του Γιώργου Λαουτάρη
Το 3ο Μνημόνιο δεν έφερε μόνο νέα δεινά στον ελληνικό λαό. Έφερε και συνειδησιακό πρόβλημα στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που τα ψηφίζουν.
Τα περισσότερα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας διαχειρίζονται το πρόβλημα αυτό παθητικά, γνωρίζοντας βέβαια τον ιστορικά αντιδραστικό ρόλο που επιτελούν, αλλά σιωπώντας. Άλλοι πάλι επιλέγουν μια πιο ενεργητική στάση, υιοθετώντας το ερμηνευτικό μοντέλο της ηγεσίας του κόμματος και της κυβέρνησης, ότι δηλαδή «δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική» και ότι στις δοσμένες και δεδομένες συνθήκες, οι ίδιοι είναι οι ιδανικότεροι διαχειριστές, αφού έχουν το ηθικό πλεονέκτημα που τους προσδίδει το πολιτικό τους παρελθόν.
Με αφορμή όμως τη συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2016, που έγινε την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή ανέκυψε και μία νέα τάση, αυτή μιας μαρξίζουσας ή διαλεκτικής εξήγησης γιατί ένας αριστερός πρέπει να ψηφίζει μνημόνια, βάρβαρους εφαρμοστικούς νόμους υπαγορευμένους από τους δανειστές και βέβαια, τον Προϋπολογισμό που επισφραγίζει την πολιτική αυτή. Ο καθηγητής και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Δουζίνας, με ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών, εξηγεί: «Ο αγώνας για τον κοινωνικό μετασχηματισμό γίνεται λοιπόν εδώ και τώρα, αλλά δεν μπορούμε ακόμη να τον δούμε ως συστατικό μιας σημαντικής ιστορικής πορείας». Και συνεχίζει: «Μόνο στο τέλος της θα ξέρουμε αν και πότε ξεκίνησε η ριζική αλλαγή ή αν η Αριστερά έγινε ακόμη μια εκδοχή κεντροαριστερού κυβερνητισμού».
Φυσικά, ο μόνος «κοινωνικός μετασχηματισμός» που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι η αδιάκοπη από το 2010 εφαρμογή των πλέον αντικοινωνικών μεταρρυθμίσεων νεοφιλελεύθερης αντίληψης που φτωχοποιούν μαζικά τους εργαζόμενους της χώρας μας. Όμως κατά τον Κώστα Δουζίνα, σήμερα αγνοούμε την «αυριανή αξιολόγηση του παρόντος»… Σύμφωνα με τον καθηγητή, όσοι ασκούν εξ αριστερών κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ βιάζονται να προδικάσουν το ζοφερό μέλλον που έρχεται, γιατί ποιος ξέρει, μπορεί να ξημερώσουν και καλύτερες μέρες ακολουθώντας τη δημοσιονομική προσαρμογή της Μέρκελ, του Σόιμπλε και των άλλων παιδιών του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου. Αρκεί να σταματήσουμε τις γκρίνιες που κατά τον Κώστα Δουζίνα προδίδουν «συχνά ματαίωση προσωπικών φιλοδοξιών», να «σηκώσουμε τα μανίκια» και «λερώσουμε τα χέρια για να αλλάξει η ρότα».
Για να προσδώσει και ένα φιλοσοφικό επίχρισμα στο μνημονιακό του αδιέξοδο, ο αρθρογράφος επικαλείται και τη διαλεκτική φιλοσοφία της ιστορίας, που φυσικά απορρίπτει «την πίστη στην ιστορική νομοτέλεια». Υπερασπιζόμενος «το ιστορικό γίγνεσθαι ως ανοικτό, απρόοπτο, ενδεχομενικό, τυχαίο» υποστηρίζει ότι ο μνημονιακός προϋπολογισμός που υπερψήφισε μπορεί να βγει και σε καλό.
Αυτό όμως δεν είναι διαλεκτικός υλισμός. Είναι μνημονιακός αγνωστικισμός.