του Γιώργου Κρεασίδη
Οι βουλευτικές εκλογές στην Κύπρο πριν 15 μέρες ήταν οι πρώτες που μετά την είσοδο της σε καθεστώς μνημονίου. Όπως συνέβη παντού όπου η ΕΕ επέβαλε μνημόνιο, το πολιτικό σύστημα συνολικά μπήκε σε κρίση. Οι εκλογές έδειξαν πτώση ρεκόρ της συμμετοχής στις εκλογές, εκλογική υποχώρηση των κομμάτων που κυβέρνησαν τα τελευταία χρόνια (δεξιό ΔΗΣΥ, κεντρώο ΔΗΚΟ και αριστερό ΑΚΕΛ), την ανάδειξη κομμάτων διαμαρτυρίας και την εμφάνιση της ακροδεξιάς με το παραμάγαζο της ναζιστικής Χρυσής Αυγής (ΕΛΑΜ) να μπαίνει στη Βουλή.
Ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών ήταν το ΑΚΕΛ, το κομμουνιστικό κόμμα του νησιού, που κυβέρνησε την Κύπρο στην περίοδο 2008-2013 και έφερε την Τρόικα λίγο πριν λήξει η προεδρική θητεία του Χριστόφια. Το ΑΚΕΛ πλήρωσε το βαρύτερο τίμημα καθώς πήρε 90.205 από 122.397 το 2011. Έχασε 32.198 ψήφους και 7,1%. Το 25,7% που πήρε είναι το μικρότερο ποσοστό στην ιστορία του, καθώς θεωρήθηκε ότι έχει τη βασική ευθύνη για το μνημόνιο. Στην Ελλάδα όμως η κοινοβουλευτική Αριστερά, τόσο η κυβερνώσα του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και η αντιπολιτευόμενη του ΚΚΕ, δεν σχολίασαν το αποτέλεσμα του «αδελφού κόμματος» στην Κύπρο.
Για το ΣΥΡΙΖΑ η «σιγή ασυρμάτου» δεν είναι ανεξήγητη. Φοβάται τις αναλογίες με τη διακυβέρνηση του πρώτου κομμουνιστικού κόμματος της Ευρώπης που πήρε την εξουσία με εκλογές και οδήγησε μετά το μνημόνιο σε σοβαρή κρίση την Αριστερά.
Αλλά και το ΚΚΕ απέφυγε να βγάλει συμπεράσματα και αρκέστηκε σε ουδέτερα ρεπορτάζ στον κομματικό τύπο. Η κυπριακή εκδοχή του «πρώτη φορά Αριστερά» και τα αδιέξοδα του κοινοβουλευτισμού χρειάζονται σαφείς απαντήσεις. Αν η ΕΕ κάνει αδύνατη ακόμα και για μια κυβέρνηση κομμουνιστών μια φιλολαϊκή πολιτική, δεν μπαίνει άμεσα το καθήκον της πάλης για έξοδο από αυτή; Όχι διακηρυκτικά, αλλά σαν πολιτικό στόχο του μαζικού κινήματος και μιας ευρύτερης κινητοποίησης σε πολιτικό επίπεδο. Πώς τοποθετείται για τα αδελφά κόμματα που επιμένουν στον κοινοβουλευτισμό εντός ΕΕ, όπως κάνει σταθερά το ΑΚΕΛ και πρόσφατα το Πορτογαλικό ΚΚ; Αυτά φυσικά προϋποθέτουν και την αυτοκριτική για τον κυβερνητισμό στην ελληνική Αριστερά, αντί των υπεκφυγών για «αντεπανάσταση» και τις καταγγελίες προσώπων. Εξάλλου και τα σημερινά πρόσωπα της ηγεσίας του ΚΚΕ είχαν συναινέσει στη δημιουργία του Συνασπισμού και τη συμμετοχή στις κυβερνήσεις με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ που ουσιαστικά είναι οι αφετηρίες του ΣΥΡΙΖΑ. Η έμπρακτη αμφισβήτηση του κοινοβουλευτισμού συναπάγεται επεξεργασία επαναστατικής στρατηγικής που δεν μπορεί να περιορίζεται σε δηλώσεις απαξίωσης όσων κρίνονται σαν οπορτουνιστές, αλλά και αντίληψη για το σοσιαλισμό σαν απελευθερωτικό όραμα για την κοινωνία, πέρα από την ιδεολογική ζύμωση που δικαιώνει τον ηττημένο στα μάτια των εργαζομένων «υπαρκτό σοσιαλισμό».