Κάθε περιστατικό επίθεσης από φανατικούς ισλαμιστές ακολουθείται από κύματα ισλαμοφοβίας, προώθηση νέων αντιτρομοκρατικών ρυθμίσεων, που αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, αλλά και ανακοίνωση στρατιωτικών επιχειρήσεων σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
του Άρη Χατζηστεφάνου
Χαρακτηριστικά ενός επαναλαμβανόμενου μοτίβου αποκτούν οι επιθέσεις εξτρεμιστών ισλαμιστών εναντίον σκιτσογράφων σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες: Κάποιος ευρωπαίος πολίτης με αραβική καταγωγή, που ήταν γνωστός στις αρχές ασφαλείας, σπέρνει το τρόμο σε αθώα θύματα και σε λίγες ώρες βρίσκεται νεκρός από πυρά αστυνομικών προτού προλάβει να ανακριθεί από τις Αρχές. Κάθε περιστατικό ακολουθείται από κύματα ισλαμοφοβίας, προώθηση νέων αντιτρομοκρατικών ρυθμίσεων, που αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των δημοκρατικών δικαιωμάτων αλλά και ανακοίνωση στρατιωτικών επιχειρήσεων σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Η αποτρόπαια επίθεση στη Δανία εντάσσεται πλήρως σε αυτό το μοτίβο. Δεν πρόκειται φυσικά για γιγαντιαία επιχείρηση συνωμοσίας, στην οποία οι αρχές ασφαλείας εκτελούν τους δράστες για να μη μιλήσουν, αλλά για φυσικό αποτέλεσμα της δομής και της λειτουργίας των αστυνομικών αρχών και των μέσων ενημέρωσης. Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι οπλίζουν τα χέρια εξτρεμιστών στα γκετοποιημένα κέντρα των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, η αστυνομία πυροβολεί ό,τι κινείται και τα ΜΜΕ προωθούν την αυτοεκπληρούμενη πλέον προφητεία της σύγκρουσης των πολιτισμών.
Στα θύματα της τελευταίας επίθεσης στη Δανία, εκτός φυσικά από τους δυο άτυχους ανθρώπους που δολοφονήθηκαν στην Κοπεγχάγη, συμπεριλαμβάνονται τα δημοκρατικά δικαιώματα εκατομμυρίων πολιτών στην Ευρώπη αλλά και το μέλλον χιλιάδων προσφύγων που προσπαθούν να σωθούν από τις επιπτώσεις των ιμπεριαλιστικών πολέμων στη Μέση Ανατολή.
Η αναταραχή στην Ευρώπη αποτέλεσε το άλλοθι που αναζητούσαν οι ΗΠΑ για να ανακοινώσουν σειρά στρατιωτικών δράσεων στη Μέση Ανατολή, με πρώτο στόχο τη Μοσούλη στο Βόρειο Ιράκ. Εκπρόσωπος της κεντρικής διοίκησης του Πενταγώνου ανακοίνωσε ότι η στρατιωτική επιχείρηση θα ξεκινήσει στις αρχές Απριλίου και σύμφωνα με πληροφορίες θα περιλαμβάνει πέντε ταξιαρχίες του ιρακινού στρατού, που τώρα εκπαιδεύονται σε αμερικανικές εγκαταστάσεις στο Ιράκ. Πρόκειται ουσιαστικά για κλιμάκωση της επιχείρησης Εγγενής Αποφασιστικότητα (Inherent Resolve) που όπως προδίδει και ο τίτλος της αποτελεί μια ευρείας κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση την οποία όμως το Πεντάγωνο επιχειρεί να παρουσιάσει σαν πρωτοβουλία των Ιρακινών και όχι της Ουάσινγκτον. Η αμερικανική διοίκηση θα προσφέρει την από αέρος κάλυψη και θα στείλει βαριά οπλισμένους Ιρακινούς να ανακαταλάβουν την πόλη.
Αναλυτές φοβούνται ότι οι μέθοδοι και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν στην επιχείρηση θα αποτελέσουν μια επανάληψη της ανθρωποθυσίας στη Φαλούτζα. Η Μοσούλη έχει 1,4 εκατομμύριο κατοίκους και ελέγχεται από μια δύναμη περίπου 2.000 τζιχαντιστών του ISIS. Η κατάληψη της πόλης επιτεύχθηκε καθώς οι κατά 15 φορές ισχυρότερες δυνάμεις του ιρακινού στρατού σχεδόν αυτοδιαλύθηκαν στη θέα και μόνο των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους. Παρά το γεγονός ότι τουλάχιστον μισό εκατομμύριο άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στην ευρύτερη περιοχή, καθώς ο ISIS εδραίωνε την παρουσία του στο Βόρειο Ιράκ, ένα τμήμα του πληθυσμού της Μοσούλης φάνηκε έτοιμο να ανεχθεί την παρουσία των τζιχαντιστών με την ελπίδα να τερματίσει τις συνεχείς επιθέσεις και τον εξανδραποδισμό από τις σιιτικές δυνάμεις.
Την ίδια ώρα ΗΠΑ και Τουρκία ανακοίνωσαν ότι θα ενισχύσουν από κοινού δυνάμεις ανταρτών στη Συρία προκειμένου να πολεμήσουν το Ισλαμικό Κράτος. Πρόκειται όπως ανακοινώθηκε για τουλάχιστον 5.000 «μετριοπαθείς» μαχητές οι οποίοι θα εκπαιδευτούν από 400 αμερικανούς στρατιώτες στο Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία και την Ιορδανία. Ο αριθμός των Αμερικανών όμως αναμένεται να αυξηθεί σε αρκετές χιλιάδες. Ουσιαστικά ο πρόεδρος Μπ. Ομπάμα, εκτός του ότι δοκιμάζει και πάλι την αποτυχημένη συνταγή που οδήγησε στη δημιουργία του Ισλαμικού Κράτους, επιχειρεί να κρύψει πίσω από φύλλο συκής την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στην περιοχή. Απώτερος στόχος, πέρα από την αντιμετώπιση του ISIS, θα είναι όπως πάντα η ανατροπή του καθεστώτος Ασάντ στη Δαμασκό. Σε όλα τα μέτωπα όμως το Πεντάγωνο ποντάρει ως επί το πλείστον στις σεχταριστικές συγκρούσεις του πληθυσμού αδιαφορώντας για τις μακροχρόνιες συνέπειες, το εμφυλιακό χάος και την αποσταθεροποίηση της ευρύτερης περιοχής.
Προκειμένου να δικαιολογηθεί η νέα αμερικανική σταυροφορία στην περιοχή επιχειρείται ήδη η ενίσχυση της ισλαμοφοβίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα νέα σίριαλ και τις ταινίες που κυκλοφορούν το 2015 στην αμερικανική αγορά, για να καταλάβει ότι ακόμη και η βιομηχανία του θεάματος έχει στρατευθεί στο πλευρό του Πενταγώνου με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έκανε και μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Παράλληλα, έχοντας συμμάχους τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η Ουάσινγκτον επιχειρεί να συνδέσει όλες τις τρομοκρατικές επιθέσεις που πραγματοποιούνται στην Ευρώπη με τη δράση του ISIS. Παρά το γεγονός ότι σχεδόν όλες οι πρόσφατες επιθέσεις εναντίον σκιτσογράφων πραγματοποιήθηκαν από ευρωπαίους πολίτες (μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς) η εκστρατεία μίσους της «Ευρώπης-φρούριο» δεν εξετάζει τις συνθήκες στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά δημιουργεί νέους αποδιοπομπαίους τράγους, τους πρόσφυγες που αναζητούν προστασία σε ευρωπαϊκό έδαφος. Το προπαγανδιστικό κείμενο που κυκλοφόρησε για το ενδεχόμενο εισόδου τζιχαντιστών στην Ιταλία μέσα από τις ροές μεταναστών και προσφύγων στη Λαμπεντούζα είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα για την ταύτιση που επιχειρείται. Το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι τόσο οι τζιχαντιστές, που υποτίθεται ότι θα κατακλύσουν την Ευρώπη, όσο και οι πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τις εμπόλεμες ζώνες είναι δημιούργημα των ιμπεριαλιστικών πολέμων για τον έλεγχο των ενεργειακών αποθεμάτων στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Η συγκεκριμένη «απειλή της Λαμπεντούζας» μάλιστα έδωσε στην ιταλική κυβέρνηση αλλά και τις ΗΠΑ το πρόσχημα που ζητούσαν για να επαναφέρουν στο τραπέζι το ενδεχόμενο στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Λιβύη, όπου η κατάσταση έχει ξεφύγει και πάλι από κάθε έλεγχο.