του Παναγιώτη Παναγιωτίδη*
Αγωνίζομαι χρόνια στη συνδικαλιστική και πολιτική ζωή του τόπου με γνώμονα τα συμφέροντα των εργαζομένων, των αγροτών, των μικροεμπόρων, της φοιτητικής, σπουδάζουσας και μαθητιώσας νεολαίας. Υπερασπίστηκα και υπερασπίζομαι τα λαϊκά συμφέροντα, γιατί αυτά, είναι συμφέροντα και της οικογένειας μου, αφορούν το μέλλον και των δικών μου παιδιών.
Συνέχεια αυτής της δράσης μου είναι και η ένταξη μου στα ψηφοδέλτια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως Ανένταχτος, διατηρώντας τις όποιες ιδεολογικές, πολιτικές, προσωπικές μου απόψεις και παραμερίζοντας τις όποιες διαφορές που έχουμε, συμφωνώντας στο κύριο. Στην ανάγκη της αντίστασης και της Ανατροπής των πολιτικών της απορρύθμισης που εδώ και δεκαετίες εφαρμόζονται σε ΕΕ και όλο τον κόσμο. Αντίθετος στους όρους και στην λογική που θέτει το πολιτικό κατεστημένο, αρνούμαι την έννοια και τον όρο μνημονιακός και αντιμνημονιακός, που στενεύει και περιορίζει την αναζήτηση για μια λύση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο τόπος.
Αντιστρέφοντας λοιπόν αυτή την λογική, θα χρησιμοποιήσω τους ίδιους ορισμούς για να δείξω ότι η σημερινή κατάντια είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιων πολιτικών που εφαρμόζονται εδώ και δεκαετίες και όχι μόνο στην χώρα μας. Από το 1980 έως σήμερα είχαμε χιλιάδες μικρά μνημόνια (κοινοτικές οδηγίες και ντιρεκτίβες) όπου η κάθε χώρα έπρεπε να εφαρμόζει. Το πρώτο μεγάλο οργανωμένο μνημόνιο με μορφή συνθήκης ήταν αυτή του Μάαστριχτ το 1992. Ακολούθησαν τα «μνημόνια» η Συνθήκη του Άμστερνταμ, η Συνθήκη της Νίκαιας, η Συνθήκη της Λισαβόνας. Ανάμεσα σε αυτές τις συνθήκες υπήρξαν χιλιάδες μικρά μνημόνια με την μορφή οδηγιών της ΕΕ. Σήμερα την ταχεία εφαρμογή όλων εκείνων που έχουν αποφασιστεί με όλα αυτά τα μνημόνια – συνθήκες, την καλύπτουν κάτω από την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους, όταν όλες οι συνθήκες και οι οδηγίες που εφαρμόζονταν από το 1982 έως σήμερα είχαν ακριβώς αυτό τον στόχο.
Με πρόσχημα την δημοσιονομική προσαρμογή, την ανταγωνιστικότητα, πετύχαιναν την αύξηση της κερδοφορίας των μονοπωλιακών, τραπεζικών και εφοπλιστικών ομίλων, φορτώνοντας στο λαό τα βάρη αυτής της πολιτικής αλλά και τα χρέη από το δανεισμό του κράτους. Το κράτος σήμερα λειτουργεί σαν ο συλλογικός καπιταλιστής, το «σωματείο» που φροντίζει τα μέλη του. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η «ομοσπονδία», η ένωση αυτών των συλλογικών καπιταλιστών. Εκτιθέμενος σε κάθε κακόβουλη ερμηνεία θα τολμούσα να πω ό,τι «χτίζουν ένα ιδιότυπο σοσιαλισμό όπου εξασφαλίζει τα πάντα για τους πλούσιους και αφήνει την ‘’χαρά’’ του καπιταλισμού για τα εκατομμύρια των φτωχών». Η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Αυτό που διασφαλίζουν με όλα αυτά τα μέτρα είναι η σταθερότητα του ευρώ, που σαν επενδυτικό νόμισμα εξασφαλίζει τις αποδόσεις των κεφαλαίων της πλουτοκρατίας και η μεταφορά των ζημιών της κρίσης στους λαούς της Ευρώπης και κύρια της Ελλάδας. Αυτό έγινε και με την αναδιάρθρωση του χρέους, όπου απαλλάγηκαν οι ιδιώτες κάτοχοι από ένα μεγάλο μέρος από τα ομόλογα και τα φορτώθηκαν οι λαοί της Ευρώπης. Το κλείσιμο των τραπεζών και ο έλεγχος στην κίνηση των μετρητών ήταν μοιραίο να γίνει, μόνο που έπρεπε να βρεθεί και η προφανής «αιτία» για να γίνει κάτι τέτοιο. Αυτή ήταν και η υπηρεσία που πρόσφερε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και από την στιγμή που αυτό έγινε δημιουργήθηκε μια κατάσταση που από μοιραίο επακόλουθο της ακολουθούμενης πολιτικής έγινε γεγονός έκτακτης ανάγκης κάτω από το οποίο θα υπογραφεί και θα υλοποιηθεί το τρίτο μνημόνιο, μέσω του οποίου θα μεταφερθούν όλες οι ζημιές των πλουτοκρατών στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων.
Όταν το σύστημα εξασφαλίσει την σταθερότητα του και ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο από μια επίσημη χρεοκοπία της Ελλάδος τότε η χώρα θα οδηγηθεί στο δικό της νόμισμα κάτω από τον έλεγχο της ΕΕ. Γι αυτό και το κόμμα «Λαϊκή Ενότητα» δεν είναι η λύση, αλλά μέρος του προβλήματος πολύ περισσότερο που σε καμία μα καμία διακήρυξη τους δεν αναφέρονται σε έξοδο από την ΕΕ.
* Ανένταχτος, υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκλογική συνεργασία με ΕΕΚ και ανένταχτους αγωνιστές/στριες της Αριστεράς στο νομό Λάρισας.