της Μαριάννας Τζιαντζή
Λειαίνουμε τις κοινωνικές αδικίες, λέει ο υπουργός Παιδείας με αφορμή το κλιμακωτό ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση. Μόνο που οι συγκεκριμένες κοινωνικές αδικίες είναι νέας κοπής, τις έφερε η ίδια η κυβέρνηση, που τώρα κλαψουρίζει ότι «αυτοπαγιδεύτηκε». Αντί να πληρώνει όλος ο λαός 23% ΦΠΑ στο μοσχάρι, θα πληρώσουν μερικές «πενταροδεκάρες» οι «πάντως εύποροι» που στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο.
Κάποτε το δίλημμα ήταν «κανόνια ή βούτυρο». Τώρα το δίλημμα έγινε «μοσχάρι ή σχολείο/φροντιστήριο;»
Όσο για εκείνες τις οικογένειες που θα αναγκαστούν να στείλουν τα παιδιά τους στο δημόσιο σχολείο, ο κ. Φίλης απαντά «θρανία υπάρχουν». Το ερώτημα είναι ποιοι περισσευούμενοι εκπαιδευτικοί θα διδάξουν. Και πού θα τοποθετηθούν αυτά τα θρανία; Σε κοντέινερ; Βέβαια, και στα δημόσια νοσοκομεία «ράντζα υπάρχουν», διάδρομοι υπάρχουν…
Φαίνεται ότι ο μαριαντουανετισμός είναι η ασθένεια της κυβερνώσας αριστεράς. Μετά τα γεμιστά της κυρίας Φωτίου, που χορταίνουν όλη την οικογένεια «με το τίποτα», ακούμε ότι «όποιος στέλνει το παιδί του σε ιδιωτικό αναλαμβάνει και το κόστος». Για την ακρίβεια, «όποιος αναγκάζεται να στέλνει…» Γιατί όλοι ξέρουμε ότι πολλά ιδιωτικά σχολεία δεν είναι μικρά Ίτον, αλλά αποθήκες φύλαξης των παιδιών όταν και οι δύο γονείς εργάζονται.
Κάθε φορά λοιπόν που θα βάζουμε στο στόμα μας ένα κεφτεδάκι, θα πρέπει να λέμε «γεια στα χέρια σου», όχι εκείνου/-ης που που το μαγείρεψε αλλά εκείνου που υπέγραψε για να μην ακριβήνει κι άλλο ο μόσχος του λαού. Και θα πίνουμε εις υγείαν των «εύπορων» κορόιδων που θα επιβαρύνονται με το ΦΠΑ που αλλιώς θα το πληρώναμε εμείς οι κρεατοφάγοι. Θα πίνουμε και εις υγείαν των εκπαιδευτικών της ιδιωτικής εκπαίδευσης στις πλάτες των οποίων οι ιδιοκτήτες θα μετακυλήσουν του ΦΠΑ το κόστος.