Κόλαση πιέσεων αντιμετωπίζει η κυβέρνηση από τους Γερμανούς και τους υπόλοιπους δανειστές για να μειώσει δραματικά το ύψος των παρεχόμενων κύριων συντάξεων, να μηδενίσει σχεδόν τις επικουρικές, να μην επαναφέρει την 13η σύνταξη, να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης, να καταργήσει τις δυνατότητες πρόωρης συνταξιοδότησης και ούτως καθεξής. Η κυβέρνηση Τσίπρα μπορεί στις προγραμματικές της δηλώσεις να διακήρυττε υψιπετώς ότι δεν πρόκειται σε καμιά περίπτωση να μειώσει τις συντάξεις, αλλά εμείς καθόλου βέβαιοι δεν είμαστε τι τελικά θα κάνει.
Αντιθέτως, είμαστε σίγουροι πλέον ότι τελείωσε οριστικά και αμετάκλητα η υπόσχεση του Αλέξη Τσίπρα ότι θα δοθεί τα Χριστούγεννα η 13η σύνταξη στους χαμηλοσυνταξιούχους που παίρνουν κάτω από 700 ευρώ το μήνα. Τώρα η κυβέρνηση μιλάει για… εφάπαξ επίδομα σε όσους παίρνουν κάτω από 500 ευρώ! Ελεημοσύνη δηλαδή!
Οι Γερμανοί απαιτούν να εφαρμοστεί αμέσως η ρήτρα του μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία, πράγμα που θα οδηγήσει σε συνεχείς περικοπές των επικουρικών συντάξεων με σύντομη προοπτική τον ουσιαστικό μηδενισμό τους.
Πέρα από αυτό όμως (έτσι κι αλλιώς οι επικουρικές συντάξεις είναι κατά μέσον όρο γύρω στα 150 ευρώ), το Βερολίνο απαιτεί να εφαρμοστεί η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και στις… κύριες συντάξεις! Να αρπάζει δηλαδή η εκάστοτε κυβέρνηση 10-20 δισ. ευρώ από τα ασφαλιστικά ταμεία, όπως έκαναν ο Βενιζέλος κι ο Σαμαράς με τα «κουρέματα» των ομολόγων, κάθε φορά που έχει ανάγκη το κράτος, και στη συνέχεια η κυβέρνηση-ληστής να κάνει την αδιάφορη, κόβοντας τις συντάξεις από τους συνταξιούχους και φορτώνοντάς τους τη ζημιά!
Οι δανειστές –πάντα με επικεφαλής τους Γερμανούς– απαιτούν να εφαρμοστεί επίσης ο κατάπτυστος νόμος του Γιωργάκη 3863/2010 για την εφαρμογή νέου τρόπου υπολογισμού των κύριων συντάξεων. Εννοείται φυσικά ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού οδηγεί σε σαφώς χαμηλότερες συντάξεις σε σύγκριση με τον νυν ισχύοντα τρόπο υπολογισμού τους. Βεβαίως και πρέπει να περιοριστούν δραστικότατα οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, αλλά άλλο αυτό και εντελώς άλλο η αύξηση του ορίου της ηλικίας συνταξιοδότησης. Αυτή η αύξηση συναρτάται με διαφορετικούς παράγοντες – είδος δουλειάς, δυνατότητες επιβίωσης, προσδόκιμο ζωής κ.λπ.