του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Με ένα μανδύα «τιμιότητας» επιχείρησε να καλύψει η κυβέρνηση την ακραία αντιλαϊκή πολιτική της ψηφίζοντας την προηγούμενη Τετάρτη στην Βουλή διάταξη καθολικής απαγόρευσης συμμετοχής πολιτικών προσώπων σε εταιρίες του εξωτερικού. Με τον τρόπο αυτό απάντησε στα όσα αποκαλύφθηκε ότι νομοθέτησε με το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο επιτρέποντας στα πολιτικά στελέχη να έχουν off-shore εταιρίες σε κράτη που «συνεργάζονται φορολογικά» με την Ε.Ε. Παρ’όλα αυτά πρόκειται για στημένο παιγνίδι εντυπωσιασμού.
Ουσιαστικά αλλά και τυπικά η τροπολογία δεν μπορεί να αναιρέσει τη δυνατότητα του πολιτικού προσωπικού των κομμάτων του μνημονιακού μονόδρομου εκτός από το να νομοθετεί υπέρ του εγχώριου και πολυεθνικού κεφαλαίου να συναλλάσσεται και οικονομικά μαζί του στα κρυφά.
Η καθολική απαγόρευση δεν μπορεί να ελεγχθεί ώστε να εντοπιστούν οι παραβάτες που κατέχουν πολιτικές θέσεις εξαιτίας του καθεστώτος που ισχύει στις χώρες – μέλη της Ε.Ε: Μεταξύ άλλων αναφέρουμε το τραπεζικό και επιχειρηματικό απόρρητο, την μη υποχρέωση δημοσιοποίησης μετοχολογίου εισηγμένων στα χρηματιστήρια εταιρών, εταιρίες-θυρίδες σε χώρες που δεν έχουν χαρακτηριστεί φορολογικοί παράδεισοι. Επίσης στην ρύθμιση δεν περιλαμβάνονται οι τραπεζικές καταθέσεις εξωτερικού,τα ομόλογα εξωτερικού, όπως και άλλα χρηματοοικονομικά προϊόντα που είναι ενδεικτικά επιχειρηματικής δραστηριότητας εκτός Ελλάδας. Έτσι στην πράξη οποιοσδήποτε μπορεί να χρησιμοποιήσει τις παραπάνω «διευκολύνσεις» καθώς και τις εικονικές μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να αποκρύψει όλες τις δραστηριότητές του στο εξωτερικό. Για τον λόγο αυτό η νέα νομοθετική ρύθμιση είναι κενό γράμμα και ένα «ευχολόγιο» χρήσιμο μόνον για λόγους επικοινωνιακού εντυπωσιασμού.
Όσον αφορά το τυπικό της τροπολογίας για τις εξωχώριες εταιρίες, η κυβέρνηση εν γνώσει της ψήφισε μία ρύθμιση που αποτελεί νομοθετικό «λεονταρισμό» ο οποίος θα καταπέσει με την πρώτη προσφυγή σε εθνικό η ευρωπαϊκό δικαστήριο αφού είναι σε πλήρη ασυμβατότητα με σειρά δεσμευτικών άρθρων της Ε.Ε που προβλέπονται στις συνθήκες του Μααστριχτ όπως τα άρθρα 69 και 49 – περί «ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων» και την «ελευθερία εγκατάστασης» καθώς και το άρθρο16 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στην Ε.Ε περί «επιχειρηματικής ελευθερίας» το οποίο έφερε και ενέκρινε στην Βουλή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρότι βρίσκονταν επί δεκαετίες «στον πάγο». Μάλιστα σύμφωνα με έγκυρες νομικές εκτιμήσεις την βασική επιχειρηματολογία μίας τέτοιας προσφυγής θα στηρίξει η ίδια η ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα σύμφωνα με την οποία «δεν μπορούσε να μείνει καμία σκιά από τους θιασώτες του πολιτικού λαϊκισμού πάνω από την κυβέρνηση. Γι’ αυτό φέρνουμε βελτιστοποίηση της ρύθμισης. Κάποιοι θα πουν με τρόπο υπερβολικό, όμως μόνο με υπερβολές μπορεί να απαντηθεί η λάσπη η χυδαιότητα». Αυτή ακριβώς η παραδοχή εκτιμάται ότι θα τεκμηριώσει την καταχρηστικότητα της ρύθμισης. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η τροπολογία της γενικής απαγόρευσης δεν αντικατέστησε την αρχική διάταξη του άρθρου 178 του πολυνομοσχεδίου, αντίθετα προστέθηκε ως συμπληρωματική με την κυβέρνηση να δηλώνει ότι είναι αναγκαία αυτή η διατύπωση για να είναι συμβατός ο νόμος με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Αυτή ακριβώς η διάταξη θα απομείνει στο τέλος.
Έτσι θα υλοποιηθεί η αρχική πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ που εκφράστηκε με τις διατάξεις του πολυνομοσχεδίου η οποία περιέχονταν στο 3ο Μνημόνιο του Ιουλίου. Μάλιστα αξίζει να καταγραφεί η προσπάθεια να προστατευθεί από την ιστορία αυτή ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αφού τα επιτελεία του Μαξίμου διέρρεαν εντέχνως ότι δεν γνώριζε το περιεχόμενο της διάταξης και τα αποτελέσματά της ρίχνοντας τις ευθύνες στον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δ.Παπαγγελόπουλο. Αυτή την φιλολογία άλλωστε εξυπηρέτησε και το σχετικό πρωτοσέλιδο της Αυγής που χαρακτήριζε την κυβέρνηση «οφ σαιντ».
Τέλος αξιολύπητη ήταν η στάση της Νέας Δημοκρατίας η οποία αν και «έκανε σημαία» την υπόθεση με τις εξωχώριες εταιρίες (την οποία και η ίδια είχε υπερψηφίσει) στη συνέχεια δήλωσε ότι καταψηφίζει την ρύθμιση. Μάλιστα με το αστείο επιχείρημα του ότι θίγεται η επιχειρηματικότητα και η εσωστρέφεια της οικονομίας.
Τέλος αξίζει να επισημανθεί πως το ποιοί βουλευτές από ποια κόμματα έχουν φέτος τέτοιου είδους …νταραβέρια ίσως να το μάθουμε το 2020 όταν θα δημοσιοποιηθούν τα Πόθεν Έσχες του 2016. Επίσης νομικά «ανοιχτό» παραμένει το θέμα της αθώωσης εμπλεκόμενων εταιριών αφού το πολυνομοσχέδιο δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ για μερικές ημέρες. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κ. Παρασκευόπουλος κατέθεσε ρύθμιση με την οποία η διάταξη δεν λειτουργεί αναλογικά, από την άλλη όμως η Ζ. Κωνσταντοπούλου κατήγγειλε την αμνήστευση υπόχρεων Πόθεν Έσχες μέσω αυτής της υπόθεσης.