ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΕ ΝΑΡ ΓΙΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ
Τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου σηματοδοτούν αλλαγή σελίδας. Οι πολιτικές εξελίξεις και η κοινωνική ταξική διαπάλη στην Ελλάδα κινούνται προς την καμπή για την οποία μιλήσαμε στο Πανελλαδικό Σώμα τον Νοέμβριο 2014. Στις εκλογές ηττήθηκαν οι κομματικές πολιτικές δυνάμεις που διαχειρίστηκαν και επέβαλαν την άγρια μνημονιακή αστική πολιτική της πενταετίας και αναδείχθηκε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Παρά ταύτα το αστικό σύστημα εξουσίας δεν έχει ηττηθεί, το ζητούμενο του κλονισμού και της ανατροπής του παραμένει ανοιχτό. Το δίλημμα που έρχεται επιτακτικά στο προσκήνιο είναι:
Θα ανατραπεί η πολιτική και η επίθεση κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ και τα αντιδραστικά μέτρα και οι αναδιαρθρώσεις που έχουν επιβληθεί από μια νέα άνοιξη του μαζικού κινήματος ή θα υπάρξει συνέχιση πάνω κάτω της ίδιας πολιτικής, με διαχειριστικές τροποποιήσεις εντός του πλαισίου ΕΕ, ΝΑΤΟ, συστήματος;
Η νέα κατάσταση θέτει το σύνολο των μαχόμενων δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής Αριστεράς μπροστά σε νέα καθήκοντα και προκλήσεις. Άμεσος στόχος μας είναι η συμβολή στην προσπάθεια για μια αποφασιστική στροφή στο εργατικό λαϊκό κίνημα για την αντεπίθεση με στόχο την επιβολή κατακτήσεων στα ζωτικά κοινωνικά προβλήματα και την αντικαπιταλιστική ανατροπή της μαύρης αντεργατικής πολιτικής που επιβάλλουν κεφάλαιο και ΕΕ.
Ταυτόχρονα, για να ανταποκριθούμε στις νέες συνθήκες, απαιτείται επιτάχυνση και εμβάθυνση των προσπαθειών για τα παρακάτω:
Την ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού – λαϊκού κινήματος και τη συσπείρωση των δυνάμεων για ένα νέο ταξικό εργατικό κίνημα.
Την άλλη Αριστερά, αντικαπιταλιστική, επαναστατική και σύγχρονα κομμουνιστική, με την πολιτική συνεργασία και συσπείρωση των δυνάμεων και αγωνιστών της Αριστεράς με ανατρεπτική, ασυμβίβαστη, αντισυστημική στάση και πάλη για το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα σήμερα.
Το διάλογο και τη συσπείρωση των τάσεων της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Αυτή τη βασική εκτίμηση και αυτούς τους στόχους θέτει η Πολιτική Επιτροπή του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που συνεδρίασε στις 31 Ιανουαρίου και κατέληξε σε απόφαση για τις «Πρώτες εκτιμήσεις για τα αποτελέσματα των εκλογών και τα καθήκοντα της επόμενης μέρας». Με βάση την απόφαση θα συνεδριάσουν το αμέσως επόμενο διάστημα οι Οργανώσεις του ΝΑΡ και της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση. Αποφασίστηκε επίσης η σύγκληση Πανελλαδικού Σώματος του ΝΑΡ στις αρχές Απρίλη.
Παραθέτουμε ευρεία αποσπάσματα από την Απόφαση της Π.Ε. (ολόκληρη στο narnet.gr)
Ευρεία νίκη ΣΥΡΙΖΑ, καταδίκη ΝΔ-ΠΑΣΟΚ
Την 25η Γενάρη καταγράφηκε μια ευρεία εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, πολύ πιο διευρυμένη στις εργατικές λαϊκές περιοχές, όπου συνολικά υπήρχαν υψηλά ποσοστά των δυνάμεων με αναφορά στην Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.ά.). Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ, για την πλειοψηφία των ψηφοφόρων του, ειδικά από τα εργατικά λαϊκά στρώματα, θεωρήθηκε ο δρόμος για την ανακοπή της κοινωνικής καταστροφής και ταπείνωσης, της ανεργίας, της λιτότητας και της φτώχειας που αντιπροσώπευε η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Αποτελεί ένα μήνυμα καταδίκης πρωτίστως της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου αλλά και της πολιτικής που εφαρμόστηκε όλα αυτά τα χρόνια (γι’ αυτό «μαυρίστηκαν» και όσα κόμματα είχαν σχέση με την κυβερνητική μνημονιακή διαχείριση: Γ. Παπανδρέου, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ). Εκφράζει την ελπίδα για μια πολιτική με φιλολαϊκό προσανατολισμό. Έχει ιδιαίτερη σημασία πως ο λαός αψήφησε τις απειλές και την τρομοκρατία των συστημικών κέντρων και των ΜΜΕ, ξεπέρασε το φόβο και μαύρισε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Δεν έχουμε βεβαίως μια «μεγάλη νίκη της Αριστεράς», ούτε είναι σωστό το άθροισμα ποσοστών, που κρύβει τις ποιοτικές διαφορές των προγραμμάτων, τις αντιφάσεις και τις δυσκολίες. Η λογική των «μειωμένων προσδοκιών» και μιας «λύσης χωρίς σύγκρουση» έχει ενισχυθεί σε σχέση με τον Ιούνη του 2012. Η ηγεμονία του συστήματος διατηρείται, αλλά οι άμεσοι πολιτικοί του εκπρόσωποι δέχθηκαν ένα πλήγμα, ο κόσμος έκανε ένα πολιτικό εκλογικό βήμα (κάτω και από την επίδραση όλης της κινηματικής πενταετίας αλλά και των πολιτικών ορίων που είχε). Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, και παρότι η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ εμπεριέχει βασικά (αλλά όχι μοναδικά) την ελπίδα για αλλαγές «εντός του πλαισίου», καταγράφονται νέες δυνατότητες για μια νέα απαιτητικότητα, για αντεπίθεση του κινήματος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική – εκλογική του δύναμη και την ανάδειξη του σε κυβερνητικό πυλώνα κυριαρχεί στο χώρο του κόσμου της Αριστεράς. Η άνοδός του προήλθε κυρίως από τον κεντροαριστερό χώρο ή και με απευθείας μετατοπίσεις από ΝΔ, ΑΝΕΛ κι ευρύτερα Δεξιά. Δεν συντελέστηκε με παραπέρα αποδυνάμωση των δυνάμεων που κινούνται στα αριστερά του. Αντίθετα, καταγράφονται απώλειες προς αυτές, με μια τάση ανόδου τους. Εκφράστηκε έτσι μια τάση απόρριψης της πρότασης ΣΥΡΙΖΑ και απαίτησης για αριστερή πολιτική ενάντια στο συστημικό πλαίσιο. Παραμένει φυσικά ο πολύ αρνητικός συσχετισμός για τις δυνάμεις αγωνιστικής, αντικαπιταλιστικής και κομμουνιστικής αναφοράς.
Το παραδοσιακό αστικό δικομματικό σύστημα (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ) υπέστη σοβαρότατη ήττα, με κύριο παράγοντα την κοινωνική δυσαρέσκεια – οργή και την έκφραση της σε εκλογική πολιτική καταδίκη. Πρέπει όμως να σημειώσουμε πως ο κορμός των δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων (ΝΔ, Χρυσή Αυγή, ΛΑΟΣ) παρουσιάζει μικρή εκλογική υποχώρηση σε σχέση με τον Ιούνιο 2012 (περίπου 3%). Η ΝΔ δεν θα ξεπεράσει εύκολα την απώλεια της διακυβέρνησης και τη βαριά ήττα με 8,5% διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Σοβαρότατο αρνητικό στοιχείο των εκλογικών αποτελεσμάτων αποτελεί η διατήρηση των υψηλών ποσοστών της φασιστικής Χρυσής Αυγής, παρά τη μικρή μείωση (-0,5%) σε σχέση με τον Ιούνιο 2012. Ιδιαίτερη σημασία έχει όμως πως η πτώση της ΧΑ ήταν αρκετά μεγαλύτερη στις πόλεις και στις λαϊκές γειτονιές, ενώ αναπληρώνεται εν μέρει από την αύξηση στην περιφέρεια. Αν και υπάρχει ανακοπή της ορμητικής ανόδου της ΧΑ, τόσο στο επίπεδο του «δρόμου» όσο και των εκλογών (9,5% ευρωεκλογές 2014), πρέπει να μας προβληματίσει το γεγονός πως η φθορά των αστικών κομμάτων λόγω της διαχείρισης από μεριάς τους της αντεργατικής πολιτικής αποδεσμεύει πλατιά στρώματα με συντηρητική κοινωνική πρακτική και συνείδηση που βρίσκουν την έκφρασή τους στη λαϊκίστικη «αντισυστημική» δημαγωγία των φασιστών.
Έγινε προσπάθεια από συστημικούς κύκλους να προωθήσουν το Ποτάμι, το οποίο συγκέντρωσε αξιόλογο ποσοστό, μακριά όμως από το μεγαλεπήβολα σχέδια της ηγεσίας και των εμπνευστών του. Ο πολιτικός λόγος τού νεοπαγούς σχηματισμού είναι μια μείξη νεοφιλελεύθερων και φιλελεύθερων τοποθετήσεων, στον ιδεολογικό καμβά της μεταμοντέρνας αποϊδεολογικοποίησης, με ισχυρή παρουσία καθαρόαιμων αντιδραστικών τοποθετήσεων (βλ. για πανεπιστήμια, άσυλο, αστυνομία κ.λπ.) και κυρίως με μια συστημική, συντηρητική τοποθέτηση σε όλα τα κρίσιμα θέματα της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Το ΚΚΕ πετυχαίνει μια μικρή άνοδο (1%), εκφράζοντας μια τάση αντίθεσης στις λογικές διαχείρισης του καπιταλισμού και αναζητά ταξικές απαντήσεις. Παραμένει όμως καθηλωμένο σε χαμηλά ποσοστά. Παρά ορισμένες οριακές αναπροσαρμογές του τελευταίου διαστήματος, αρνείται το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, το αναγκαίο μέτωπο και κίνημα ανατροπής και την κοινή δράση με τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς, με επιμονή σε αγώνες διαμαρτυρίας κι όχι σε αποφασιστικούς αγώνες για νίκες, με επιθετική και συχνά εντελώς απαράδεκτη πολεμική σε άλλες αριστερές δυνάμεις και τάσεις, ειδικά προς την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Δεν συμβάλλει στην αναγκαία αντεπίθεση και απογοητεύει τον μαχόμενο κόσμο της Αριστεράς. Συσπειρώνει όμως ένα σημαντικό τμήμα αγωνιστών, με ταξική και κομμουνιστική αναφορά, με το οποίο επιδιώκουμε την κοινή δράση, το διάλογο για τα μεγάλα ερωτήματα για την τακτική και τη στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος.
Το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ καταγράφει άνοδο σε σχέση με το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2012. Υπήρχε διπλασιασμός σε ψήφους και ποσοστό, παραμένοντας βέβαια σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η ψήφος υπέρ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ εξέφρασε την πιο βαθιά καταδίκη της αντιλαϊκής πολιτικής του μαύρου μετώπου κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ και της κυβέρνησής τους από ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, τη συνολική ανατρεπτική, αντικαπιταλιστική, αγωνιστική φυσιογνωμία που έχει διαμορφώσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά τις αντιφάσεις της, την επιμονή στο αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, την αναγνώριση της μαχητικής συμβολής και της ενωτικής γραμμής στους αγώνες εναντίον της μνημονιακής λαίλαπας, την κριτική στη διαχειριστική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και την αναζήτηση μιας αριστερής εργατικής αντιπολίτευσης, την αναζήτηση μιας άλλης Αριστεράς, ανατρεπτικής και αντικαπιταλιστικής, την ενωτική μετωπική λογική, όπως αποτυπώθηκε και στην πολιτική συνεργασία ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ.
Το εκλογικό αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ, το οποίο επιτεύχθηκε σε δύσκολες συνθήκες πόλωσης και εκβιαστικών διλημμάτων, συνδεδεμένων αυτή τη φορά άμεσα με την προοπτική μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί ένα μικρό βήμα και δίνει δυνατότητες για τη μετεκλογική πολιτική παρέμβαση. Παραμένει αναντίστοιχο με τις μεγάλες αναγκαιότητες αλλά και την ευρύτερη επίδραση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και δεν ανατρέπει τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων που έχει διαμορφωθεί σε βάρος της αντικαπιταλιστικής επαναστατικής Αριστεράς και της τάσης εργατικής χειραφέτησης.
Στα θετικά της εκλογικής καταγραφής είναι και η εκτίμηση του αρκετά υψηλότερου ποσοστού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ στους νέους.
Το εκλογικό σώμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ είχε μεγάλη μεταβλητότητα, αναδεικνύοντας έντονα το έλλειμμα πολιτικής δουλειάς και πολιτικών δεσμών με τον κόσμο του κινήματος και τη γενικότερη αστάθεια του ανατρεπτικού αντικαπιταλιστικού ρεύματος. Εκεί όπου έχουμε σταθερή παρέμβαση, κίνηση πόλης ή άλλη μορφή, φτάνουμε γύρω στο 1%.
Η συνολική προεκλογική δουλειά της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της πολιτικής συνεργασίας αποτελεί πολύτιμη παρακαταθήκη για την επόμενη μέρα.
Και σε αυτή την εκλογική μάχη αναδείχθηκαν τα γενικότερα όρια που εμποδίζουν μια πιο μαζική καταγραφή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Τα όρια αυτά συνδέονται πρώτο με τα όρια του ίδιου του μαζικού λαϊκού και εργατικού κινήματος. Δεύτερο, σχετίζονται με τη μεγάλη δυσκολία γύρω από τον άλλο δρόμο της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης, σε σχέση με την τεκμηρίωση, την ανάπτυξη του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, την ενίσχυση της ταξικής αναγκαιότητας και της ρεαλιστικότητάς του. Τρίτον, επιδρούν γενικότερες αδυναμίες και ελλείψεις, όπως η αναντίστοιχη των αναγκών επεξεργασία και ανάδειξη της στρατηγικής μας, η έλλειψη διεθνών αναφορών. Τέταρτο, παρότι το δυναμικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε την εκλογική μάχη, αρνητικό ρόλο έπαιξαν τα προβλήματα στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Συνολικά επομένως είναι αναγκαία η κριτική και αυτοκριτική εξέταση της ίδιας της φυσιογνωμίας της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, που σχετίζεται με την προγραμματική της επάρκεια, την κινηματική και πολιτική πρακτική της στο εργατικό κίνημα και την ικανότητα μετασχηματισμού της αγωνιστικής παρέμβασης σε αντικαπιταλιστικό πολιτικό ρεύμα, με επαναστατική τακτική και κομμουνιστική στρατηγική, με διεθνιστική στόχευση και αναφορές, με ανώτερη συγκρότηση της πρωτοπορίας της κομμουνιστικής απελευθέρωσης.
Θετική η συνεργασία ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ
Η πολιτική – εκλογική συνεργασία με τις δυνάμεις της Μετωπικής Αριστερής Συμπόρευσης κρίνεται θετική, καθώς δημιούργησε ένα ενωτικό κλίμα που διευκόλυνε τη συσπείρωση και δραστηριοποίηση αρκετών αγωνιστών, εντός και εκτός ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τη συμμετοχή όλης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην εκλογική μάχη, έστω και με μεγάλες αντιφάσεις. Η συμφωνία πάνω σε ένα πολιτικό πρόγραμμα που περιλάμβανε τους αναγκαίους κόμβους και τους κύριους άξονες του αντικαπιταλιστικού προγράμματος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτέλεσε παράγοντα αξιοπιστίας και κύρους. Το βήμα αυτό είναι ελπιδοφόρο, ενθαρρύνει τις τάσεις εκείνες που μπορούν, κάτω από προϋποθέσεις, να αποδεσμευτούν από τα όρια της διαχείρισης και του ρεφορμισμού και να κινηθούν στην κατεύθυνση της δημιουργίας μιας ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής αντισυστημικής ανατρεπτικής Αριστεράς.
Όσον αφορά την προεκλογική καμπάνια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ εκτιμούμε πως το πολιτικό της στίγμα ήταν συνολικά θετικό. Δεν επιβεβαιώθηκαν οι καλοπροαίρετες ή όχι επιφυλάξεις και πολύ περισσότερο οι καταγγελίες για χτύπημα του αντικαπιταλιστικού και ανατρεπτικού χαρακτήρα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Κυβέρνηση διαχείρισης του συστήματος
Μετά τις εκλογές στους χώρους δουλειάς υπάρχει κλίμα ανακούφισης ακόμα και χαράς γιατί έφυγαν οι εκφραστές της άγριας αντιλαϊκής επίθεσης, μαζί με μια μετριασμένη ελπίδα για το μέλλον. Η δική μας παρέμβαση όμως δεν μπορεί να εξαντλείται στη «βυθομέτρηση» των διαθέσεων του κόσμου. Η αντικαπιταλιστική Αριστερά δεν θα στέκεται «χαζοχαρούμενα» απέναντι στις όποιες κινήσεις της κυβέρνησης έχουν ένα αριστερό συμβολισμό ή υλοποιούν (μερικά) ορισμένους από τους στόχους του κινήματος (κάτι που θα αποτελεί κατάκτηση του κινήματος), ούτε όμως θα αντιμετωπίζει μίζερα την ελπίδα του κόσμου πως μπορούν κάπως να αλλάξουν τα πράγματα.
Εμείς ίσα ίσα αυτή τη διάθεση αλλαγής πρέπει να ενισχύσουμε αποφασιστικά και να τη μετασχηματίζουμε ποιοτικά σε κατεύθυνση αντικαπιταλιστικής ανατροπής.
Παρότι οι προσδοκίες των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ είναι κουτσουρεμένες, ο συνδυασμός των εκρηκτικών κοινωνικών προβλημάτων εντός του πλαισίου της ΕΕ και της καπιταλιστικής κυριαρχίας σε περίοδο βαθιάς κρίσης και των αντιφάσεων που έχει ένα κόμμα με αριστερές καταβολές και ψηφοφόρους, όταν διαχειρίζεται μια τέτοια κατάσταση, δημιουργούν δυνατότητες για διεκδικήσεις, για κατακτήσεις και για τη ριζοσπαστικοποίηση μερίδων του κινήματος σε αντικαπιταλιστική και επαναστατική κατεύθυνση.
Βεβαίως, δεν πρέπει να υποτιμηθούν, με βάση και την ιστορική εμπειρία, οι μεγάλοι κίνδυνοι ενσωμάτωσης της αριστερόστροφης δυναμικής που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση στο πλαίσιο μιας νέας διαχείρισης του συστήματος με ανθρώπινο πρόσωπο. Η λογική της λεγόμενης «διαπραγμάτευσης με τους εταίρους» και η καλλιέργεια αναμονής και ανάθεσης των κινήσεων στη νέα κυβέρνηση δημιουργούν καταρχήν κίνδυνο αδρανοποίησης του λαϊκού παράγοντα στην επόμενη κρίσιμη περίοδο.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι κυβέρνηση διαχείρισης του συστήματος, της αστικής πολιτικής και επίθεσης, με συμμόρφωση στους κανόνες και στα όρια της ευρωζώνης και της ΕΕ, στην αναγνώριση και αποπληρωμή του χρέους, στη δημοσιονομική πειθαρχία, στη λογική της ανταγωνιστικότητας και των ιδιωτικών επενδύσεων, στην αποδοχή των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών της Ελλάδας με ΝΑΤΟ, Ισραήλ-Αίγυπτο στην περιοχή. Είναι κυβέρνηση που επιδιώκει το συμβιβασμό, εντός αυτού του πλαισίου, με την ΕΕ, την γερμανική ηγεμονία και τους «δανειστές». Βεβαίως, εντός αυτού του γενικού προσανατολισμού είναι υποχρεωμένη να υλοποιήσει προεκλογικές της διακηρύξεις και ορισμένες από τις θέσεις του κινήματος, που αποτελούν κατακτήσεις με τις οποίες ανακόπτονται αντιδραστικά μέτρα ή ακυρώνονται άλλα επιβεβλημένα στην πενταετία της μεγάλης αντιδραστικής επίθεσης. Το βασικό όμως είναι ποια είναι η συνολική κατεύθυνση της κυβερνητικής πολιτικής, καθώς επιμέρους κατακτήσεις μπορούν να αναιρεθούν ή να αφομοιωθούν σε μια πορεία διαχείρισης της ίδιας πολιτικής με άλλο μείγμα, με άλλο τρόπο.
Η σύνθεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η προγραμματική της βάση εκφράζουν τη λογική «συνέχειας του κράτους» (στρατός – Καμμένος, αστυνομία – Πανούσης), συνέχειας της ειδικής επιρροής των «μεγάλων συμφερόντων» και των εργολάβων (Σπίρτζης), συνέχεια της πειθαρχίας εντός του ΝΑΤΟ, με ισχυρή παρουσία της λογικής της ευρωυποταγής αλλά και της επιρροής του αμερικανικού παράγοντα. Οι επιλογές αυτές δεν δικαιολογούν κανενός είδους αυταπάτη από τους αγωνιστές της Αριστεράς και του μαζικού κινήματος ή λογικές κριτικής στήριξης, ανοχής και περιόδου χάριτος προς την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι υπάρχουν ισχυρά κέντρα του συστήματος τα οποία επενδύουν σε μια πολιτική «ποσοτικής χαλάρωσης», με διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά της απόλυτης «δημοσιονομικής ορθοδοξίας» την οποία πρεσβεύει το «γερμανικό κέντρο». Η συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ με αυτά τα κέντρα επιτρέπει ορισμένους ελιγμούς, όμως από την άλλη προσδιορίζει με μεγάλη σαφήνεια ότι τα όρια της εναλλακτικής λύσης θα κινούνται στην κατεύθυνση της «συνέχισης των μεταρρυθμίσεων» και των «ισοσκελισμένων προϋπολογισμών». Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ φαίνεται πως έχει οροφή το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών (Κατρούγκαλος, επαναπροσλήψεις εντός του ψηφισμένου προϋπολογισμού), ενώ προετοιμάζει τετραετές δημοσιονομικό πρόγραμμα και νέα συμφωνία με την ΕΕ.
Συνολικά, η κυβερνητική διαχείριση ΣΥΡΙΖΑ γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθεί από τα κέντρα του κεφαλαίου για την ανανέωση και ανασυγκρότηση του πληγωμένου αστικού οικονομικού και πολιτικού συστήματος, με τη διαμόρφωση και ενός νέου δικομματισμού με μπαλαντέρ την Κεντροαριστερά. Οι αντιφάσεις που σήμερα διαπερνούν την κοινωνική αλλά και την πολιτική βάση του ΣΥΡΙΖΑ ορθώνουν δυσκολίες σε αυτή την επιλογή. Η περίοδος της πολιτικής αστάθειας και ρευστότητας δεν έχει λήξει.
Αντεπίθεση και αντιπολίτευση για την αντικαπιταλιστική ανατροπή
Το σύνολο των μαχόμενων δυνάμεων της Αριστεράς μπορεί και πρέπει να κινηθεί στην κατεύθυνση της ενίσχυσης μιας νέας κοινωνικής απαιτητικότητας και να πρωταγωνιστήσει ενεργητικά σε ένα ενωτικό σχέδιο άμεσης αντεπίθεσης και διεκδίκησης των ώριμων στόχων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων σε όλα τα πεδία.
Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η πολιτική συνεργασία των ανατρεπτικών, αντικαπιταλιστικών και αντιΕΕ δυνάμεων, ευρύτερα οι μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς και του κινήματος, όλοι όσοι δεν επιλέγουν να ζεστάνουν κυβερνητικούς θώκους ή να γίνουν ο κινηματικός ψάλτης της κυβέρνησης αλλά κι όσοι γυρίζουν την πλάτη σε μια λογική μοιρολατρικής προσμονής της αποτυχίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είναι ανάγκη να κινηθούν άμεσα: για την αντεπίθεση του κινήματος, για μια νέα απαιτητικότητα του λαού, για την απόσπαση κατακτήσεων· για μια εργατική – λαϊκή – νεολαιΐστικη αριστερή αντιπολίτευση, ενάντια στο σύστημα, την κυρίαρχη πολιτική και την κυβέρνηση, που κινείται εντός του πλαισίου τους· για την αντικαπιταλιστική ανατροπή του σφαγείου και της διαρκούς επίθεσης κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ
Η μαχόμενη Αριστερά και το εργατικό κίνημα διεκδικούν ζωτικά αιτήματα με κεντρικό σύνθημα την απαίτηση να πάρουμε πίσω όλα όσα μας έκλεψαν. Διεκδικούμε όσα μας αξίζουν για αξιοπρεπή ζωή τώρα: δηλαδή, άμεση κάλυψη όλων των ανέργων με αξιοπρεπές επίδομα ανεργίας, επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων και των διαθέσιμων, άνοιγμα της ΕΡΤ και των σχολείων-νοσοκομείων που έκλεισαν, αυξήσεις μισθών και συντάξεων με στόχο την κατάργηση των περικοπών από το 2009, επαναφορά 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο και τις συντάξεις, μείωση του χρόνου εργασίας, ανατροπή όλου του αντεργατικού πλαισίου για την ελαστική και προσωρινή εργασία, ειδικά για τη νεολαία, σταμάτημα των κατασχέσεων και διαγραφή χρεών για τους φτωχούς, ξήλωμα όλων των αντιδραστικών μέτρων και αναδιαρθρώσεων στην εργασία, στα θέματα των ελευθεριών και της δημοκρατίας, στην εκπαίδευση, την υγεία, την ασφάλιση κ.λπ.
Ο αγώνας αυτός πρέπει να συνδέεται με τους αναγκαίους συνολικούς πολιτικούς στόχους: το ξήλωμα όλου του μνημονιακού καπιταλιστικού «κεκτημένου»· την άρνηση του χρέους, τη στάση πληρωμών στους δανειστές και τη διαγραφή του χρέους· την άρνηση συνέχισης των Μνημονίων, την αντίθεση σε «συμφωνία – γέφυρα» και στο νέο πρόγραμμα που διαπραγματεύεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εντός των ασφυκτικών ορίων της ΕΕ και των κανονισμών της, ενάντια στο νέο «τετραετές μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα» λιτού βίου και τη διαρκή επιτήρηση από ΕΕ – ΕΚΤ.
Απαιτούμε την ακύρωση του Δημοσιονομικού Συμφώνου Σταθερότητας από την ελληνική Βουλή και την ψήφιση νέου προϋπολογισμού που θα καλύπτει τις εργατικές – λαϊκές ανάγκες και δεν θα υπακούει στον Προκρούστη του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού.
Ζητάμε τη ρήξη και την έξοδο από την ευρωζώνη και την ΕΕ· την εθνικοποίηση των τραπεζών, χωρίς αποζημίωση και υπό εργατικό έλεγχο· την κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ και το μπλοκάρισμα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, από τη σκοπιά της εθνικοποίησης, χωρίς αποζημίωση και με εργατικό έλεγχο των ΔΕΚΟ και των βασικών επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας. Να ακυρωθούν οι ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη γίνει (π.χ. COSCO, ΟΤΕ).
Ανασυγκρότηση του κινήματος – Άλλη Αριστερά
Το ερχόμενο διάστημα θα υπάρξει όξυνση της ταξικής και πολιτικής διαπάλης με θετικές προοπτικές για το εργατικό και λαϊκό κίνημα, στο βαθμό που ισχυροποιείται η τάση και η συσπείρωση δυνάμεων για μια άλλη ανατρεπτική αντικαπιταλιστική Αριστερά. Στην κατεύθυνση αυτή η ισχυροποίηση και αναβάθμιση της πολιτικής πάλης του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελούν κρίσιμο όρο. Η προώθηση και ανάπτυξη της πολιτικής συνεργασίας, καταρχήν με τις δυνάμεις της Μετωπικής Αριστερής Συμπόρευσης (ΜΑΡΣ), με τις οποίες έχουν γίνει ήδη θετικά βήματα, αλλά και παραπέρα με ανένταχτους αγωνιστές και όσες άλλες δυνάμεις αναγνωρίζουν την ανάγκη συνεργασίας της ανατρεπτικής Αριστεράς, θα ανοίξουν δρόμο για την ευρύτερη συσπείρωση και την ενίσχυση των τάσεων διαφοροποίησης από τη διαχειριστική λογική του ΣΥΡΙΖΑ και τον ηττοπαθή ρεφορμισμό του ΚΚΕ.
Έτσι, θα ευνοούνται και οι προοπτικές της αναγκαίας μαχητικής κοινής δράσης ευρύτερων αριστερών δυνάμεων, καταρχήν της εκτός των τειχών Αριστεράς, με σταθερή επιδίωξη και απεύθυνση στο ΚΚΕ και στις αριστερές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που διαφοροποιούνται από την κυβερνητική διαχειριστική πολιτική.
Κρίσιμο ζητούμενο και βασικός στόχος είναι η ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και της ανάταξής του σε αγωνιστική ανατρεπτική κατεύθυνση. Στο πεδίο αυτό, όπως και στην ευρύτερη λαϊκή δράση, θα κριθεί αν θα δημιουργηθούν τα φύτρα εκείνα της οργανωμένης λαϊκής πάλης που θα μπορέσουν να επιβάλλουν μια άλλη πορεία ανατρέποντας το συστημικό πλαίσιο.
Το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση
Στις νέες συνθήκες αντιλαμβανόμαστε τις ευθύνες μας και την απαίτηση που έχει από το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση ο μαχόμενος κόσμος. Για να ανταποκριθούμε στην ανάγκη ταξικής ανασυγκρότησης του κινήματος και της Αριστεράς, απαιτείται να αναβαθμιστεί η λειτουργία και η παρέμβαση του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, να ενισχυθεί ο πολιτικός, προγραμματικός και θεωρητικός του λόγος και η αντίστοιχη συλλογική προετοιμασία, επεξεργασία και παρέμβαση.
Οι νέες συνθήκες και ειδικά το ανέβασμα του πήχη της πολιτικοϊδεολογικής αντιπαράθεσης σε συνθήκες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, απαιτούν πολιτικό νεύρο με βάση την επαναστατική τακτική της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης, βαθύτερη και ουσιαστικότερη θεωρητική υποδομή, στρατηγική παρέμβαση για την αντικαπιταλιστική επανάσταση και την κομμουνιστική απελευθέρωση. Ενισχύουμε το ΝΑΡ με νέες δυνάμεις, με τους αγωνιστές της νεολαίας και της νέας βάρδιας στην πρώτη γραμμή.