του Γιώργου Κρεασίδη
Με τη συγκρότηση επιτροπής για την αναδιάρθρωση του χρέους που αποφάσισε με εισήγηση του Ε. Τσακαλώτου τη Δευτέρα το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π.), η κυβέρνηση επιχειρεί να ανοίξει το θέμα της ρύθμισης του δημόσιου χρέους. Σε σχετικές δηλώσεις ο υπουργός Οικονομικών στο ετήσιο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου «Η ώρα της ελληνικής οικονομίας», πρότεινε να γίνει χωρίς καθυστερήσεις έως τον επόμενο Μάρτη.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια κυβερνητική προσπάθεια διαφοροποίησης από την άνευ όρων αποδοχή της πληρωμής του χρέους και του μνημονιακού μονόδρομου. Δεν είναι καινούργιο στοιχείο εξάλλου για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ η πιστή εφαρμογή των καταστροφικών μνημονιακών δεσμεύσεων με τη ρητορική αμφισβήτησής τους. Ήδη στις προγραμματικές δηλώσεις της πρώτης κυβέρνησής του το Γενάρη, ο Α. Τσίπρας ήταν σαφής ότι το χρέος θα πληρωθεί. Σήμερα το θέμα έχει πάρει άλλη διάσταση καθώς μετά από πεντέμισι χρόνια κοινωνικής καταβύθισης στο όνομα του χρέους, από τα 300 δισ. ευρώ, το 129% του ΑΕΠ, που ήταν το 2009, το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά εκτιμά πως για το 2015 θα φτάσει τα 316,5 δισ. ευρώ ή 180,2% του ΑΕΠ και το 2016 θα στα 327,6 δισ. ή 187,8%.
Η κυβέρνηση δε ξεγελιέται από την πολιτική αδυναμία και αναξιοπιστία της φιλοΕΕ αντιπολίτευσης και αντιλαμβάνεται πως οι αντοχές της κοινωνίας είναι οριακές και η ανοχή της προσωρινή. Γι’ αυτό παράλληλα με τα οικουμενικά σενάρια και τις ασκήσεις συναίνεσης, επιχειρεί να θέσει ξανά ζήτημα ρύθμισης του χρέους. Ανεξάρτητα από τις πιθανότητες να πετύχει κάτι ουσιαστικό, θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει προπαγανδιστικά το θέμα, με τρόπο ανάλογο με την υπόθεση της περίφημης διαπραγμάτευσης. Όταν η συμφωνία της 20ης Φλεβάρη και η συμμόρφωση στα μνημόνια αποδείχτηκε οδηγός των κυβερνητικών επιλογών προς το επαίσχυντο 3ο μνημόνιο, παρά το λαϊκό «Όχι» του δημοψηφίσματος.
Έτσι λίγες μέρες μετά το επίσημο τέλος της Επιτροπής Αλήθειας για το Χρέος της Βουλής από τον πρόεδρό της Ν. Βούτση, συγκροτήθηκε η επιτροπή για την αναδιάρθρωση από τον Τσακαλώτο.
Η υποδοχή της ιδέας από την Τρόικα δεν ήταν θερμή, καθώς στο ίδιο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, ο εκπρόσωπος της ΕΕ Ντ. Κοστέλο απέρριψε τη ρύθμιση, αλλά άφησε ανοιχτό την πιθανότητα παράτασης της αποπληρωμής του χρέους, πέρα από το προβλεπόμενο 2059(!). Αρκεί φυσικά να προχωρήσει η κυβέρνηση σε όλα τα προαπαιτούμενα και «να είναι σαφής ως προς τις μακροπρόθεσμες πολιτικές». Το ρεαλιστικό ενδεχόμενο να μην μπορούν να πληρωθούν οι δόσεις του 2022 είναι υποτίθεται το κίνητρο, ώστε να υλοποιηθεί τελικά αυτό που αναμενόταν, δηλαδή επιμήκυνση και νέα συμφωνία μνημονιακού τύπου. Ουσιαστικά η ΕΕ υπόσχεται ένα μνημόνιο χωρίς τέλος.
Στην πράξη όλα αυτά σημαίνουν ότι αύριο, Δευτέρα, 298,7 εκατ. ευρώ θα πάρουν το δρόμο για το ΔΝΤ. Θα ακολουθήσουν άλλα 560 εκατ. στις 16 Δεκέμβρη και η χρονιά κλείνει με 336 εκατ. που θα πάνε στη «μαύρη τρύπα» του χρέους, στις 21 του μηνός. Δηλαδή μέσα σε αυτό το μήνα που η κυβέρνηση ετοιμάζεται να διαλύσει το ασφαλιστικό εντελώς και να τσακίσει τις συντάξεις, θα δώσει 1,19 δισ. ευρώ στα ταμεία του ΔΝΤ. Την ίδια στιγμή, όπως επισημάνθηκε στο Πριν, στις 22/11 (Λ. Βατικιώτης, Προϋπολογισμός νέας λιτότητας) ο προϋπολογισμός που ετοίμασε για το 2016 προβλέπει για τόκους 5,93 δισ. ευρώ, όσες δηλαδή και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, αυτοδιοίκηση, επιστροφή φόρων. Αυτά όταν για την παιδεία προβλέπονται 4,876 δισ., ενώ για πόρους υγείας 4,397 δισ. ευρώ.
Η χρεομηχανή που εξαθλιώνει την κοινωνία με το χρέος να διογκώνεται και τα μνημόνια να γίνονται αιώνια, επαναφέρει στο προσκήνιο την ανάγκη διεξόδου. Η πρόταση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς για άρνηση αναγνώρισης του χρέους, μαζί με μονομερείς ενέργειες για παύση πληρωμών και διαγραφή του είναι η μόνη λύση για σωθεί ο λαός και η έξοδος από ευρώ και ΕΕ βασικές πολιτικές προϋποθέσεις για έναν τέτοιο δρόμο.