του Μάκη Γεωργιάδη
Ψάρεμα στα θολά νερά με νεοφιλελεύθερη ατζέντα από τον εκλεκτό των εκδοτών
Με βασικές θέσεις βγαλμένες από το οπλοστάσιο της κυρίαρχης νεοφιλελεύθερης πολιτικής δίνει τη μάχη της πολιτικής του ανέλιξης και της ταυτόχρονης εξαπάτησης των πολιτών το Ποτάμι. Η προεκλογική εκστρατεία φουντώνει και μαζί και η μάχη για την τρίτη θέση, η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των μνηστήρων της θα δώσει σε όποιον την καταλάβει ρόλο ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων στις 26 Γενάρη. Ο Σ. Θεοδωράκης διακηρύσσει σε περιοδείες του ανά την Ελλάδα και σε συνεντεύξεις του πως η χώρα «πρέπει να μείνει πάση θυσία στο ευρώ», ξορκίζει το ενδεχόμενο δεύτερων επαναληπτικών εκλογών, επιμένει στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, η οποία συνεπάγεται μειώσεις μισθών και κοινωνικών δαπανών και ονειρεύεται σαν γνήσιος νεοφιλελεύθερος μειώσεις φόρων ευνοϊκές για το κεφάλαιο, όπως άλλωστε έχει εξαγγείλει και ο Αντ. Σαμαράς, τάζοντας «ενιαίο φορολογικό συντελεστή» στους «επενδυτές» και λαγούς με πετραχήλια στους υπόλοιπους. «Το Ποτάμι έχει δύο όχθες. Στη μια είναι οι αριστεροί μεταρρυθμιστές και στην άλλη οι φιλελεύθεροι προοδευτικοί» δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο επικεφαλής του Ποταμιού, επιχειρώντας να εξηγήσει το εφικτό της συμμετοχής του κόμματός του σε μια συγκυβέρνηση με κορμό είτε τη ΝΔ είτε τον ΣΥΡΙΖΑ. Στην ίδια συνέντευξη ο Σ. Θεοδωράκης επιτέθηκε στη ΝΔ και τον Αντ. Σαμαρά για την ακροδεξιά ρητορεία και την «επανεμφάνιση Μπαλτάκου», στο λόγο και τις θέσεις του πρωθυπουργού για το μεταναστευτικό και την ιθαγένεια – μάλιστα χαρακτήρισε απαράδεκτο τον τρόπο έκφρασης που χρησιμοποίησε ο Αντ. Σαμαράς όταν μίλησε για τα ζητήματα αυτά είτε στο φράχτη του Έβρου είτε σε άλλες περιοδείες του. Ταυτόχρονα όμως κατηγόρησε για ανευθυνότητα σε αυτά τα ζητήματα τον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο το βασικό επίδικο ζήτημα για το Ποτάμι είναι «η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας». Με το βλέμμα λοιπόν στραμμένο στην ΕΕ, ο Στ. Θεοδωράκης εγκάλεσε τον ΣΥΡΙΖΑ επειδή δεν θέλει, όπως δήλωσε και ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας, να συνεργαστεί ούτε με το ΠΑΣΟΚ, ούτε με το Ποτάμι, ούτε με το κόμμα του Γ. Παπανδρέου, αλλά αντιθέτως επιζητάει συνεργασία και κάνει άνοιγμα στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ο αρχηγός του Ποταμιού χαρακτηρίζει αντιφατική την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αφενός διακηρύσσει ότι η θέση της χώρας είναι μέσα στην ΕΕ και στο ευρώ, αλλά αφετέρου αναζητάει συμμαχίες με τις κατεξοχήν αντιευρωπαϊκές δυνάμεις, επιχείρημα το οποίο υιοθέτησε σχεδόν αμέσως και ο Αντ. Σαμαράς. Ωστόσο για το κυρίαρχο θέμα της ατζέντας, έτσι όπως την έχουν καταρτίσει τα δύο κόμματα που διεκδικούν την κυβέρνηση, δηλαδή το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους, ο Σ. Θεοδωράκης δεν παίρνει ξεκάθαρη θέση. Αντιθέτως υιοθετεί τη λογική της «εθνικής ομάδας διαπραγμάτευσης», την οποία έχει λανσάρει το ΠΑΣΟΚ και ο Ευάγγ. Βενιζέλος, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει πως το ζήτημα είναι η ανάδειξη των «άξιων» και επιτυχημένων επαγγελματιών σε αντίθεση με τα κομματικά στελέχη των «παλιών πολιτικών κομμάτων».
Είναι εμφανές ότι η επιλογή μιας βεντάλιας απόψεων οι οποίες δεν έχουν συνοχή και συνέχεια δεν έχει γίνει τυχαία. Στόχος δεν είναι το ούδετερο κοινό αλλά η ταυτόχρονη δημιουργία ενός «απολιτίκ» κοινού, ανεκτικού και έτοιμου να αποδεχτεί τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Από αυτή την άποψη ένα κόμμα το οποίο θα είναι σε θέση να παίξει καθοριστικό ρυθμιστικό ρόλο στις εξελίξεις μετά τις εκλογές είναι εξαιρετικά απαραίτητο για τη συνέχεια του συστήματος εξουσίας. Δεν είναι τυχαία η δημιουργία του ούτε και η στήριξή του σε βαθμό κακουργήματος από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης με στόχο να εξασφαλίσει την τρίτη θέση. Είναι η τρίτη απόπειρα του συστήματος να βάλει στο παιχνίδι μια νεοφιλελεύθερη δύναμη. Το κόμμα του Στ. Μάνου και η μετεξέλιξή του σε Δράση, είτε στην καθαρή είτε στην πιο συγκαλυμμένη μορφή, απέτυχαν. Το ίδιο και η Δημοκρατική Συμμαχία της Ντ. Μπακογιάννη. Τώρα φαίνεται πως το νεοφιλελεύθερο περιεχόμενο με «κεντροαριστερή μεταρρυθμιστική» προβιά ενσαρκώνεται σε διακριτό, και ίσως και με σημαντικό ρόλο, πολιτικό φορέα. Έστω κι αν η αξιοπιστία του σε σχέση με τις διακηρύξεις του είναι μηδενική. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως ο ίδιος ο Σ. Θεοδωράκης, ενώ είχε δηλώσει ότι δεν θα συμπράξει με φθαρμένους πολιτικούς τού «παλιού συστήματος», συνέπραξε με τους Μεταρρυθμιστές και όλα τα πολιτικά ρετάλια της Κεντροαριστεράς, αλλά και με τη Δράση. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό αυτοακύρωσης του Σ. Θεοδωράκη ήταν η τοποθέτηση επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του πανεπιστημιακού Π. Καρκατσούλη, ο οποίος ωστόσο κατείχε κυβερνητική θέση και υπηρετούσε τις επιλογές του Μεγάρου Μαξίμου. Όλα αυτά, σε αντίθεση με τα όσα έλεγε το Ποτάμι περί παραίτησης εκείνων που κατέχουν επιτελική θέση στον κρατικό μηχανισμό και υπάγονται στην κυβέρνηση, όπως οι γενικοί γραμματείς υπουργείων, οργανισμών κ.λπ. και δυνατότητας να πολιτευτούν μετά τα τέσσερα χρόνια! Ψιλά γράμματα, θα πει κανείς, όταν σε αυτές τις εκλογές κρίνονται πολλά για τη συνολική σταθερότητα και συνέχεια ενός ολόκληρου καθεστώτος…