Η πολιτική δολοφονία του Ν. Τεμπονέρα μήτρα έχει την πολιτική της φτώχειας, του βίαιου ξεπετάγματος στον τέταρτο κόσμο της εξαθλίωσης ολόκληρων στρωμάτων εργαζομένων, της κατεδάφισης κατακτήσεων χρόνων. Αυτή η πολιτική εμπεριέχει τη βία σαν εσωτερικό συστατικό της στοιχείο η οποία απελευθερούμενη, σε στιγμές όξυνσης της ταξικής αναμέτρησης, μπορεί να φτάσει ακόμη και σε δολοφονίες.
του Αλέκου Αναγνωστάκη
Ο Νίκος Τεμπονέρας ζει στους σημερινούς αγώνες – Οι λογαριασμοί με την Ιστορία και την ζωή παραμένουν ανοιχτοί
Το παρελθόν αποτελεί τη βάση εκτόξευσης για το μέλλον, καθοριστικό σημείο του παρόντος καθώς εισβάλλει σε αυτό και επιδρά στις ανθρώπινες συμπεριφορές. Γι αυτό είναι διαφιλονικούμενο και ευμετάβλητο. Και οι αλήθειες των ιστορικών γεγονότων είναι εύθραυστες αφού έχουν να αντιπαλέψουν το ψέμα και την εσκεμμένη σφαλερότητα. Η Ιστορία όχι μόνο δεν τελειώνει αλλά ούτε και εξαντλείται στη «δια μιας» γνώση του ενός και μοναδικού δήθεν παρελθόντος, εκτός και αν τελειώσουν μια για πάντα πράξεις και παθήματα. Οι μνήμες είναι όσες και οι άνθρωποι. Οι ομοιότητες, τα σημεία επαφής της κάθε μιας με την άλλη αλλά και οι δημόσια συγκρουόμενες διαφορές τους επιδρούν και κινητοποιούν όλες εκείνες τις πνευματικές διεργασίες που καταλήγουν σε συμπεράσματα και ερμηνείες ιστορικών γεγονότων. Και έτσι διαμορφώνεται η συλλογική, ποικιλόμορφη μνήμη, που προσδιορίζει και την ιστορική μνήμη. Οι μαρτυρίες του παρελθόντος, τα ιστορικά αποτυπώματα που έδρασαν και επέδρασαν στις κοινωνίες, είναι αξίες που επιβάλλουν να διατηρηθεί η πολιτιστική κληρονομιά σε έναν τόπο, αξίες δηλαδή που καθίστανται συνακόλουθο της ιστορίας και συμβάλλουν στο πώς μια κοινωνία αναγνωρίζει τον εαυτό της. Γι αυτό χρειάζεται να διασωθούν. Η πολιτική δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα είναι ένα συγκλονιστικό γεγονός που έχει περάσει πλέον στην Ιστορία. Ο ίδιος «ο Νίκος Τεμπονέρας ζει». Αλλά, όπως όλοι οι δικοί μας ήρωες, ζει διαφιλονικούμενος ανάμεσα σε όλες τις παραλλαγές των ρευμάτων της κοινωνικής απελευθέρωσης ή και της προσαρμογής. Επομένως ανήκει στα δοκιμαζόμενα πεδία των εύθραυστων ιστορικών γεγονότων, που αντιμετωπίζουν τη σκόπιμη προσαρμογή τους στις επιδιώξεις των αντιμαχόμενων ρευμάτων για το επιθυμητό ή ανεπιθύμητο παρόν και μέλλον. Ο Νίκος Τεμπονέρας είναι πλέον ένας ήρωας.
Αλλά οι ήρωες, σπρωγμένοι από την πικρή διαπίστωση ότι τα πολιτικά συστήματα ή η ίδια η διαδρομή της Ιστορίας δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν τον κόσμο που υπόσχονταν, μπορεί να γίνονται αναχωρητές και πλάνητες. Ή μπορεί να επιστρέφουν ως νοσταλγοί της Ιστορίας, στο εσωτερικό ενός μετέωρου και δοκιμαζόμενου κόσμου. Μιας Ιστορίας – αντίγραφο της οποίας όμως ο κύκλος, αν γινόταν καθημερινή πολιτική πρακτική, θα ήταν προδιαγραμμένος. Οι ήρωες πάνω απ’ όλα, καθώς οι λογαριασμοί µε την Ιστορία και τη ζωή παραμένουν ανοιχτοί, μπορεί να επιστρέφουν «με άλλα ρούχα, με άλλο βλέμμα και άλλη πανοπλία». Έτσι κι αλλιώς η αλήθεια των ιστορικών γεγονότων που διασώζει η Ιστορία των Λαών έχει κεφαλαιώδη σημασία γιατί με αυτή μπορούμε να έχουμε συναίσθηση των όσων έγιναν στο παρελθόν, συνείδηση των όσων χρειάζεται να γίνουν τώρα ή στο μέλλον.
Ο Ν. Τεμπονέρας επανέρχεται, μέσα από τις τολμηρές αναζητήσεις και τις σκληρές αναμετρήσεις για την επιβίωση των ανθρώπων της δουλειάς
Ο Νίκος Τεμπονέρας δολοφονήθηκε στα τριάντα εφτά του χρόνια στις δέκα και μισή το βράδυ της οκτώ Γενάρη του 1991 έξω από το 7ο Λύκειο της Πλατείας Βουδ. Διακόσια μέτρα πιο πάνω – η ιστορική μνήμη συμπυκνώνει το χρόνο, μικραίνει αποστάσεις – είναι το μνημείο των ένδεκα απαγχονισμένων ΕΑΜιτών από τους γερμανούς Ναζί. (ανάμεσα τους ο δικηγόρος Χρήστος Χωμενίδης που συνυπόγραψε την ίδρυση του ΕΑΜ ως εκπρόσωπος του τότε Σοσιαλιστικού Κόμματος).
Εκεί λοιπόν πιο κάτω δολοφονήθηκε και ο Νίκος Τεμπονέρας με δυο χτυπήματα στο κεφάλι από σιδερένιο λοστό. Ήταν τόσο το μένος του δολοφόνου που εγκεφαλική ουσία χύθηκε στο δρόμο της οδού Βύρωνος (τώρα Τεμπονέρα). Ο ελληνικός κρατικός σχηματισμός βρισκόταν ήδη σε μια νέα πολιτική περίοδο, στην είσοδο σε μια νεοφιλελεύθερης κόπιας διακυβέρνηση την οποία εγκαινίαζε το 1985 με το γνωστό του διάγγελμα ο Α. Παπανδρέου επισφραγίζοντας το σοσιαλ – νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό του ΠΑΣΟΚ.
Λίγα χρόνια μετά, στις 11 Απρίλη του 1990, η ΝΔ υπό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη παραλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας από τον Ξενοφώντα Ζολώτα, πρωθυπουργό της – παγκόσμιας δυσφήμισης της Αριστεράς – οικουμενικής κυβέρνησης ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, ΣΥΝ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν η πρώτη ελληνική κυβέρνηση, μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η οποία προχώρησε στην κατάργηση των ελέγχων τιμών σε όλα τα αγαθά με εξαίρεση τα φάρμακα, στο κλείσιμο παρεμβατικών επιχειρήσεων του δημοσίου (ΠΡΟΜΕΤ, ΙΤΚΟ, ΜΟΜΑ κ.α.), σε βίαιες ιδιωτικοποιήσεις (αστικά λεωφορεία της Αθήνας, 15 από τις 69 επιχειρήσεις που ανήκαν σε κρατικές τράπεζες όπως τα ναυπηγεία Ελευσίνας, η Τράπεζα Αθηνών, η Βιομηχανία Ζάχαρης, η Olympic Catering κ.α.), σε μεταβίβαση ή εκκαθάριση 66 προβληματικών επιχειρήσεων (ΑΓΕΤ, Πειραϊκή Πατραϊκή κ.λπ). Εγκαινίασε την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας με την εισαγωγή της μερικής απασχόλησης, της τέταρτης βάρδιας, την απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων, την προώθηση σκληρής εισοδηματικής πολιτικής. Η πολιτική αυτή προκάλεσε λαϊκή οργή, ανάπτυξη εργατικών αγώνων, καταλήψεων σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, πανελλαδικό κύμα μαθητικών καταλήψεων που κράτησαν τρεις μήνες, μέσα από μαζικές συνελεύσεις και μεγάλα πανελλαδικά συλλαλητήρια (14 και 18 Δεκεμβρίου 1990), συγκρότηση κοινών συντονιστικών αγώνα που έδωσαν ένα γενικό πλαίσιο αποτυπωμένο στις κεντρικές ανακοινώσεις. Αυτή η Άνοιξη μέσα στο καταχείμωνο της νεολαίας δεν ήταν μόνο αντίδραση στην τότε επιχειρούμενη αντιδραστική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αλλά και κανάλι εκδήλωσης συνολικότερης αντίθεσης της εργατικής οικογένειας στην κυβερνητική πολιτική. Εξ ου και η πρωτόγνωρη συμπαράσταση στις μαθητικές καταλήψεις. Οι μαθητικές καταλήψεις είχαν διάρκεια και αντοχή, δεν έσπασαν ούτε στη διάρκεια των χειμερινών διακοπών. Είχαν ικανό πολιτικό βάθος στο περιεχόμενο, στην οργάνωση και στην υποστήριξη των αιτημάτων τους. Από ένα σημείο και μετά μπορούσαν να γονιμοποιήσουν γενικότερη πολιτική. Για τους κυβερνώντες έπρεπε επομένως να σπάσουν. Συσκέψεις και εγκύκλιοι του ΥΠΕΠΘ προς τους διευθυντές των σχολείων στη διάρκεια των εορτών δίνουν οδηγίες για κατασταλτικά μέτρα. Να κοπούν τα λουκέτα στις πόρτες των σχολείων. Να παρθούν απουσίες έστω και στο πεζοδρόμιο του κάθε σχολείου. Να γίνουν «συστάσεις» στους γονείς των καταληψιών μαθητών. «Αγανακτισμένοι πολίτες», γονείς και «γονείς» κάνουν φασαρίες έξω από τα σχολεία.
Η απάντηση του κινήματος ήταν άμεση και καταλυτική, επιτροπές περιφρούρησης, κοινά συντονιστικά με φοιτητές-σπουδαστές, ενημέρωση του λαού με εξορμήσεις, οι ΕΛΜΕ έξω από τα σχολειά. Στην Πάτρα ο Νομάρχης Αχαΐας Τάγαρης και ο βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος, σε συνεργασία με τον κομματικό μηχανισμό της ΝΔ, κινητοποιούν τους λεγόμενους «Κένταυρους» που φτιάχτηκαν σαν ομάδες κρούσης της ΟΝΝΕΔ επί προεδρίας Μεϊμαράκη και Βουλγαράκη. Επικεφαλής τους ήταν ο τότε πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Πάτρας και δημοτικός σύμβουλος Γιάννης Καλαμπόκας. Κραδαίνοντας ρόπαλα, αλυσίδες και λοστάρια, εισβάλλουν μέσα στο σχολικό συγκρότημα της πλατείας Βουδ, ξυλοκοπούν τους μαθητές, ξυραφιάζουν τα χέρια του προέδρου του 15μελούς, δολοφονούν το Ν. Τεμπονέρα. Η κηδεία του Νίκου Τεμπονέρα μετατράπηκε σε παλλαϊκό συλλαλητήριο καταδίκης της κυβερνητικής πολιτικής. Το ίδιο τα μεγάλα παλλαϊκά – πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια στην Αθήνα στις 9, 10 και 11 Γενάρη του 1991. Η αστυνομία κάνει εκτεταμένη χρήση χημικών τα οποία πέφτουν στο κατάστημα Κ. Μαρούσης στην οδό Πανεπιστημίου με αποτέλεσμα να καούν 4 άνθρωποι. Ο Καλαμπόκας καταδικάστηκε πρωτόδικα για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ισόβια κάθειρξη. Αργότερα η ποινή του μειώθηκε σε 17 χρόνια και 3 μήνες και τελικά, από τον Άρειο Πάγο, σε 16 χρόνια και 9 μήνες. Αποφυλακίστηκε 7 χρόνια αργότερα. Δικηγόροι του ήταν επιφανείς πολιτικοί της ΝΔ και ο νυν χρυσαυγίτης βουλευτής Αρβανίτης. Οι υπόλοιποι σχεδόν αθωώθηκαν.
Ο Μητσοτάκης παραιτεί τον τότε υπουργό Παιδείας Κοντογιανόπουλο και αποσύρει το νομοσχέδιο. Ο Κοντογιαννόπουλος λίγα χρόνια αργότερα μετεγγράφεται συμβολικά και πολιτικά στο μεταλλαγμένο σοσιαλνεοφιλελεύθερο ΠΑΣΟΚ. Ο Νικολόπουλος, πολιτικός ταγός του Καλαμπόκα, είναι πλέον συνεργαζόμενος βουλευτής με τους ΑΝΕΛ, συγκυβερνά με το ΣΥΡΙΖΑ. Η πολιτική δολοφονία του Ν. Τεμπονέρα μήτρα έχει την πολιτική της φτώχειας, του βίαιου ξεπετάγματος στον τέταρτο κόσμο της εξαθλίωσης ολόκληρων στρωμάτων εργαζομένων, της κατεδάφισης κατακτήσεων χρόνων. Αυτή η πολιτική εμπεριέχει τη βία σαν εσωτερικό συστατικό της στοιχείο η οποία απελευθερούμενη, σε στιγμές όξυνσης της ταξικής αναμέτρησης, μπορεί να φτάσει ακόμη και σε δολοφονίες όπως και στην Ιταλία, στην Αργεντινή, στη Τουρκία. Αυτήν την πολιτική ακολουθούν διάφορες διαχειριστικές κυβερνήσεις πολλαπλών χρωμάτων και συνδυασμών – και η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ – για να φορτώσουν τα βάρη της κρίσης στις λαϊκές πλάτες.
Στη σημερινή νέα πραγματικότητα ο Ν. Τεμπονέρας μας κλείνει πονηρά το μάτι σε μέρη ταπεινά και ανώνυμα. Εκεί που αναπνέουν και αγωνίζονται οι δικοί μας άνθρωποι. Επανέρχεται, μέσα από τις τολμηρές αναζητήσεις και τις σκληρές αναμετρήσεις για την επιβίωση και τη ζωή των ανθρώπων της δουλειάς, εκεί που εξάλλου ανήκει, στον αγωνιζόμενο Λαό και μόνο σε αυτόν.