του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Περισσότερο ως άσκηση για τους εσωκομματικούς συσχετισμούς στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκληφθεί η συνεδρίαση της Τετάρτης στην Βουλή. Κυβέρνηση-Ν.Δ-Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ φρόντισαν ώστε να περάσει με 230 ψήφους το 2ο πακέτο των προαπαιτούμενων της ‘Τρόϊκα» ενώ η στάση της Αριστερής Πλατφόρμας διασφάλισε ότι η κυβέρνηση δεν θα …χάσει την τιμή της συγκεντρώνοντας πάνω από 120 ψήφος που θεωρείται ψυχολογικό όριο. Το αποτέλεσμα ήταν 230 «ΝΑΙ» (Πλειοψηφία κυβερνητικών βουλευτών-ΝΔ-Ποτάμι-ΠΑΣΟΚ) , 65 «ΟΧΙ» (ΚΚΕ, Χ.Α, διαφωνούντες ΣΥΡΙΖΑ) και 5 «Παρών» (βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ).
Μετά από μία ακόμη τυπική διαδικασία κοινοβουλευτικής συζήτησης περίπου 8 ωρών, έγινε νόμος του κράτους η αλλαγή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας έτσι ώστε οι ανάγκες των τραπεζών να αποτιμούνται ως σημαντικότερες των διεκδικήσεων των εργαζομένων. Επίσης οι διοικήσεις των τραπεζικών ιδρυμάτων διασφάλισαν για πολλοστή φορά τα κέρδη τους, τα οποία θα πληρώσουν οι φορολογούμενοι και εφόσον χρειαστεί οι καταθέτες μέσω της υιοθέτησης σχετικής κοινοτικής οδηγίας. Οι δύο αυτές ρυθμίσες περιέχονταν στο νομοσχέδιο που ψηφίστηκε ενώ η νομοθέτηση με βάση της απαιτήσεις της Τρόικας θα συνεχιστεί και τον Αύγουστο με ανοιχτό το ενδεχόμενο να αξιοποιηθεί η δυνατότητα των περίφημων θερινών τμημάτων εφόσον υπάρξει πρόβλημα συσχετισμών.
Στο πολιτικό επίπεδο, αμέσως μετά την λήξη της συνεδρίασης η κυβερνητική εκπρόσωπος Ολγα Γεροβασίλη και ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς ανακοίνωσαν την διαπίστωσή τους περί του ότι «υπάρχει ρήγμα στον ΣΥΡΙΖΑ». Αντίθετα, εκπροσωπώντας την Αριστερή Πλατφόρμα, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης διαφώνησε με την εκτίμηση αυτή λέγοντας πως «ο ΣΥΡΙΖΑ ειναι ενωμένος με τις διαφορετικότητες του. Οι διαφορές είναι μέσα στις νόμιμες λειτουργίες του ΣΥΡΙΖΑ και πρέπει να γίνονται σεβαστές από όλους. Η διαφορετικότητα είναι ζωντάνια είναι δύναμη για ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς».
Οι δηλώσεις έγιναν με βάση την καταμέτρηση των ψήφων της κυβερνητικής πλευράς, όπου κατεδειξαν 31 αρνητικούς ψήφους και 5 παρών από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αφήνοντας την κυβέρνηση με ελαφρώς αυξημένη δύναμη σε σύγκριση με την προηγούμενη ψηφοφορία αφού συνολικά 126 στήριξαν την κυβερνητική επιλογή έναντι 123 της προηγούμενης. Επίσης, όμως, 5 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αν και υπερψήφισαν επί της αρχής δήλωσαν ότι θα καταψήφιζαν το 1ο από τα δύο άρθρα του νομοσχεδίου, κίνηση συμβολική αφού δεν έγινε ψηφοφορία για το συγκεκριμενο άρθρο σχετικά με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας. Παράλληλα υπήρξαν και μετατοπίσεις εκατέρωθεν από το «Ναι» στο «Όχι». Στην κυβερνητική πλειοψηφία προστέθηκαν οι βουλευτές Β.Κατριβάνου, Δ.Μπαξεβανάκης,Ν.Μιχαλάκης, Χ.Καραγιαννίδης που είχαν ψηφίσει παρών καθώς και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης που ψήφισε «ΝΑΙ» ενώ είχε καταψήφίσει στην προηγούμενη ψηφοφορία. Μάλιστα αιτιολογώντας την κίνησή του αυτή επισήμανε σε άρθρο του ότι στόχος μου είναι, παρά την θεμελιώδη διαφωνία μου όσον αφορά τους μετά το Δημοψήφισμα χειρισμούς μας, η διατήρηση της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, η υποστήριξη του Αλέξη Τσίπρα, και η στήριξη του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Σήμερα λοιπόν ψηφίζω Ναι». Στην απώλειες περιλαβμάνονται η Ν.Κασιμάτη και η Θ.Τζήκα
Πάντως συνολικά το θέμα της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να συζητηθεί ή να επιλυθεί στο επίπεδο της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος. Όπως ξεκαθάριζαν με σαφήνεια κυβερνητικοί κύκλοι, παρά το γεγονός ότι πλήττεται η εικόνα της ενότητας του κόμματος. Εκτιμάται ως μέρος του συνολικού πολιτικού προβλήματος που έχει προκύψει στο εσωτερικό του κόμματος μετά την υπογραφή της συμφωνίας της 12ης Ιουλιου. Για τον λόγο αυτό θα αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο των εσωκομματικών διαδικασιώνς.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε και η τοποθέτηση της Ζωής Κωνσταντοπούλου που δεν αρκέστηκε στο να καταψηφίσει την συμφωνία αλλά απέστειλε επιστολή στον πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η εν λόγω συμφωνία και τα προαπαιτούμενα δεν έχουν νομική ισχύ ως προιόν εκβιασμού. Παράλληλα υποστήριξε ότι αντιτίθενται στις αρχές του ελληνικού συντάγματος ενώ άφησε και αιχμές για την πρακτική που ακολουθούν οι εκπρόσωποι των θεσμών, συνδέοντας το θέμα και με τα συμπεράσματα της επιτροπής για το δημόσιο χρέος. Ειδικά στο ότι ανέδειξε πώς η διόγκωση του χρέους επιβλήθηκε από τους «θεσμούς» εν γνώσει των κοινωνικών συνεπειών που θα προκαλούσε.
Η απάντηση στις επισημάνσεις της Ζ.Κωνσταντοπούλου, ήρθε από τον Ν.Παππα, που τοποθετούμενος στην Βουλή υποστήριξε ότι «δεν θα λύσουμε το πρόβλημα της οικονομίας αν οδηγήσουμε στο δικαστήριο κάποια από τα μέλη της αντιπροσωπείας των θεσμών»