του Βαγγέλη Νάνου
Εκλογική ήττα ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και των συνεργατών τους
Τα αποτελέσματα των εκλογών οριστικοποίησαν την ήττα των κυβερνήσεων που στηρίχθηκαν από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΛΑΟΣ όλα τα προηγούμενα χρόνια. Οριστικοποιήθηκε η συντριβή των ΔΗΜΑΡ-ΛΑΟΣ, με το ΠΑΣΟΚ να πνέει τα λοίσθια και τη βάση του αντιδραστικού συνασπισμού εξουσίας να συσπειρώνεται στη ΝΔ. Οι φασίστες της ΧΑ δείχνουν αξιοσημείωτη σταθερότητα με τάσεις διείσδυσης στο κόσμο που στήριξε ΝΔ. Νέο μπαλαντέρ για αντιδραστικές λύσεις αποτελεί το νεοφιλελεύθερο κατασκεύασμα του Ποταμιού, το οποίο συγκέντρωσε ποσοστά αντίστοιχα με τη ΔΗΜΑΡ του 2012. ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ συγκέντρωσαν 42,5% και συγκρότησαν κυβέρνηση, η οποία απ’ ό,τι φαίνεται ήταν προαποφασισμένη εδώ και πολύ καιρό. Αξιοσημείωτα είναι τα ποσοστά των ΑΝΕΛ σε σχέση με τα όσα έδιναν οι δημοσκοπήσεις.
Τα τελευταία πέντε χρόνια η ελληνική αστική τάξη κατάφερε να πετύχει μια τεράστια αναδιανομή πλούτου. Την ίδια ώρα η ΕΕ, με ηγεμονία της Γερμανίας, προσπαθεί να μη λασκάρει τα λουριά, Ομπάμα και Πούτιν κλείνουν το μάτι στη νέα κυβέρνηση στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών ΗΠΑ – Ρωσίας – ΕΕ.
Οι κυβερνήσεις σε Ιταλία, Ισπανία, Μ. Βρετανία, Γαλλία και Πορτογαλία, που απειλούνται από ρεύματα δεξιού ή αστικού ευρωσκεπτικισμού αλλά και ριζοσπαστικών κινημάτων στα οποία ηγεμονεύει μια ενσωματωμένη, φιλοΕΕ Αριστερά, εμφανίζουν μια φραστική τάση χαλάρωσης της πολιτική τους σε βάρος των λαών της ΕΕ για να μη χάσουν τους κυβερνητικούς θώκους.
Τα ρεύματα αμφισβήτησης από αριστερά, ο αστικός ευρωσκεπτικισμός και τα ισχυρά εθνικοπατριωτικά ρεύματα με επίδραση της Ακροδεξιάς, προβάλλουν σαν εγγυητές της αναπαραγωγής του συστήματος, για να πάρει μπροστά η μηχανή με καλύτερους όρους, για να ξεπεραστεί η καπιταλιστική κρίση με μια «ανακωχή» χωρίς άλλες περικοπές και με αποδεκατισμένη την εργατική τάξη παρά τα αγωνιστικά της σκιρτήματα σε όλη την Ευρώπη. Σε κάθε χώρα φυσικά υπάρχουν ιδιαιτερότητες, διαφορετική πολιτική ιστορία, διαφορετική συγκέντρωση εργατικής τάξης, τα οποία παίζουν το ρόλο τους.
Στην Ελλάδα κατάφεραν να μετατρέψουν το 25% (εκλογές του 2012) των ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ- ΑΝΤΑΡΣΥΑ από ένα ρεύμα σύγκρουσης με την κυρίαρχη πολιτική σε αστική κυβέρνηση το 2015 με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ και με χτυπημένη αλλά όχι εξαφανισμένη την αμφισβήτηση από τ’ αριστερά. Σε αυτό, εκτός από τη παρέμβαση του συστήματος, τις ηγεσίες των ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ, ευθύνες έχουμε κι εμείς. Με λίγα λόγια, η αστική τάξη κατάφερε να πέσει στα μαλακά ύστερα από πέντε χρόνια λυσσαλέας επίθεσης, με την εργατική δύναμη να πουλιέται στο μισό απ’ ό,τι πριν από μια πενταετία και με υποχώρηση των συγκρουσιακών τάσεων στον λαϊκό παράγοντα.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποτελεί ιδιόμορφη οικουμενική κυβέρνηση, πολιτική έκφραση και συνθηκολόγηση όλων των τάσεων αυτού του ανομοιογενούς ρεύματος που αναπτύσσεται στην Ευρώπη. Είναι μια κυβέρνηση ταξικής συνδιαλλαγής. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι μια αστική κυβέρνηση στηριγμένη από μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου και των μηχανισμών του που διαφωνούν με τη συνέχιση τής ολοκληρωτικής επίθεσης. Η πτώση του βιοτικού επιπέδου μπορεί να αποτελέσει παράγοντα εξασφάλισης νέων κοινωνικών συμμαχιών, ελεγχόμενης φτώχειας που θα εξασφαλίζει σε αυτή τη φάση έναν ακόμα χαμηλά αμειβόμενο εργαζόμενο σε κάθε οικογένεια, φαΐ, ρεύμα, νερό κι ένα κρεβάτι σε νοσοκομείο σε μια εποχή τεράστιου πλούτου και απίστευτων δυνατοτήτων.
Στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ο ΣΥΡΙΖΑ παραδίδει στρατό – εξοπλιστικά προγράμματα στη Δεξιά, την αστυνομία στη ΔΗΜΑΡ, το υπουργείο Εξωτερικών στους Κοτζιά, Τόσκα, σε πρώην ΠΑΣΟΚους με διασυνδέσεις την υγεία και τα έργα, σε μικροαστικά στρώματα του καθηγητικού κατεστημένου συμβιβασμένα ουσιαστικά με το πανεπιστήμιο-επιχείρηση δίνουν το υπουργείο Παιδείας, σε συνδικαλιστές εντός πλαισίου την ασφάλιση και τα εργασιακά. Ταυτόχρονα η συγκυβέρνηση «καίει» από την αρχή την «αριστερή» πλατφόρμα δίνοντας υπουργείο στην «αντιευρώ» τάση του κόμματος. Αντιπρόεδρος συντονιστής ο Γ. Δραγασάκης, πρώην υπουργός, ένα στέλεχος-φορέας της αστικής πολιτικής στην Αριστερά και ένα οικονομικό επιτελείο αγγλοσαξονικής κοπής.
Το εκλογικό αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ αποτυπώνει μια πραγματικότητα στο μεγαλειώδες αντιμνημονιακό ρεύμα που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια. Διαμορφώθηκε από την αγωνιστική νηνεμία, από την κούραση πρωτοπόρων κομματιών, από την αδυναμία να δοθεί η μάχη σε πιο αναβαθμισμένο ιδεολογικό-πολιτικό επίπεδο, από τη λογική του κοινοβουλευτισμού, της κυβερνητικής διαχείρισης. Διαμορφώθηκε από το κλίμα «να φύγουν ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και βλέπουμε μετά τι θα γίνει». Ήταν μια απόφαση στιγμής με δυσβάσταχτους συσχετισμούς την οποία θα επιχειρήσουν να συγκροτήσουν σε πολιτικό ρεύμα με μόνιμα χαρακτηριστικά.
Σε ψήφους η ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ πήρε το 25% περίπου από ό,τι παίρνουν οι συνδυασμοί που στηρίζει στο σύνολο των συνδικάλιστων στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και στις «αυτοδιοικητικές» εκλογές μαζί. Έχουμε τη δυνατότητα να παρέμβουμε ώστε να συμβάλουμε στο μετασχηματισμό του ρεύματος αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής των τελευταίων χρόνων σε αντικαπιταλιστικό, με σοβαρή επίδραση των συσπειρωμένων δυνάμεων της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης και προοπτικής.
Σε επίπεδο στενά εκλογικό θα μπορούσαμε να φτάσουμε σε αυτή τη φάση το 1%, ποσοστό που θα μας έδινε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
Το εκλογικό μας αποτέλεσμα εκτός από όσα ανέφερα παραπάνω επηρεάστηκε δευτερευόντως και από άλλους παράγοντες: Πρώτον, από την ταλάντευση αν θα πάμε και πως με τη ΜΑΡΣ στον πολύ λίγο χρόνο που είχαμε μέχρι τις εκλογές. Δεύτερον, από τη στάση μερίδας της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς ενάντια στην πολιτική συνεργασία. Τρίτον, από αντιλήψεις για μεγάλη νίκη της Αριστεράς και για ανοχή – διόρθωση σε αριστερή κυβέρνηση. Τέταρτον, από αντιλήψεις για μέτωπο ενάντια στην «κατοχή» της χώρας. Πέμπτον, από λογικές φιλολαϊκής παναριστερής διαχείρισης των δήμων και των περιφερειών. Έκτον, από την τακτική δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που είναι με το ένα πόδι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το άλλο στη ΜΑΡΣ.
Το επόμενο διάστημα είναι κρίσιμο για την οργάνωσή μας. Απέναντι στην πολλαπλή επίδραση από δυνάμεις δορυφοροποίησης γύρω από το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και διαφοροποίησης δυνάμεων από την όλο και πιο δεξιά του μετατόπιση, από τον προβληματισμό αγωνιστών του ΚΚΕ αλλά και από νέα κομμάτια κοινωνικής ριζοσπαστικής πολιτικοποίησης, πρέπει να κινηθούμε με μαεστρία και όχι με σεχταρισμό: να επιβάλλουμε πολιτική ενότητας και κοινής δράσης με βάση το περιεχόμενο της πολιτικής συνεργασίας και την αναβαθμισμένη συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών.
Βασική προϋπόθεση αποτελεί η πολιτική-ιδεολογική-οργανωτική ενότητα του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και της νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση γύρω από το 1ο, 2ο και 3ο Συνέδριο της οργάνωσης, σε όλες τις ΟΒ, σε όλα τα όργανα και στην εφημερίδα μας. Η διασφάλιση της ενιαίας έκφρασης της πολιτικής γραμμής της οργάνωσης προς τα έξω, με σεβασμό στους κανόνες λειτουργίας της, θα βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση και πρέπει να λυθεί άμεσα με δημοκρατική συζήτηση στο εσωτερικό μας.
Ως ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση με κατάλληλη οργανωτική διάταξη του γραφείου της πολιτικής επιτροπής, των επιτροπών (εργατική, ιδεολογική κ.λπ.), των επιτροπών περιοχών αλλά και κάθε ΟΒ χωριστά, πρέπει να κινηθούμε ταυτόχρονα σε έξι κατευθύνσεις: Συγκρότηση πρωτοβουλίας για το κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα της εποχής μας, οργανωτική ενίσχυση του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση και της οργάνωσης νεολαίας, πρωτοβουλία τώρα για τη συγκρότηση ταξικής κίνησης για ένα νέο εργατικό κίνημα, ισχυροποίηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ κόντρα και ενάντια σε λογικές ομοσπονδοποίησής της, πρωτοβουλίες διαλόγου και κοινής δράσης μέσω της πολιτικής συνεργασίας ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ. Πρέπει να σπάσουμε το κλίμα αναμονής και αυταπάτης για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, για μια εργατική λαϊκή αντεπίθεση με το αναγκαίο πρόγραμμα πάλης που έχουμε διατυπώσει, και να συγκροτήσουμε πανελλαδική επιτροπή για διαγραφή του χρέους.
Πρέπει να κάνουμε βήματα όχι με εργαλειακό τρόπο, αλλά να αποτελέσει όλο το σχέδιό μας μάχιμη κίνηση ενιαίας οργανωμένης δράσης κομμουνιστών. Το ρήγμα του 1989, η μήτρα μας δηλαδή, που συνδέθηκε με τις νέες επεξεργασίες μας, με όλους τους μεγάλους αγώνες των τελευταίων 25 χρόνων, με νέες γενιές κομμουνιστών και με νέα γεγονότα τα οποία σημάδεψαν την πορεία του κινήματος, δεν πρέπει και δεν θα γίνει άλλη μια τελετουργική ημερομηνία σταθμός στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος αλλά μια ημερομηνία ουσιαστικής συμβολής στη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, την αντικαπιταλιστική επανάσταση και την εργατική εξουσία. Το δίλημμα ρήξη ή ενσωμάτωση προβάλλει αμείλικτο πάλι μπροστά μας.