της Αρχοντούλας Βαρβάκη
Για άλλη μια φορά οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις, ή τουλάχιστον οι περισσότερες από αυτές, έδωσαν στα κόμματα ποσοστά αρκετά διαφορετικά από αυτά στα οποία κατέληξαν τελικά οι κάλπες καλλιεργώντας εύλογες… υποψίες για τον δημαγωγικό ρόλο τους. Ως ενδεικτικές αποτυχημένες εκτιμήσεις αναφέρουμε τα χαμηλά ποσοστά των Ανεξάρτητων Ελλήνων που θα έμεναν εκτός Βουλής και τη μικρότερη από την πραγματική διαφορά ανάμεσα στα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ.
Θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει τις αστοχίες των δημοσκόπων παραδεχόμενος πως η δήλωση της πρόθεσης ψήφου είναι πιο «χαλαρή» από την ίδια την ψήφο και οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν τις προθέσεις των ψηφοφόρων κατά την ημέρα διεξαγωγής τους και όχι την τελική τους απόφαση. Ωστόσο η αμφισβήτηση των προβαλλόμενων δημοσκοπήσεων δεν αφορά τη φύση αυτών και άλλων αντίστοιχων ποσοτικών ερευνών, αλλά τον τρόπο ενσωμάτωσής τους στην προεκλογική προπαγάνδα των ΜΜΕ, την οποία εξυπηρετούν. Όταν οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζονται αδιαμφισβήτητες, χωρίς σχόλια για την πιθανότητα λάθους και με συνοδευτικούς τίτλους όπως «Νέα δημοσκόπηση: Κλείνει η ψαλίδα ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ», ακόμα κι αν δεν είναι ψεύτικες, όπως δείχνουν τα εκλογικά αποτελέσματα, είναι σίγουρα αποπροσανατολιστικές και η χρήση τους στοχεύει μόνο στη χειραγώγηση των ψηφοφόρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα από το παρελθόν η πεισματική άρνηση της πτώσης της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ πριν από τις εκλογές του Μαΐου του 2012. Η λύση φυσικά δεν είναι η απαγόρευση των δημοσκοπήσεων τις τελευταίες μέρες της προεκλογικής περιόδου, η οποία απλώς προκαλεί διαρροές των «μυστικών» δημοσκοπήσεων και τελικά δεν διορθώνει καθόλου τον προπαγανδιστικό λόγο των ΜΜΕ.
Παρόμοια λάθη μπορούμε να εντοπίσουμε και στις προβλέψεις των exit polls. Όσο κι αν παρουσιάζονται ως εξ ορισμού έγκυρες μετρήσεις, έχει πια αποδειχθεί πολλές φορές τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό πως κι αυτά αποτυγχάνουν να προβλέψουν το τελικό αποτέλεσμα προκαλώντας βιαστικά σχόλια ή και επίσημες αντιδράσεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα exit polls του 2000 που δεν επανέλαβαν την επιτυχία του 1996 και έδωσαν τη νίκη στη ΝΔ… για λίγο, μέχρι να φανεί πως το προβάδισμα ανήκε στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο τελικά κέρδισε τις εκλογές με μία μονάδα διαφορά. Αδυναμία σωστής πρόβλεψης του ποσοστού κάθε κόμματος είχαμε και σε επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, ενώ ούτε φέτος δεν πέτυχαν αρκετά ικανοποιητικές προβλέψεις.
Αυτές οι εκτιμήσεις παρουσιάζονται αφού κλείσουν οι κάλπες και δεν μπορούν να κατηγορηθούν για χειραγωγική χρήση. Σε αυτή την περίπτωση η αιτία των ανακριβών, αν όχι ολοκληρωτικά λάθος συμπερασμάτων, είναι η ανάγκη των ΜΜΕ να πουλήσουν ένα ακόμα προϊόν αδιαφορώντας για την ανάγκη του κοινού τους για έγκυρη ενημέρωση. Τα πρώτα πραγματικά αποτελέσματα αργούν μόνο λίγες ώρες, αλλά τα ΜΜΕ-επιχειρήσεις προτιμούν την πώληση οποιασδήποτε πληροφορίας από την αναμονή. Άλλωστε η ταχύτητα τής εξυπηρέτησης ουκ ολίγες φορές στον καπιταλισμό αξιολογείται καλύτερα από την ποιότητα του προϊόντος…