του Μάκη Γεωργιάδη
Το νέο κρούσμα λογοκρισίας μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας με τη ματαίωση των μισών προγραμματισμένων προβολών της βιντεοπερφόρμανς του βέλγου δημιουργού Κρις Βερντόνκ με τίτλο Stills έπειτα από καταγγελία ιερέα, φέρνει εκ νέου στο προσκήνιο ζητήματα που παραμένουν ακανθώδη, αν και θα έπρεπε να έχουν επιλυθεί εδώ και δεκαετίες.
Εν έτει 2015 η ελευθερία της έκφρασης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας αποτελούν ζητούμενο για την Ελλάδα. Αντιθέτως, ακόμη κι αν οι κυβερνήσεις πέφτουν, ακόμη και με «πρώτη φορά Αριστερά», οι μηχανισμοί καταστολής και εκκλησιαστικής μισαλλόδοξης εξουσίας παραμένουν αλώβητοι και μπορούν να καθορίζουν ανά πάσα στιγμή ποια παράσταση θα ανεβεί ή θα κατεβεί, ποιο βίντεο θα προβληθεί ή ποιος πίνακας θα εκτεθεί ή όχι.
Ακόμη χειρότερα, εδώ και δεκαετίες η οικοδόμηση ενός συστήματος αξιών με τη συνδρομή και των καθεστωτικών δυνάμεων το οποίο καλλιεργεί την υποκρισία, τη σεμνοτυφία, τον ανορθολογισμό και την αισθητική της κλειδαρότρυπας γεννούν φαινόμενα τα οποία θα μπορούσαν να προκαλέσουν γέλιο, αν δεν ήταν πραγματικά για κλάματα.
Την ίδια ώρα τα εδώ δικαστήρια και οι εδώ ποικίλες εξουσίες καταδίκαζαν και διέσυραν ένα νέο άνθρωπο που μίλησε για «Γέροντα Παστίτσιο» για προσβολή του θρησκευτικού αισθήματος! Τα ίδια και ίσως και χειρότερα, αν και σε άλλο επίπεδο φυσικά, συμβαίνουν και στας Εσπερίας. Ωστόσο στην Ελλάδα, από εποχής Τελευταίου πειρασμού και μαινόμενων παπάδων που έσπαγαν κινηματογράφους, το σκηνικό έχει κάτι πιο «μπρουτάλ» και μια γερή δόση παρακατιανού ευρωπαϊκού επαρχιωτισμού ο οποίος συμβαδίζει απολύτως με τη σκοταδιστική μεσαιωνική αντίληψη ενός σοβαρού τμήματος της κοινωνίας, αγόγγυστα υποτελούς στο νεοπουριτανισμό της εκκλησίας και του φασίζοντα νεοδεξιού λόγου μιας άνευ προηγουμένου μισαλλοδοξίας. Το έργο του βέλγου καλλιτέχνη, μια αλληγορία που παρουσίαζε γυμνούς ανθρώπους με καλυμμένα τα σώματα από τατουάζ και προβαλλόταν από τις 21 Μαϊου σε τοίχο σκεπασμένο με γκράφιτι σε ένα άδειο πάρκινγκ επί της συμβολής των οδών Παρνασσού και Παπαρηγοπούλου στην πλατεία Κλαυθμώνος, έδινε μια οπτική διαμαρτυρίας απέναντι στη σύγχρονη σκληρότητα πόλεων όπως η Αθήνα που στενάζει κάτω από μια μοντέρνα βαρβαρότητα.
Η αντίληψη και η αισθητική του περιεχομένου της περφόρμανς του Κ. Βερντόνκ είναι σίγουρα αντικείμενο κριτικής, αλλά αυτό απέχει πολύ από το να θεωρηθεί το έργο προσβολή της δημοσίας αιδούς επειδή απεικονίζει γυμνά ανθρώπινα σώματα και χρήζει μάλιστα επέμβασης των δυνάμεων του Αστυνομικού Τμήματος Ακροπόλεως, όπως και έγινε στις 26 Μαϊου, ενώ ο αρχικός προγραμματισμός ήταν να προβληθεί ως τις 31 Μαϊου. Οι προβολές γίνονταν στο πλαίσιο του Fast Forward Festival 2 της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Iδρύματος Ωνάση για το οποίο καμία ιδιαίτερη συμπάθεια δεν τρέφουμε ούτε και πρόθεση υπεράσπισής του έχουμε. Ωστόσο, όταν ακόμη και αυτά τα πολιτισμικά μονοπώλια και οι φορείς αναπαραγωγής του αστικού καθωσπρεπισμού βάλλονται από τη λογοκρισία και το σκοταδισμό, τα πράγματα είναι μάλλον σοβαρά και αντανακλούν μια βαθύτερη σήψη.