της Ειρήνης Κοσμά
Σε επικίνδυνα μονοπάτια βρίσκονται και πάλι τα Βαλκάνια. Με αφετηρία την ΠΓΔΜ και το όνειρο κάποιων για Μεγάλη Αλβανία, η απειλή της βίας και του εθνικισμού επανέρχεται και πάλι στην περιοχή. Σε μια περίοδο έξαρσης των διεθνών γεωστρατηγικών ανταγωνισμών, οι βαλκανικοί λαοί κινδυνεύουν να συρθούν σε νέο κύκλο συγκρούσεων, με φόντο, από τη μια, τα σκάνδαλα πολιτικής διαφθοράς σε Σκόπια και Τίρανα, από την άλλη, την οικονομική εξαθλίωση δίχως τέλος, όπου έχουν εγκλωβιστεί.
Το νέο αιματοκύλισμα στο Κουμάνοβο με 22 νεκρούς -14 αλβανόφωνοι ένοπλοι και οκτώ αστυνομικοίτην περασμένη εβδομάδα αποκάλυψε πόσο εύθραυστες παραμένουν οι ισορροπίες. Και πόσο κενές περιεχομένου αποδεικνύονται σε περιόδους διεθνών ανακατατάξεων, οι διακηρύξεις περί «καλής γειτονίας», όσο εξακολουθούν να υφίστανται γκρίζες ζώνες και ανεπίλυτες διαφορές. Η δεξιά κυβέρνηση του Νίκολα Γκρούεφσκι εδώ και μήνες αντιμετωπίζει σφοδρό πόλεμο που έχουν κηρύξει εναντίον της η αντιπολίτευση, τμήμα της αστικής τάξης της χώρας, καθώς και οι δυτικές δυνάμεις, επιχειρώντας να σφραγίσουν το τέλος της εποχής της. Μιας εποχής εθνικιστικής έξαρσης, κατά την οποία δεν σημειώθηκε η παραμικρή πρόοδος σε σειρά ζήτηματα, από την ονομασία και την κόντρα με την Αθήνα μέχρι τη σχέση με τον αλβανόφωνο πληθυσμό.
Πλέον ο Γκρούεφσκι αντιμετωπίζει κατηγορίες ακόμα και ότι προκάλεσε με πράξεις και παραλήψεις τα πρόσφατα επεισόδια βίας. Σύμφωνα με καταγγελίες πολιτικών αντιπάλων του, φέρεται να έβαλε το χέρι του στην εκδήλωση των αιματηρών γεγονότων που δίνουν έδαφος στις επεκτατικές βλέψεις των Τιράνων. Όπως υποστηρίζουν οι επικριτές του, ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ επιχειρεί να πετύχει την πολιτική του επιβίωση, επενδύοντας σε σκοτεινές αλλά γνωστές τακτικές: Απέναντι στο ενδεχόμενο παράδοσης της χώρας στο έλεος των τυφλών συγκρούσεων και των δυνάμεων του αλβανικού εθνικισμού, ελπίζει ότι θα κερδίσει τη λαϊκή υποστήριξη. Ο ίδιος, αποτελώντας βασικό πολιτικό εκφραστή των εθνικιστικών τάσεων στη χώρα, αυτοπροβάλλεται ως ο πλέον κατάλληλος υπέρμαχος των εθνικών συμφερόντων.
Οι υποστηρικτές της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης, από την πλευρά τους, δεν παραδίδουν τα όπλα αμαχητί. Αντίθετα, η διεθνής συγκυρία φαίνεται να τους ευνοεί. Ήδη έχουν καλέσει αρκετές αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις με αίτημα την παραίτηση του Γκρούεφσκι, ενώ για σήμερα Κυριακή διοργανώνουν μεγάλη διαδήλωση στα Σκόπια. Παράλληλα, οι πιέσεις από τον εξωτερικό παράγοντα, με αλλεπάλληλες εκκλήσεις διεθνών δυνάμεων από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία μέχρι τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Βουλγαρία, υποχρέωσαν τον Γκρούεφσκι σε αναδίπλωση. Σε μια πρώτη ένδειξη για διάθεση συμβιβασμού, αναγκάστηκε να ζητήσει την παραίτηση υψηλότατων στελεχών. Επιπλέον, αποδέχτηκε τη διοργάνωση συνάντησης πολιτικών αρχηγών, προκειμένου να διερευνηθούν οι δυνατότητες εξόδου από την κρίση.
Οι προσπάθειες να ηρεμήσει τα πνεύματα εν μέρει είχαν αποτέλεσμα. Η αμερικανική πρεσβεία χαιρέτισε τις καρατομήσεις τριών υπουργών: της υπουργού Εσωτερικών Γκορντάνα Γιανκούλοφσκα, στην αρμοδιότητα της οποίας ανήκε η αστυνομία, του υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών Μίλε Γιανακίεφσκι και του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Σάσο Μιγιάλκοφ, πρώτου εξάδελφου του πρωθυπουργού. Ωστόσο, με νωπό ακόμα το αίμα που χύθηκε στο Κουμάνοβο, οι γειτονικές χώρες παραμένουν ανήσυχες. Η Βουλγαρία και η Σερβία ενίσχυσαν προληπτικά τη στρατιωτική φύλαξη των συνόρων. Ο κίνδυνος να διαδοθεί η κρίση εκτός ΠΓΔΜ, με την απειλή νέας αποσταθεροποίησης των Βαλκανίων, δεν είναι αμελητέος, μολονότι η κρίση είχε αφετηρία μια φαινομενικά αμιγώς εθνική υπόθεση.
Όλα ξεκίνησαν με αφορμή την αποκάλυψη, από την αντιπολίτευση, σειράς σκανδάλων με κατηγορίες περί διαφθοράς, νοθείας εκλογών και τηλεφωνικών υποκλοπών. Πρωταγωνιστές στις εν λόγω υποθέσεις οι παραιτημένοι υπουργοί. Η κυβέρνηση Γκρούεφσκι, απαντώντας στους επικριτές, έκανε λόγο για σχέδιο ανατροπής από δυνάμεις της αντιπολίτευσης, σε συνεργασία με μυστικές υπηρεσίες ξένων χωρών. Ωστόσο η αντιπολίτευση επιμένει επί 3,5 και πλέον μήνες, να καταγγέλλει και να απαιτεί παραίτηση της νυν κυβέρνησης, καθώς και σχηματισμό μεταβατικής, η οποία θα προετοιμάσει το έδαφος για νέες εκλογές. Οι παρεμβάσεις από τις πρεσβείες πολλών χωρών στα Σκόπια δεν άργησαν και κορυφώθηκαν τις προηγούμενες μέρες με ανοιχτές πιέσεις για παραιτήσεις υπουργών, με πρόσχημα να διευκολυνθούν οι έρευνες για τις καταγγελίες. Όπερ και εγένετο. Ωστόσο ούτε οι παραιτήσεις υπουργών ούτε και η άκαρπη πρώτη συνάντηση των πολιτικών αρχηγών με τη συμμετοχή του πρέσβη των ΗΠΑ στα Σκόπια Τζες Μπάλι και του επικεφαλής της αποστολής της ΕΕ στη χώρα Άιβο Όραβ αρκούν για να διαλύσουν τα σύννεφα που πυκνώνουν πάνω από τα Βαλκάνια.
Το αιματηρό επεισόδιο στο Κουμάνοβο δεν ήταν το πρώτο κρούσμα ένοπλης βίας. Στις 21 Απριλίου είχαν εισβάλει στο αστυνομικό φυλάκιο του χωριού Γκόσιντσε, το οποίο βρίσκεται κοντά στα σύνορα με το Κόσοβο, περίπου 40 οπλισμένοι Αλβανοί. Αφόπλισαν τους αστυνομικούς και έκλεψαν μεγάλες ποσότητες οπλισμού. Οι αρχές των Σκοπίων ανακοίνωσαν, την περασμένη Δευτέρα, ότι κάποιοι από τους συλληφθέντες που συμμετείχαν στις συγκρούσεις στο Κουμάνοβο ομολόγησαν ότι συνδέονται με την εισβολή. Επιπλέον γνωστοποίησαν ότι ανακάλυψαν 61 αυτόματα όπλα και οκτώ κιβώτια πυρομαχικών, σε τοποθεσία χωριού κοντά στο αστυνομικό φυλάκιο.
Ο περιορισμός των κρουσμάτων της βίας αλλά και ο βαθμός στον οποίο η ΠΓΔΜ θα ξεπεράσει την κρίση χωρίς να χυθεί νέο αίμα κρίνεται σε μεγάλο βαθμό αυτές τις ώρες από τη συμμετοχή στη σημερινή αντικυβερνητική διαδήλωση. Οι πολιτικοί «καθοδηγητές» της βίας θα σκεφτούν περισσότερο να στήσουν νέα προβοκάτσια με το λαό στους δρόμους. Κατά τα άλλα, οι προσδοκίες τόσο της τοπικής ελίτ όσο και των Αμερικανών και Ευρωπαίων, που ευελπιστούν σε πιο μετριοπαθή κυβέρνηση, η οποία θα εξυπηρετήσει αποτελεσματικότερα, σε αυτή τη συγκυρία, το σχέδιό τους για επιτάχυνση της πορείας της χώρας προς τις ευρωατλαντικές συμμαχίες, μοιάζουν να δικαιώνονται. Χωρίς να αποκλείεται μελλοντική επαναπροσέγγιση με τη Σερβία και τη Ρωσία.