Η βαθιά καπιταλιστική κρίση οδήγησε όντως ένα τμήμα του ελληνικού κεφαλαίου στην περιθωριοποίηση και την παρακμή. Κι όμως, έπειτα από μια εξαετία βαθιάς ύφεσης, σημαντικές μερίδες κεφαλαίου αρχίζουν να ανακτούν ρυθμούς κερδοφορίας λόγω κυρίως της δραματικής μείωσης του εργατικού κόστους, των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και των πολιτικών επιδότησης του κεφαλαίου.
του Δημήτρη Σταμούλη
Τα Μνημόνια οδηγούν σε ανάκαμψη το μεγάλο κεφάλαιο
Η αντεργατική λαίλαπα της τελευταίας πενταετίας στην Ελλάδα έχει δημιουργήσει εκτός από ανείπωτο πόνο και εξαθλίωση και αρκετούς «μύθους». «Δεν υπάρχουν λεφτά» στα ταμεία των επιχειρήσεων γι’ αυτό, υποτίθεται, εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι είναι απλήρωτοι. Ή ότι η κρίση «έχει πλήξει και τους πλούσιους» όχι μόνο τους φτωχούς. Το πλήθος των επίσημων ερευνών και στοιχείων όμως που έχουν έρθει στο προσκήνιο αποδεικνύουν τη βαθιά ταξικότητα της εφαρμοζόμενης πολιτικής και τη μεταφορά απίστευτου πλούτου στον κόσμο του κεφαλαίου, με αφαίρεσή του από τον κόσμο της δουλειάς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το εύρημα της έρευνας της εταιρείας Wealth-Χ και της ελβετικής τράπεζας UBS, που για το 2014 κατέγραψε 11 υπερδισεκατομμυριούχους, από 9 που ήταν το 2013. Η περιουσία τους αυξήθηκε από τα 16 δισ. δολ. στα 18 δισ. δολάρια (14,2 δισ. ευρώ). Δηλαδή 11 ζάπλουτοι που αντιστοιχούν στο 0,1 τοις χιλίοις του πληθυσμού της χώρας κατέχουν πλούτο που αντιστοιχεί σχεδόν στο 10% του συνολικού ΑΕΠ. Στην ίδια έρευνα η Ελλάδα αναδείχτηκε «η χώρα με τον δεύτερο αυξανόμενο πληθυσμό πολυεκατομμυριούχων στην Ευρώπη», όπως ορίζονται οι κατέχοντες περιουσία άνω των 30 εκατ. δολαρίων. Σύμφωνα με δημοσιεύσεις στοιχείων προερχόμενων από κορυφαίους τραπεζίτες, στην Ελλάδα 16.000 οικογένειες διαθέτουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ αποκλειστικά για επενδύσεις σε διάφορα ενεργητικά μέσω εξειδικευμένων επενδυτικών τμημάτων των ελληνικών τραπεζών και είδαν την (προσωπική) περιουσία τους να μεγαλώνει. Μάλιστα έχουν καταμετρηθεί 559 έλληνες κροίσοι με περιουσία 76 δισ. δολάρια (45% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας), ενώ τα κεφάλαια που είναι τοποθετημένα στο εξωτερικό ανέρχονται στα 140 δισ. ευρώ (80% του συνολικού ελληνικού ΑΕΠ!).
Στον αντίποδα, η συσσωρευμένη φτώχεια στην Ελλάδα έχει οδηγήσει εκατομμύρια λαού στην απόλυτη ανέχεια και κοινωνική εξαθλίωση. Η ίδια η Κομισιόν εκτιμά ότι στην Ελλάδα το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται στα όρια της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού έχει αυξηθεί από το 28,1% το 2008 σε 35,7% το 2013, ενώ η σοβαρή στέρηση βασικών αγαθών αυξήθηκε στη χώρα από το 11,2% το 2008, σε 20,3% το 2013. Σύμφωνα με το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ (Εισόδημα – Δαπάνες νοικοκυριών 2014), τα ελληνικά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες στην αντιμετώπιση των καθημερινών υποχρεώσεων. Πάνω από 3 στα 10 νοικοκυριά δηλώνουν ότι διαβιούν με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα κάτω από 10. 000 ευρώ. Το 46,9% του πληθυσμού δήλωσε ότι το οικογενειακό εισόδημα δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών και το 55% ότι κατάφυγε σε δανεισμό από οικεία πρόσωπα και τράπεζες, ενώ πολλοί εκποίησαν περιουσιακά στοιχεία ή προσέφυγαν σε ενεχυροδανειστήριο. Πάνω από 1 εκατ. νοικοκυριά έχουν στην οικογένεια ένα τουλάχιστο άτομο σε ανεργία και από αυτό το ποσοστό, μόνο το 8,9% λαμβάνει επίδομα ανεργίας. Επίσης, περισσότερα από 1 στα 3 νοικοκυριά βρίσκονται στο όριο καθυστέρησης πληρωμών σε Δημόσιο, ΔΕΚΟ, τράπεζες κ.λπ, λόγω αδυναμίας πληρωμής.
Μελετώντας τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς της ΕΛΣΤΑΤ των ετών 2008-2013, προκύπτουν ορισμένα συγκλονιστικά στοιχεία για την καθημερινή πραγματικότητα που βιώνουν εκατομμύρια Έλληνες, Τα νοικοκυριά που διαβιούν με μηνιαίο εισόδημα κάτω από 750 ευρώ αυξήθηκαν κατά 451,3%. Αυτά που διαμένουν σε ένα δωμάτιο αυξήθηκαν κατά 41,3% και αυτά που διαμένουν σε κατοικίες μικρότερες των 40 τ.μ. αυξήθηκαν κατά 31,3%. Σχεδόν τα μισά νοικοκυριά δεν θερμαίνονται με κεντρική θέρμανση (μείωση κατά 48,5%), ενώ τα νοικοκυριά χωρίς καθόλου θέρμανση αυξήθηκαν κατά 252,3%. Η μέση μηνιαία κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης μειώθηκε κατά 62,5%. Άλλο ένα πεδίο τρομακτικής ταξικής ανισότητας είναι η φορολογική επιβάρυνση, καθώς έρευνα του ιδρύματος Χάνς Μπέκλερ απέδειξε ότι τα χρόνια της κρίσης η φορολογική επιβάρυνση των πλουσίων δεν ξεπέρασε το 9%, όταν το φτωχό τμήμα του πληθυσμού βιώνει πολλαπλή φοροληστεία καθώς η δική του επιβάρυνση αυξήθηκε κατά 337%!
Η βαθιά καπιταλιστική κρίση οδήγησε όντως τμήμα του ελληνικού κεφαλαίου στην περιθωριοποίηση και την παρακμή, όπως άλλωστε συμβαίνει σε κάθε περίοδο κρίσης. Πολλές επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο, πετώντας στο δρόμο χιλιάδες εργαζόμενους, και πολλές άλλες υπολειτουργούν, με όλες τις συνέπειες στο «σώμα» της εργατικής τάξης. Κι όμως, με βάση την πρόσφατη έρευνα της ICAP μετά την τελευταία εξαετία βαθιάς ύφεσης που επέφερε η υποχώρηση του ΑΕΠ κατά 25%, υπήρξε «ανακοπή της συνεχούς πτώσης και καταγραφή θετικού ρυθμού μεταβολής»! Δηλαδή σημαντικές μερίδες κεφαλαίου αρχίζουν να ανακτούν ρυθμούς κερδοφορίας λόγω κυρίως της δραματικής μείωσης του εργατικού κόστους, των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και των πολιτικών επιδότησης του κεφαλαίου. Εντυπωσιακή αναστροφή από ζημίες σε σημαντικά κέρδη γνώρισε ο κλάδος του εμπορίου, αλλά και της ενέργειας – ύδρευσης. Ο κλάδος των τραπεζών το 2013 σημείωσε «θεαματική επάνοδο» στην κερδοφορία εγγράφοντας κέρδη προ φόρου ύψους 1,23 δισ. ευρώ, όπως και ο κλάδος ασφαλειών με προ φόρου κέρδη 516,8 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με την ICAP, στην κορυφαία πεντάδα με κριτήριο το περιθώριο μεικτού κέρδους περιλαμβάνονται κλάδοι όπως σταθερή τηλεφωνία (72,40%), κινητή τηλεφωνία (69,90%), ζυθοποιία (63,21%), καλλυντικά (54,49%), καφές-επεξεργασία (52,12%).
Ο κερδοφόρος τομέας της οικονομίας καλύπτει το 59% των επιχειρήσεων, με συνολική κερδοφορία για το 2013 τα 11 δισ. ευρώ. Δηλαδή, η πλειονότητα του ελληνικού καπιταλισμού αποκαθιστά την αποδοτικότητα του κεφαλαίου στα προ κρίσης επίπεδα, με τα μέτρα των Μνημονίων να αποδίδουν καρπούς στα ταμεία των επιχειρήσεων. Μάλιστα, μέσα στο σύνολο των 13.050 κερδοφόρων επιχειρήσεων της ελληνικής οικονομίας, οι 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις αποσπούν τα τρία τέταρτα των κερδών, δηλαδή εμφανίζουν κερδοφορία για το 2013 της τάξης των 7,6 δισ. ευρώ επί συνόλου 11 δισ. ευρώ.
Όλα αυτά συνδυάζονται με την αξιοποίηση από το εγχώριο κεφάλαιο και των διεθνών δυνατοτήτων. Πρόσφατα παραδείγματα αποτελούν η συμμετοχή του εφοπλιστή Π. Παναγόπουλου στο διαγωνισμό για την ακτοπλοϊκή διασύνδεση ΗΠΑ-Κούβας, το μεγάλο έργο 490 εκατ. δολαρίων που ανέλαβε ο Άκτωρ μέσω κοινοπραξίας στην Μπογκοτά της Κολομβίας, οι επενδύσεις 400 εκατ. ευρώ από μεγάλες ελληνικές βιομηχανίες στην Πολωνία αλλά και οι επενδύσεις 25 δισ. δολ. ελλήνων εφοπλιστών για την κατασκευή 384 νεότευκτων πλοίων ως το 2017.
Αυξήσεις στους μισθούς, επίδομα ανεργίας σε όλους – Αντεπίθεση, όχι αναμονή, ούτε ανοχή
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιδιώκει να καθηλώσει τις προσδοκίες, τις απαιτήσεις και τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος. Η κυρίαρχη γραμμή σε σωματεία και συνδικάτα, όπως εκδηλώνεται από τις δυνάμεις του νεόκοπου κυβερνητικού συνδικαλισμού αλλά και τις παραδοσιακές παρατάξεις του υποταγμένου συνδικαλισμού, είναι «γραμμή άμυνας» και «διασφάλισης» του σημερινού άθλιου επίπεδου των μισθών και δικαιωμάτων των εργαζομένων στους χώρους εργασίας. Ζητούμενο ωστόσο για τον κόσμο της δουλειάς δεν μπορεί να είναι το μη χείρον βέλτιστο. Δεν μπορεί μετά τόσα χρόνια εξαθλίωσης, λεηλασίας του εργατικού εισοδήματος και ψαλιδίσματος των δικαιωμάτων, οι εργαζόμενοι να διεκδικούν το «μη χειρότερο».
Μπορεί η λογική αυτή να βρίσκει κάποιο έδαφος στα ελάχιστα τελευταία τμήματα εργαζόμενων που καταφέρνουν ακόμα να επιβιώνουν, με όλο και μεγαλύτερες δυσκολίες. Τα εκατομμύρια των ανέργων όμως, η πλειοψηφία τους χωρίς επίδομα και για πάνω από ένα έτος χωρίς δουλειά, οι δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι που ζουν απλήρωτοι πολλούς μήνες, αλλά και όλοι όσοι εργάζονται με ελαστικές σχέσεις εργασίας ή μοιράζονται τη φτώχεια και την ανεργία με τα πεντάμηνα τύπου βάουτσερ δεν μπορούν να αντέξουν άλλο, ούτε να περιμένουν.
Το εργατικό κίνημα, τα μαχόμενα πρωτοβάθμια σωματεία και ομοσπονδίες, πρέπει αμέσως να οργανώσουν την αντεπίθεση του κινήματος, για να πάρουμε πίσω όλα όσα μας έχουν στερήσει όχι μόνο την τελευταία πενταετία αλλά κι όλα τα προηγούμενα χρόνια. Απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, σωματεία και ομοσπονδίες θα πρέπει να κινηθούν με βάση τα εργατικά δικαιώματα και τα αιτήματα των τελευταίων χρόνων, κι όχι με γραμμή αναμονής, που δίνει χρόνο στην εργοδοσία, το κεφάλαιο, τους δανειστές-τοκογλύφους. Στόχος είναι να αποσπάσουν οι εργαζόμενοι κατακτήσεις και να διευρύνουν τις ρωγμές ενάντια στην κυβερνητική πολιτική, με ενίσχυση της συλλογικότητας στους τόπους δουλειάς και την οργάνωση των εργαζομένων, με δημιουργία νέων σωματείων και αναζωογόνηση των παλαιότερων, με την επανεκκίνηση του συντονισμού πρωτοβάθμιων σωματείων.
Το πρόγραμμα αγώνα και άμεσων διεκδικήσεων ζητούμενο είναι να ανταποκρίνεται στα ζωτικά εργατικά συμφέροντα και ανάγκες: Να προτάσσει το κριτήριο «τι αξίζουμε» και όχι «τι μας επιτρέπεται» στο πλαίσιο της ευρωεκμετάλλευσης και των Μνημονίων. Να συγκρούεται με τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις που αποτελούν τον πυρήνα της αστικής στρατηγικής και το όριο της κυβερνητικής διαχείρισης. Να είναι πρόγραμμα άμεσου αγώνα για την επιβολή κατακτήσεων. Να συνδέεται με τους αναγκαίους πολιτικούς στόχους για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης και την πάλη για εργατική χειραφέτηση.
Στους στόχους αιχμής πρέπει να βρεθούν αιτήματα όπως οι αυξήσεις στους μισθούς για να ζούμε αξιοπρεπώς από τη δουλειά μας: Η άμεση νομοθετική κατοχύρωση του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ, όλων των κλαδικών μισθών και συμβάσεων και επιδομάτων (που είναι ανώτεροι), στα επίπεδα του 2009 (ή της τελευταίας σύμβασης-μετενέργειας), ως αφετηρία της πάλης για πραγματικές αυξήσεις. Η κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων και διατάξεων που τσακίζουν τις συλλογικές συμβάσεις και επέβαλαν περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και σύνταξης. Κανένας εργαζόμενος χωρίς συλλογική σύμβαση. Η δημιουργία θέσεων μόνιμης και σταθερής δουλειάς, με πλήρη δικαιώματα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, με κατάργηση της ευέλικτης και ελαστικής εργασίας, των προγραμμάτων απασχόλησης, των ενοικιαζόμενων. Η θέσπιση επιδόματος ανεργίας σε όλους τους ανέργους χωρίς προϋποθέσεις.