γράφουν: Αρχοντούλα Βαρβάκη
Ειρήνη Γαϊτάνου
Ακριβώς δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του αντιφασίστα μουσικού Παύλου Φύσσα (Killah-P), o υπόδικος αρχηγός της Χρυσής Αυγής μιλώντας στο ραδιόφωνο του Real FM, δήλωσε πως η οργάνωσή του αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για «τη δολοφονία στο Κερατσίνι»! Τη συνέντευξη έδωσε προχτές, Πέμπτη, μια μέρα, δηλαδή, πριν από τις αντιφασιστικές συγκεντρώσεις και πορείες που τίμησαν τη μνήμη του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, το Ηράκλειο, τον Βόλο και άλλες πόλεις της χώρας και τη διοργάνωση του -ετήσιου πια- Rap Monster Festival (που ο ίδιος ξεκίνησε το 2012) από την ανεξάρτητη ραπ κοινότητα και τους φίλους του. Έχουν περάσει ακριβώς δύο χρόνια μετά τη νύχτα που ο αντιφασίστας μουσικός δολοφονήθηκε και ο αντιφασιστικός κόσμος της χώρας θυμάται, τιμά τη μνήμη και τον αγώνα του. Ξέρει πως η δολοφονία αυτή δεν ήταν τυχαία. Το ήξερε φυσικά και πριν το παραδεχτεί ο Ν. Μιχαλολιάκος. Η παραδοχή όμως αυτή είναι εξαιρετικά σημαντική: η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για τη δολοφονία σημαίνει ευθέως αποδοχή της κατηγορίας της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, όπως αναδεικνύουν οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής, γεγονός που αποτελεί ομολογία με τεράστια πολιτική όσο και δικαστική χρησιμότητα.
Η ταξική θέση του Παύλου Φύσσα και βέβαια η αντιφασιστική του δράση, ο τρόπος με τον οποίο δολοφονήθηκε, η περικύκλωση του και οι μαχαιριές στην κοιλιά και την καρδιά, αλλά και όλα όσα είχαν προηγηθεί, η επίθεση στα μέλη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στο Πέραμα, οι επιθέσεις στους μετανάστες και η δολοφονία του Σαχζάντ Λουκμάν, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για το τι έγινε εκείνο το βράδυ. Το καλά οπλισμένο χέρι του φασισμού, σημάδεψε έναν αγωνιστή για να φιμώσει τον ίδιο και όποιον άλλο τολμά να αντιστέκεται στις βάρβαρες πολιτικές που τον εκτρέφουν. Ενδεικτική ήταν η ανοχή της αστυνομίας, η οποία αν και παρούσα στη δολοφονία, δεν παρενέβη ενώ επιχείρησε στη συνέχεια να συσκοτίσει τα γεγονότα.
Πριν περάσουν 24 ώρες από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, το Κερατσίνι κατακλυζόταν από τη μεγάλη αντιφασιστική πορεία που ξεκίνησε από την Αμφιάλη. Οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν τις επόμενες μέρες. Η εικόνα του Killah P με το μικρόφωνο στο χέρι πέρασε τα ελληνικά σύνορα. Ο Παύλος Φύσσας έγινε σύμβολο του αντιφασιστικού αγώνα.
Μεγάλη αντιφασιστική κινητοποίηση προγραμματίστηκε χτες Παρασκευή στο Κερατσίνι, με προσυγκέντρωση στο σημείο της δολοφονίας όπου βρίσκεται το μνημείο του Παύλου Φύσσα. Κοινωνικοί και πολιτικοί φορείς της περιοχής που πήραν την πρωτοβουλία (Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού, Σύλλογος Εκπαιδευτικών Π.Ε. Νίκαιας–Πειραιά, Σωματείο Εργαζομένων Δήμου Νίκαιας-Αγ. Ι. Ρέντη, Τοπική Επιτροπή ΕΙΝΑΠ Κρατικού Νοσοκομείου Νικαίας, Αντιναζιστική Πρωτοβουλία Πειραιά, Εργατική Λέσχη Κερατσινίου Δραπετσώνας, ΚΕΕΡΦΑ Κερατσινίου-Νίκαιας), στο κάλεσμά τους σημειώνουν: «Η 18η του Σεπτέμβρη πρέπει να αποτελέσει το μαζικό και αποφασιστικό ξεκίνημα για την ανάπτυξη ενός αντιφασιστικού κινήματος το οποίο με κεντρικές αντιφασιστικές κινητοποιήσεις και με δράσεις στις γειτονιές και τους κοινωνικούς χώρους δε θα αφήσει τους φασίστες να σηκώσουν κεφάλι και να ξαναβγούν στο δρόμο. Το χρωστάμε στη μνήμη του Παύλου». Στην κινητοποίηση καλούσαν ακόμα δεκάδες άλλοι κοινωνικοί και πολιτικοί φορείς, σωματεία, κινήσεις γειτονιάς και αντιφασιστικές κινήσεις, μεταξύ των οποίων και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Η αντιφασιστική διαδήλωση της 18ης του Σεπτέμβρη του 2013 ήταν η αρχή ενός αντιφασιστικού ξεσπάσματος, το οποίο άσκησε μεγάλη πίεση και στην κυβέρνηση. Η λαϊκή οργή που εκφράστηκε σε συνδυασμό με την ανάγκη της Νέας Δημοκρατίας να επιβεβαιώσει την ηγεμονία της στο χώρο της Δεξιάς, οδήγησαν στη διεξαγωγή της δίκης της Χρυσής Αυγής. Η κυβέρνηση Σαμαρά έπρεπε να απαντήσει στις αντιδράσεις που ξέσπασαν, και να επιχειρήσει να αποστασιοποιηθεί από το γεγονός. Φυσικά η θεωρία των δύο άκρων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκστρατεία της. Επιστρατεύτηκε για να «αναλύσει» το φαινόμενο, επιδιώκοντας να εξισώσει τις φασιστικές πρακτικές με τους αγώνες του εργατικού κινήματος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χωρίς την πίεση του κινήματος, το κράτος κάθε άλλο παρά σκόπευε να προχωρήσει στις διώξεις των φασιστών. Εξάλλου όλες οι μεθοδεύσεις που ακολουθήθηκαν από την έναρξη της δίωξης , στόχευαν καταρχήν στο να πέσουν οι κατηγορούμενοι στα μαλακά. Από την αρχική άρνηση προφυλακίσεων, την επιλεκτική και προνομιακή μεταχείριση (σε πλήρη αντίθεση με την αντίστοιχη μεταχείριση πολιτικών κρατουμένων της Αριστεράς και του αναρχικού χώρου), τη διαμόρφωση του κατηγορητηρίου με τρόπο που να τους ξεπλένει από τις σοβαρότερες κατηγορίες, τη συντονισμένη εκστρατεία ΜΜΕ και άλλων μηχανισμών να εξωραΐσουν τη δράση τους, ως την ίδια τη δίκη, η μεθόδευση αυτή είναι συστηματική όλα τα τελευταία χρόνια.
Προσπάθεια υποβάθμισης της δικης
Σε ό,τι αφορά τη δίκη καθεαυτή, ήταν ολοφάνερη η συντονισμένη προσπάθεια κοινωνικής και πολιτικής αποστείρωσης της διαδικασίας, η διεξαγωγή της στο περιθώριο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, πέρα και μακριά από το ίδιο το αντιφασιστικό κίνημα και την παρουσία του. Ως να πρόκειται για ένα ποινικό/τεχνικό θέμα που δεν αφορά την ίδια την κοινωνία. Πρώτη μεθόδευση ήταν και παραμένει ο ίδιος ο χώρος διεξαγωγής της: μακριά από το κέντρο της Αθήνας, σε μια πολύ μικρή αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού. Η επιλογή εξυπηρετεί το σταθερό στόχο υποβάθμισης και κοινωνικοπολιτικής αποστείρωσης. Εδώ έγκειται και η προσπάθεια επικέντρωσης στο αποκλειστικά δικαστικό και θεσμικό σκέλος και τελικά η αντιμετώπιση της δίκης ως μιας τυπικής διαδικασίας και του φασιστικού φαινομένου ως τεχνικό και όχι πολιτικό φαινόμενο. Εξάλλου, κατά γενική παραδοχή πολλών νομικών, η δικογραφία και η νομική προδικασία είναι προβληματική, ανεκτική και με κενά.
Παράλληλα, η προσπάθεια απαλλαγής των κρατουμένων από τις κατηγορίες ηθικής αυτουργίας, και η εστίαση στη φυσική αυτουργία αποτελεί πολιτική επιλογή ξεπλύματος των κεντρικών πολιτικών στελεχών της Χρυσής Αυγής. Η στάση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υποβοήθησε την παραπάνω προσπάθεια, με τη συχνή θεσμική αναγνώριση της Χρυσής Αυγής σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, αλλά και με τη διατήρηση των φασιστικών θυλάκων μέσα στο κράτος, και ιδιαίτερα στους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Τέλος, όλη η διαδικασία της δίκης είναι προβληματική, με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, και με διάφορα κωλύματα προς την πολιτική αγωγή.
Η σημασία της αντιφασιστικής πάλης
Το φασιστικό φαινόμενο, σε διαφορετικές ταχύτητες και μορφές, αναδύεται τα χρόνια της κρίσης με πολύ επιθετικό πρόσωπο, ενώ συμφύεται πιο άμεσα από ποτέ με τις επίσημες κρατικές και ευρωπαϊκές πολιτικές και την προώθηση του νεοφιλελευθερισμού. Αν στην Ουκρανία είδαμε το πρώτο επίσημο πείραμα ενός φασιστικού καθεστώτος με τις ευλογίες της ΕΕ και αλλού βλέπουμε ακροδεξιά κόμματα να συμμετέχουν σε κυβερνήσεις ή να κατοχυρώνουν την εκπροσώπηση σημαντικών κομματιών του πληθυσμού, παράλληλα όλο και περισσότερες κυβερνήσεις υιοθετούν όψεις της ακροδεξιάς ρητορικής και πρακτικής. Στην Ελλάδα το φαινόμενο έχει ακόμα μεγαλύτερη ένταση και ιδιαιτερότητα, με την εκτίναξη της ναζιστικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής.
Η αντιφασιστική πάλη αποκτά λοιπόν εξαιρετική σημασία, τόσο σε επίπεδο ιδεών, όσο και με όρους μαχητικής κοινωνικής και πολιτικής κινητοποίησης. Πολύ περισσότερο σήμερα, που το προσφυγικό ζήτημα αναδεικνύει ακόμα πιο εμφατικά την ανάγκη αντιφασιστικού αγώνα. Ο αγώνας αυτός δεν μπορεί παρά να γίνεται με σεβασμό στη σχετική του αυτοτέλεια, και παράλληλα σε σύνδεση με την ευρύτερη λαϊκή πάλη, καθώς προφανώς, το φασιστικό φαινόμενο δεν μπορεί να ιδωθεί αποκομμένο από τις καπιταλιστικές πολιτικές. Η ιστορική εμπειρία μας υπενθυμίζει πικρά τα όρια λογικών υποτίμησης του μετώπου αυτού, είτε με την έννοια της άμεσης αναγωγής του στον καπιταλισμό και της υποτίμησης της σχετικής του αυτοτέλειας, είτε με την ενσωμάτωσή του σε πλατιές «συμμαχίες» με την αστική τάξη στα πλαίσια δημοκρατικών μετώπων.
Στην Ελλάδα, έχουν αναπτυχθεί πολλές μορφές κινηματικού και πολιτικού αντιφασισμού, με λαϊκές επιτροπές, πολιτικές πρωτοβουλίες, στέκια και αντιφασιστικές συλλογικότητες, ενώ το αντιφασιστικό κίνημα έχει δώσει σημαντικούς αγώνες, με νίκες τόσο σε επίπεδο ιδεών όσο και στο δρόμο. Χρειάζεται να βαθύνει ο ενιαίος συντονισμός των διαφόρων μορφών, αναβαθμίζοντας τη σχέση τους με το εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα. Η στόχευση και παρέμβαση έχει πολλές πλευρές: ιδεολογική απονομιμοποίηση του φασισμού, προβολή μιας διαφορετικής αφήγησης για τα πολιτικά επίδικα, την κοινωνία και τον πολιτισμό, ανασυγκρότηση του κοινωνικού ιστού με πρωτοπόρο τον οργανωμένο λαό, μαζική εμπλοκή οργάνων και συλλογικοτήτων του λαϊκού κινήματος, προσφυγή σε θεσμικά μέσα, δομές περιφρούρησης και μαζικής λαϊκής αυτοάμυνας.