναι το γεγονός πως αδυνατούσε να συσχετίσει τον αντικυβερνητικό αγώνα και την μάχη κατά της λιτότητας με την αντιΕΕ πάλη. Ένα κομμάτι της ριζοσπαστικής Αριστεράς ίδρυσε την καμπάνια για την Αριστερή Έξοδο από την ΕΕ (LEXIT) τον Απρίλη του 2016. Συμμετέχουν το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Βρετανίας, το Counterfire, η ένωση Ινδών εργαζομένων, το συμβούλιο των εργατών από το Μπαγκλαντές, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ΗΒ, το Σοσιαλιστικό Κόμμα και η Σκοτσέζικη αριστερή έξοδος, ενώ υποστηρίχθηκε από πολλά συνδικάτα, όπως αυτό των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους. Οι εκδηλώσεις της καμπάνιας σε όλη τη χώρα αγκαλιάστηκαν με ενθουσιασμό από πολλούς εργαζομένους, αναδεικνύοντας στο μέτρο του δυνατού πως υπάρχει άλλος δρόμος εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Καθ’ όλη την προεκλογική εκστρατεία τα καθεστωτικά ΜΜΕ, όντας στη συντριπτική τους πλειοψηφία υπέρ της παραμονής, είχαν προωθήσει τη λογική πως η ψήφος για έξοδο είναι ρατσιστική και συντηρητική. Σίγουρα η μετανάστευση έπαιξε μεγάλο ρόλο, η πραγματική εικόνα όμως διαφέρει από αυτή που παρουσίασαν τα καθεστωτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σε μία πολύ αρχική ανάλυση της ψήφου, το σίγουρο είναι ότι η μετανάστευση δεν ήταν το μοναδικό κριτήριο. Ενδεικτικό είναι πως οι ψηφοφόροι του εθνικιστικού και ρατσιστικού UKIP του Φάρατζ είχαν μόνο 3,8 εκατομμύρια ψήφους στις εκλογές του 2015, την ώρα που οι ψήφοι για την έξοδο από την ΕΕ ήταν τετραπλάσιοι.
Ξεκινώντας από το Λονδίνο, μία ισχυρή απόδειξη του παραπάνω ισχυρισμού είναι πως σε κάποιες περιοχές της Αγγλικής μητρόπολης, κυρίως στα ανατολικά, που βγάζουν παραδοσιακά δημοτικούς συμβούλους από το κόμμα των Εργατικών σχεδόν με απόλυτη πλειοψηφία, υπήρξε μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων υπέρ της εξόδου. Οι ψηφοφόροι αυτοί δεν μπορούν να θεωρηθούν δεξιοί ή ρατσιστές. Καταψήφισαν την ΕΕ, όντας κουρασμένοι και απογοητευμένοι από το επίπεδο διαβίωσής τους, αποδοκιμάζοντας έτσι τη λιτότητα και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που είναι δομικά χαρακτηριστικά της ΕΕ. Φυσικά αυτές οι περιοχές συγκεντρώνουν αρκετά φτωχά κοινωνικά στρώματα. Από την άλλη, πλούσιες περιοχές του Λονδίνου, όπως το City και το Δυτικό Λονδίνο, ψήφισαν υπέρ της παραμονής με μεγάλη διαφορά. Συνολικά, στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι περιοχές του Λονδίνου αποφάσισαν παραμονή αφού η μητρόπολη είναι η πιο πλούσια περιοχή σε όλο το ΗΒ (φυσικά με τεράστιες ανισότητες) αλλά και η πιο ευνοημένη περιοχή της Βρετανίας από τη συμμετοχή στην ΕΕ.
Σχετικά με την υπόλοιπη Αγγλία, άλλα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα, πολλά από τα οποία θεωρούνται αρκετά πλούσια ενώ είναι από τις πιο διεθνοποιημένες πόλεις με εκατομμύρια μετανάστες, στήριξαν την παραμονή. Παραδείγματα είναι το Μάντσεστερ, το Λίβερπουλ, το Λιντς και το Μπρίστολ αλλά όχι το Μπέρμιγχαμ, το οποίο συγκεντρώνει σε μεγάλο ποσοστό φτωχομεσαία κοινωνικά στρώματα. Σε κάποιες από αυτές τις περιοχές οι Εργατικοί είχαν αναδειχθεί πρώτο κόμμα στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου 2015. Από την άλλη, μεγάλες πόλεις του Αγγλικού Νότου, όπως το Σάουθαμπτον και το Πόρτσμουθ και η υπόλοιπη αγγλική επαρχία, και κυρίως οι βόρειες και ανατολικές περιφέρειες, που είναι και οι λιγότερο αναπτυγμένες συγκεντρώνοντας την πλειοψηφία των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων, στήριξαν την έξοδο από την ΕΕ.
Η ψήφος υπέρ της αποδέσμευσης κυριάρχησε και σε πολλές από τις περιοχές, που είχαν επικρατήσει οι Εργατικοί τον Μάιο του 2015. Παρόμοια κατάσταση και στην Ουαλία, όπου οι περιοχές που είχαν κυριαρχήσει οι Εργατικοί το 2015 στήριξαν έξοδο. Η επικράτηση της εξόδου στην Ουαλία έδωσε πάτημα στην αρχηγό της συντηρητικής εκστρατείας εξόδου από την ΕΕ να δηλώσει πως η Ουαλία διεκδικεί να δοθούν περισσότερες αρμοδιότητες στο κοινοβούλιό της. Συνολικά, η Αγγλία στήριξε έξοδο με 53,2% και η Ουαλία με 51,7%.
Έτσι, παρόλο που οι Συντηρητικοί εμφανίζονται διασπασμένοι τόσο στα μέλη-βουλευτές τους όσο και στους ψηφοφόρους σχετικά με το θέμα της ΕΕ, φαίνεται ότι οι ψηφοφόροι των Εργατικών, τα μέλη των οποίων αυτοπροσδιορίζονταν ενωμένα υπέρ της παραμονής, ψήφισαν εξίσου με διαφοροποιημένο τρόπο. Φαίνεται πως η ψήφος των υποστηρικτών των Εργατικών επηρέασε σημαντικά το τελικό αποτέλεσμα. Από τα 110 δημοτικά συμβούλια τα οποία ελέγχονται από Εργατικούς, τα 75 (68%) στήριξαν έξοδο. Επιπλέον, οι ισχυρισμοί για διχασμένη χώρα με βάση το θέμα της ΕΕ και του αποτελέσματος της μικρής διαφοράς μεταξύ 51,9% και 48,1%, δεν προσθέτουν πολλά στην ανάλυση της πραγματικότητας, σε μία κοινωνία, όπως η Βρετανική, η οποία παρουσιάζει τεράστιες ταξικές ανισότητες.
Επομένως, η ψήφος αποδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό ταξική. Ένα μεγάλο κομμάτι αυτών που ψήφισαν έξοδο δείχνει την εναντίωση των καταπιεσμένων στη Βρετανική κι Ευρωπαϊκή αστική τάξη. Αυτό διαφαίνεται και από την ανάλυση των αποτελεσμάτων όπου οι περιοχές με το μεγαλύτερο μέσο ετήσιο εισόδημα των νοικοκυριών και το υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης στήριξαν παραμονή και αυτές με το μικρότερο στήριξαν έξοδο. Επίσης, και στις 16 περιοχές όπου το ποσοστό ανεργίας είναι πάνω από 8% επικράτησε η έξοδος.
Σημαντικές διεργασίες εκτυλίχθηκαν στις δύο περιοχές όπου η παραμονή επικράτησε (Σκοτία και Βόρεια Ιρλανδία). Αρχικά στη Σκοτία, υπήρξε το μεγαλύτερο ποσοστό υποστήριξης της παραμονής (62%). Όπως αναμενόταν οι Σκοτσέζοι στήριξαν την κυρίαρχη πολιτική άποψη των μεγάλων κομμάτων στη Σκοτία (Εθνικό Σκοτσέζικο Κόμμα, Συντηρητικοί και Εργατικοί). Το κυριότερο στοιχείο ήταν η έναρξη της κουβέντας για ακόμη ένα, το δεύτερο, δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκοτίας μετά από αυτό του Σεπτεμβρίου του 2014, με το επιχείρημα ότι οι Σκοτσέζοι ψήφισαν να μείνουν στην ΕΕ και απαιτούν να ανεξαρτητοποιηθούν από το ΗΒ ώστε να είναι Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη Β. Ιρλανδία, καταγράφηκε υπερψήφιση της παραμονής του ΗΒ στην ΕΕ (55,7%), ανοίγοντας μία νέα κουβέντα για την ενιαιοποίηση του νησιού. Συγκεκριμένα, μετά το αποτέλεσμα ο αρχηγός του Σιν Φέιν μίλησε για δημοψήφισμα για μια ενιαία Ιρλανδία, αφού σε διαφορετική περίπτωση τα σύνορα μεταξύ Β. Ιρλανδίας και Ιρλανδίας θα κλείσουν οδηγώντας σε μεγάλες δυσκολίες για τη μετακίνηση των εργαζομένων και τις εμπορευματικές ροές.
Οι συνέπειες της απόφασης των πολιτών του ΗΒ είναι πολύ σημαντικές. Μία τεράστια πολιτική κρίση αρχίζει στη Βρετανία. Ήδη, από το πρωί της Παρασκευής ο πρωθυπουργός Κάμερον υπέβαλε την παραίτησή του, με την εκλογή του νέου αρχηγού των Τόρις και πρωθυπουργού να πραγματοποιείται στο επόμενο τρίμηνο μέχρι το συνέδριο του κόμματος τον Οκτώβρη. Όπως ήδη γράφτηκε το κόμμα των Τόρις είναι ουσιαστικά διασπασμένο, έχοντας 185 βουλευτές που στήριξαν παραμονή και 138 έξοδο, παρόλο που η τυπική διάσπασή τους δεν φαίνεται πολύ πιθανή. Από την άλλη, οι Εργατικοί, όντας χωρισμένοι σχετικά με την αρχηγία του Κόρμπιν, εμφανίστηκαν για ακόμη μία φορά να μην μπορούν να υπερασπιστούν την εργατική τάξη και τα συμφέροντά της, παίρνοντας στάση κατά αυτής. Έτσι, δύο βουλευτές των Εργατικών κατέθεσαν πρόταση μομφής κατά του Κόρμπιν λόγω της γενικότερης εναντίωσής του στην ΕΕ.
Μετά την οριστικοποίηση της απόφασης των Βρετανών εργαζομένων η λίρα γνώρισε μία άνευ προηγουμένου καταβαράθρωση πέφτοντας σε χαμηλά 30ετίας. Η πρώτη αντίδραση της Τράπεζας της Αγγλίας ήταν να στηρίξει το τραπεζικό σύστημα με 250 δισ. λίρες ώστε να προστατέψει την χρηματοπιστωτική ομαλότητα. Πιο σημαντικά από όλα όμως είναι πως το οικοδόμημα της ΕΕ κλονίζεται δομικά. Για πρώτη φορά στην ιστορία της ένα Κράτος Μέλος, και μάλιστα τόσο ισχυρό, αποχωρεί από την Ένωση. Ένα γεγονός που μπορεί να καθορίσει συνολικά το μέλλον της ΕΕ.
Η Αριστερά στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα πρέπει να επιτρέψει την ακροδεξιά να καπηλευτεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Χρειάζεται ενδυνάμωση των αγώνων άμεσα, σε Βρετανικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο, εναντίον της λιτότητας και της πολιτικής της ΕΕ και του κεφαλαίου. Επίσης, το εργατικό και λαϊκό κίνημα στο ΗΒ θα πρέπει να απαιτήσει την παραίτηση της κυβέρνησης των Τόρις που έχει εφαρμόσει κολοσσιαία προγράμματα λιτότητας και να παλέψει ενάντια σε κάθε κυβέρνηση που προκρίνει την κερδοφορία του κεφαλαίου κόντρα στις ζωές των εργαζομένων. Στα πλαίσια του αιτήματος για ανοικτά σύνορα για όλους, η αλληλεγγύη σε μετανάστες και πρόσφυγες θα πρέπει να γιγαντώσει. Τέλος, κρίνονται απαραίτητα η σύσταση και ο πανευρωπαϊκός συντονισμός αριστερών αντιΕΕ πρωτοβουλιών, όπως το LEXIT στο ΗΒ και η Πρωτοβουλία Αγώνα για την Αποδέσμευση από την ΕΕ στην Ελλάδα, και μετά από εύλογο χρονικό διάστημα η πανευρωπαϊκή συνάντηση τους.