του Γιώργου Γρόλλιου
Η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε φορέα εφαρμογής των μνημονίων έγινε η αιτία για τη διάσπασή του και τη δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας, γεγονός που κατ’ αρχήν είναι θετικό. Όμως, με βάση την κοινωνική καταστροφή της εποχής, της καπιταλιστικής κρίσης και των μνημονίων, καθώς και την πολιτική προέλευση της ηγετικής ομάδας της ΛΑΕ, είναι αδύνατο να πιστέψουμε πως αυτή δεν κατανοεί ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο φιλολαϊκής διεξόδου μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι αδύνατο να πιστέψουμε πως δεν βλέπει ότι η ΕΕ είναι το σφαγείο των λαϊκών δικαιωμάτων και αναγκών, δεν αλλάζει και δεν μεταρρυθμίζεται. Είναι αδύνατο να πιστέψουμε πως θεωρεί στα σοβαρά ότι με μισόλογα περί εξόδου από το Ευρώ αν χρειαστεί και δημοψηφίσματος για την ΕΕ δεν θα επαναληφθούν, ως φάρσα ή ως τραγωδία, όσα έγιναν (και με δική της σοβαρότατη ευθύνη) στο επτάμηνο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ανάλογα μπορούν να ειπωθούν και για τη σημερινή ηγετική ομάδα του ΚΚΕ. Το ότι δεν υποτάχθηκε στη λογική της παντοδυναμίας του καπιταλισμού στη δεκαετία του 1990 και δεν αστικοποιήθηκε, όπως τόσα άλλα ΚΚ, είναι θετικό γεγονός.
Όμως, με βάση την κοινωνική καταστροφή της εποχής της καπιταλιστικής κρίσης και των μνημονίων, καθώς και την πολιτική προέλευση της ηγετικής ομάδας του ΚΚΕ, είναι αδύνατο να πιστέψουμε πως αυτή δεν κατανοεί ότι η παραπομπή ενός προγράμματος ρήξης με τις βασικές πολιτικές επιλογές της κυρίαρχης τάξης στο απροσδιόριστο μέλλον, οδηγεί το λαϊκό κίνημα σε αδράνεια. Είναι αδύνατο να πιστέψουμε πως η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ δεν βλέπει ότι η άρνησή της να θέσει ως άμεσο και επιτακτικό ζήτημα την αποχώρηση της χώρας από το Ευρώ και την Ε.Ε. οδηγεί στην πολιτική απομόνωση, όπως φάνηκε στο δημοψήφισμα.
Εκείνο που ενώνει την ηγεσία της ΛΑΕ με την ηγεσία του ΚΚΕ είναι ότι δεν επιθυμούν σήμερα τη σύγκρουση με σκοπό την ανατροπή του μαύρου μετώπου του κεφαλαίου και της ΕΕ. Και οι δύο αρνούνται την αποφασιστική σύγκρουση με την ΕΕ, σύγκρουση μέσω της οποίας πραγματώνεται τόσο η πάλη για ανατροπή της ιμπεριαλιστικής επιτροπείας και για την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας, όσο και η πάλη για την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και για το σοσιαλισμό. Η άρνηση της σύγκρουσης αποτελεί μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή. Ο μόνος ασφαλής τρόπος για να ερμηνευτεί αυτή η επιλογή είναι η ιστορία των δύο ηγετικών ομάδων, καθοριστικός σταθμός της οποίας ήταν το τι έκαναν το 1989, όταν στήριξαν ανοιχτά τη συνεργασία της Αριστεράς με τη Δεξιά και με το ΠΑΣΟΚ. Αυτό είναι το προπατορικό αμάρτημα των ηγετικών ομάδων της ΛΑΕ και του ΚΚΕ από το οποίο μέχρι σήμερα είναι φανερό πως δεν έχουν απαλλαχτεί.
Με βάση τα προηγούμενα, οι πρωτοπόρες δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να παλέψουν με όλες τους τις δυνάμεις για ένα καλό εκλογικό αποτέλεσμα στις 20 Σεπτέμβρη. Αλλά πρέπει να ξέρουν ότι επειδή στην πολιτική δεν υπάρχουν παρθενογενέσεις, τα καθήκοντά τους την επόμενη μέρα των εκλογών θα είναι βαρύτατα και δεν πρέπει να τρέφουν ψευδαισθήσεις για την ηγεσία της ΛΑΕ και του ΚΚΕ. Αν οι πρωτοπόρες δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ καθυστερήσουν τη συγκρότηση ενός ενιαίου ισχυρού αντικαπιταλιστικού – αντιιμπεριαλιστικού κόμματος που θα αγωνίζεται με κατευθυντήριους άξονες την εθνική ανεξαρτησία και τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, άξονες που επί της ουσίας διαπερνούν το πολιτικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, θα χάσουν μια μεγάλη ευκαιρία. Την ευκαιρία της συγκρότησης ενός πλατύτατου λαϊκού μετώπου, το οποίο είναι ορατό πλέον δια γυμνού οφθαλμού, ότι για να συγκροτηθεί και να νικήσει χρειάζεται ισχυρό κόμμα.
* υποψήφιος στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκλογική συνεργασία με ΕΕΚ και ανένταχτους αγωνιστές/στριες της Αριστεράς