του Σωτήρη Λιαμπότη
Καμιά αναμονή στην κατρακύλα του εφησυχασμού
Η ζωή μας άλλαξε! 60 μέρες μετά τις εκλογές και η «ανάσα αξιοπρέπειας», ή μάλλον η δύναμη μιας αυταπάτης, μπήκε στη ζωή μας με βίαιο τρόπο. Υποσχέσεις και ελπίδες φρούδες, από τη μια, και κατασκευασμένη τρομοκρατία, από την άλλη, τείνουν να κυριαρχήσουν δίχως να δίνουν προοπτική σε τίποτα, έστω και το παραμικρό, που να αλλάζει την προηγούμενη κατάσταση.
Ο φόβος πέρασε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, έστω και για λίγο. Ωστόσο ψεύτικες ελπίδες και υποσχέσεις ανοίγουν δρόμους ακόμα δυσκολότερους απ’ αυτούς που εξαναγκασμένοι και άτολμοι διαβαίνουμε τα τελευταία χρόνια.
Η υποσχόμενη ελπίδα στηρίχτηκε απ’ τον κόσμο που δεν αντέχει πια, που «έπιασε πάτο», μα η πλειονότητά του δεν είχε μάθει να παλεύει συλλογικά. Κόσμο που όλα αυτά τα μαύρα χρόνια περιόριζε τις αντιστάσεις του στο «δεν απεργώ, τι να σου κάνει η διαδήλωση, μόνο αν πάρουμε τα όπλα θα καταφέρουμε κάτι» και διάφορα άλλα τέτοια… απειλητικά. Μα όλα αυτά από απόσταση ασφαλείας. Απ’ τον καφενέ ή απ’ τη θαλπωρή του καναπέ, βρίζοντας χυδαία το χαζοκούτι που για χρόνια τώρα ελέγχει το μυαλό και τη συνείδηση. Ή με κατεβασμένο κεφάλι και ηθικό στο ναδίρ, όταν έκλεινε κάθε πολιτική συζήτηση με το στερεότυπο «δεν πρόκειται να γίνει τίποτα, τίποτα δεν θα αλλάξει». Κουβέντες και απόψεις ζυμωμένες επί χρόνια με τη μαγιά του μεθοδευμένου απολίτικου, δήθεν προχωρημένου μεταμοντέρνου χυλού.
Ευθύνες για την ακούσια ή έστω αυτόματη υπόκλιση τμημάτων του λαού στον Λεβιάθαν πού πρέπει να αναζητηθούν; Η πρώτη εύκολη και εν πολλοίς σωστή απάντηση είναι ότι ευθύνεται ο ίδιος ο Λεβιάθαν.
Ας αναλογιστούμε όμως, σύντροφοι της Αριστεράς (της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς), ότι η ευθύνη ίσως να μην είναι όλη δική του. Ας αναλάβουμε το μερίδιο που μας αναλογεί, όχι για να θρηνήσουμε τον καιρό που χάθηκε αλλά για να υποδεχτούμε αυτόν που έρχεται με καλπασμό. Είναι ο καιρός να απαγκιστρωθούμε από τις ενοχές και τις αμηχανίες του «υπαρκτού», αλλά και από τις αυταπάτες της όποιας εντός του συστήματος καλύτερης διαχείρισης. Ας αντικρίσουμε κατάματα το παρελθόν με τα διδάγματά του και τα προς αποφυγή παραδείγματά του, για να θέσουμε θαρρετά στην κοινωνία την αναγκαία ενιαία αφήγηση και το όραμα της άλλης κοινωνίας που τόσο επιτακτικά προβάλλει και άλλο τόσο δειλά και άτολμα αναβάλλουμε (άραγε για πότε;).
Με τούτα και με τ’ άλλα, αφέθηκε ο κόσμος «που δεν αντέχει άλλο» να παραδοθεί σε ελπίδες ανάπηρες, αφέθηκε για άλλη μια φορά στην ανάθεση-εξουσιοδότηση σε ό,τι φάνταζε πιο καλό, ασφαλές και ρεαλιστικό, για να τον βγάλει από τα αδιέξοδα, που θα ’βγαζε τα κάστανα από τη φωτιά «αντ’ αυτού». Καταχώνιασε την αυτοεκτίμησή του και υπέκυψε πάλι στην τεχνηέντως κατασκευασμένη οριοθέτηση των δυνατοτήτων του, αναβάλλοντας, απωθώντας και αμφισβητώντας τη δύναμη και την ικανότητα να διαχειρίζεται τη ζωή του.
Εξήντα μέρες από τις εκλογές και οι εξελίξεις σε βάρος μας εξακολουθούν να τρέχουν πολύ γρήγορα, πιο γρήγορα κι από τη σκιά τους. Κι εμείς; Αναλυτές θεατές, αδύναμοι πίσω από τις ανάγκες του σήμερα (του χτες καλύτερα), σε αναμονή (ποιου πράγματος άραγε;), αναλύοντας τη στάση των καινούργιων κυβερνητικών στελεχών, των στελεχών που «διαφωνούν» ή διαφωνούν, των στελεχών που υπογράφουν ή δεν υπογράφουν, που ψηφίζουν ή δεν ψηφίζουν τις αρχηγικές επιλογές και υποθηκεύουν το παρόν και το μέλλον μας.
Τη στιγμή ακριβώς όταν επιβάλλεται να βάλουμε «φωτιά στον κάμπο», περιμένουμε λες κι από κάπου αλλού θα έρθει η σπίθα που θα μας πάει μπροστά, θα κάνει πράξη ό,τι λέμε ανατροπή.
Καμιά αναμονή! Η υπομονή μας έπρεπε να έχει τελειώσει εδώ και καιρό. Καμιά αναμονή στην κατρακύλα του εφησυχασμού, της έκπτωσης των ιδεών της Αριστεράς, των μειωμένων προσδοκιών και της αναβλητικότητας.
Καμιά αναμονή στην επόμενη μέρα διαψευσμένων ελπίδων, που θα δώσει πρόσφορο έδαφος στον εθνικοπατριωτισμό και στα φασιστικά κατακάθια. Καμιά ανοχή στους μηχανισμούς (νόμισμα – τράπεζες κ.λπ.) αυτών που κατέχουν τον πλούτο μας. Τα όπλα που θα αντιτάξουμε θα είναι τα δικά μας και όχι η αυταπάτη διαπραγματεύσεων στο δικό τους γήπεδο.
Όσοι δεν πειστήκαμε για τη «μεγάλη νίκη στη μάχη με τα θηρία» έχουμε υποχρέωση, ιστορική υποχρέωση, να πείσουμε πρώτα τους εαυτούς μας πως δεν μας περισσεύει μέρα, μάλλον ούτε στιγμή, για να απαντήσουμε με τον δικό μας μοναδικό τρόπο της οργανωμένης ανυποχώρητης παρέμβασης στο δρόμο, με κάθε θυσία που θα απαιτηθεί. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Κι αν υπάρχει, ας τον ανακαλύψει ή ας τον εφεύρει ο οργανωμένος λαός, μέσα στη φωτιά του αγώνα για την οριστική του απελευθέρωση, κόντρα στους διαχειριστές της δικιάς μας ελπίδας, αποφασιστικά απέναντι στο τόσο καλά οργανωμένο σχέδιο όσων διαφεντεύουν τις τύχες μας και με το βλέμμα στο μέλλον του ελεύθερου από κάθε δεσμά ανθρώπου, στην κοινωνία που τον πλούτο και την εξουσία έχουν οι παραγωγοί του πλούτου, όσα σήμερα μας κλέβουν τα αφεντικά και οι κυβερνήσεις τους.
Να απευθυνθούμε στην κοινωνία και στην τάξη μας και να παντρέψουμε τις διαφωνίες, τις αντιθέσεις και τις διαφορετικές μας οπτικές με εργατικό πολιτισμό και με στόχο την ανάπτυξη της μάχης της επόμενης (κοντινής) μέρας, οταν θα κληθούμε να διαμορφώσουμε το δικό μας όραμα, το όραμα του κόσμου της δουλειάς απέναντι στις διαχειριστικές λογικές, απέναντι σε κάθε είδους «προστάτες». Όχι μόνο μπορούμε μα επιβάλλεται. Δεν έχουμε άλλη επιλογή.