Αντεπίθεση αγώνα – Όχι στην κυβερνητική πολιτική υποταγής
Κάθε μέρα που περνά ξεκαθαρίζει πως δεν υπάρχει «έντιμος συμβιβασμός» με το μαύρο μέτωπο ΕΕ, ΔΝΤ, κεφαλαίου. Οι απαιτήσεις τους για νέες αντεργατικές αναδιαρθρώσεις («μεταρρυθμίσεις») σε όλα τα πεδία παραμένουν αμείωτες, αναδεικνύοντας την κυνική ταξική ουσία τους. «Δεν υπάρχει τρίτος δρόμος ανάμεσα στη ρήξη με τους δανειστές, την ΕΕ, τις δυνάμεις του κεφαλαίου από τη μια ή τη συνέχιση και τη διαιώνιση της μνημονιακής καπιταλιστικής επίθεσης από την άλλη. Η διαπραγμάτευση εντός του λάκκου του λεόντων οδηγεί στην υποταγή και στην εφαρμογή της αντεργατικής αστικής πολιτικής», τονίζει η Απόφαση του Πανελλαδικού Σώματος του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ κινούμενη εντός του πλαισίου του ευρώ και της ΕΕ, της αδιάλειπτης εξυπηρέτησης του χρέους και της μη διατάραξης των συμφερόντων των επιχειρήσεων, προετοιμάζει το έδαφος για μια συμφωνία υποταγής στα συμφέροντα των δυναστών – δανειστών και του κεφαλαίου. Επιχειρεί να αλλάξει το μίγμα της πολιτικής για να σώσει τα προσχήματα, για να ενσωματώσει τις λαϊκές προσδοκίες που την ανέδειξαν, εντός όμως της ευρύτερης αστικής διαχείρισης. Δεν υπάρχει καμία ελπίδα για τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τη νεολαία σε αυτή την πολιτική. Εντός της ΕΕ η συμφωνία θα είναι μνημονιακού και αντιλαϊκού χαρακτήρα. Την ανατροπή της πολιτικής του μαύρου μετώπου μπορεί να την ξαναφέρει στο προσκήνιο και να την επιβάλλει τελικά μόνο ο λαός με τους αγώνες του. Σε τέτοιες ιστορικές στιγμές δεν μας αξίζει ο καναπές, η αναμονή και η ανάθεση στην κυβέρνηση. Έχει έρθει η ώρα της αντεπίθεσης του μαζικού κινήματος, της εργατικής λαϊκής αριστερής αντιπολίτευσης, της πάλης για την αντικαπιταλιστική ανατροπή. Τα συνδικάτα, οι σύλλογοι, οι επιτροπές αγώνα, οι κινήσεις και οι πρωτοβουλίες, όλο το κίνημα στο πόδι, με τις διεκδικήσεις τους μπροστά, ενάντια στο παλιό και το νέο μνημόνιο. Απαιτώντας να μην πάει ούτε ένα ευρώ παραπάνω στους δανειστές, παύση πληρωμών και διαγραφή του χρέους, ρήξη και έξοδο από ευρώ και ΕΕ, εθνικοποίηση τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων, βαριά φορολογία στο κεφάλαιο.