του Άρη Χατζηστεφάνου
Πότε κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του Σαρλί Εμπντό; Οι συντάκτες του δηλώνουν με δικαιολογημένη υπερηφάνεια ότι είναι πνευματικό τέκνο του ανυπότακτου Μάη του ’68. Σε ό,τι αφορά όμως τη στάση του απέναντι στις θρησκείες, ένας καλός συλλέκτης θα έπρεπε να αναζητήσει το πρώτο «τεύχος» στις αρχές του… 14ου αιώνα. «Ξεφυλλίζοντάς» το θα έβρισκε την πιο προσβλητική περιγραφή του Μωάμεθ που έχει γραφτεί ποτέ: Ξεκοιλιασμένος με τα εσωτερικά του όργανα να κρέμονται ανάμεσα στα πόδια του – όπως θα τον απεικονίσει μερικούς αιώνες αργότερα και ο Σαλβαδόρ Νταλί. Το «πρώτο τεύχος» του Σαρλί Εμπντό, λοιπόν, ήταν η Θεία Κωμωδία του Δάντη.
Σήμερα, ο συγγραφέας της θα ήταν αναμφισβήτητα στη συντακτική επιτροπή του περιοδικού – ίσως μάλιστα και ανάμεσα στα θύματα της στυγερής δολοφονίας από τους ισλαμοφασίστες τζιχαντιστές. Πνεύμα ανυπότακτο κι αυτός, αμφισβητούσε με κάθε ευκαιρία τις παρωχημένες αξίες και αρχές της εποχής του. Κι όμως η περιγραφή του Μωάμεθ ήταν ένα παραστράτημα. Όχι φυσικά γιατί πρέπει κανείς να αυτολογοκρίνεται όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με το σκοταδισμό και την αιμοδιψή μανία όλων ανεξαιρέτως των θρησκειών, αλλά γιατί στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Δάντης, άθελά του, αναπαρήγαγε το πνεύμα των ευρωπαϊκών σταυροφοριών.
Η συνήθης απάντηση σε αυτή την κριτική είναι ότι το Σαρλί Εμπντό τηρούσε ίσες αποστάσεις απέναντι σε όλες τις θρησκείες. Πρέπει προφανώς να αναγνωρίσουμε ότι, σε αντίθεση με την εφημερίδα της Δανίας, που ξεκίνησε τις επιθέσεις με τα σκίτσα του Μωάμεθ ορμώμενη από τα ακροδεξιά κίνητρα του διευθυντή της, το γαλλικό περιοδικό είχε καυτηριάσει με τον πιο σκληρό αθεΐατρόπο και τον χριστιανικό φονταμενταλισμό. Το παλαιότερο εξώφυλλο, παραδείγματος χάριν, που απεικόνιζε την Παναγία με ανοιχτά τα πόδια την ώρα της γέννας του «θεανθρώπου», αν είχε κυκλοφορήσει στην Ελλάδα θα είχε οδηγήσει τους συντάκτες απευθείας στη φυλακή – εάν δεν τους είχαν κάψει ζωντανούς ορδές χριστιανοφασιστών.
Για άλλη μια φορά όμως το σημαντικότερο πρόβλημα όσων ασκούν, ακόμη και καλοπροαίρετα, κριτική στις θρησκείες είναι ότι απομονώνουν τα λόγια του Μαρξ για τη θρησκεία σαν «όπιο του λαού». Αξίζει πάντα να αναπαράγουμε και να θυμόμαστε τη φράση στο σύνολό της: «Η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, η θαλπωρή ενός άκαρδου κόσμου, είναι το πνεύμα ενός κόσμου απ’ όπου το πνεύμα έχει λείψει. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού. Ξεπέρασμα της θρησκείας σαν απατηλής ευτυχίας του λαού σημαίνει την απαίτηση της πραγματικής του ευτυχίας. Η απαίτηση να αρνηθεί τις αυταπάτες σχετικά με την κατάστασή του σημαίνει απαίτηση να αρνηθεί μια κατάσταση που έχει ανάγκη από αυταπάτες. Η κριτική της θρησκείας είναι λοιπόν εν σπέρματι η κριτική της κοιλάδας αυτής των δακρύων, που η θρησκεία αποτελεί το φωτοστέφανό της».
Προφανώς κάθε ελεύθερο πνεύμα πρέπει να βρίσκεται σε ανειρήνευτη μάχη με όλες τις θρησκείες. Εάν όμως η κεντρική του μάχη δίνεται με τις «αυταπάτες» που εκπροσωπεί η θρησκεία, θα καταλήξει σαν τον άνθρωπο που μπαίνει στη σπηλιά του Πλάτωνα και, αντί να προσπαθήσει να απελευθερώσει τους ανθρώπους, αρχίζει να χτυπά τις σκιές τους στο βράχο. Όσο σκληρά κι αν χτυπήσει το βράχο, όση ζημιά και αν του προκαλέσει, στο τέλος απλώς θα έχει ματώσει τα χέρια του. Στη δική μας περίπτωση θα έχει ενισχύσει ό,τι ο καθηγητής Ζιμπέρ Ασκάρ χαρακτηρίζει «πόλεμο των βαρβαροτήτων» και παλαιότερα ο Ταρίκ Αλί περιέγραφε σαν «σύγκρουση των φονταμενταλισμών».
Επιπροσθέτως, εάν η θρησκεία εκτός από όπιο του λαού είναι και ο «στεναγμός του καταπιεζόμενου», εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι όσο μεγαλύτερος ο στεναγμός, όσο δηλαδή πιο ακραία γίνεται η έκφραση της θρησκευτικής πίστης, τόσο πιο ακραία θα πρέπει να είναι και η καταπίεση. Σε μια εποχή λοιπόν που ο χριστιανισμός εκπροσωπεί, ως επί το πλείστον, τα μητροπολιτικά κέντρα και ο ισλαμισμός την καθυστερημένη περιφέρεια του καπιταλιστικού συστήματος, ακόμη και η τήρηση ίσων αποστάσεων ενδέχεται να λειτουργήσει σαν υπόγεια στήριξη του δυτικού ιμπεριαλισμού. Ο δρόμος προς το σφάλμα που διέπραξε ο Δάντης είναι στρωμένος με αγαθές και υλιστικές προθέσεις.
Παρενθετικά να σημειώσουμε, βέβαια, ότι ακραίες μορφές θρησκευτικής πίστης δεν συναντά κανείς μόνο στον αραβικό και ισλαμικό κόσμο αλλά και στα γκέτο της εξαθλίωσης των πιο αναπτυγμένων χωρών. Το γεγονός ότι τουλάχιστον επτά στους δέκα αμερικανούς πολίτες πιστεύουν στην ύπαρξη αγγέλων και ακούν προέδρους όπως ο Μπους αλλά και ο Ομπάμα να δικαιολογούν τις στρατιωτικές τους εκστρατείες (και) στο όνομα του θεού δεν είναι άσχετο με τις τρομακτικές οικονομικές ανισότητες και τη φτώχεια που μαστίζει τον πληθυσμό. 50 εκατ. φτωχοί και άλλοι τόσοι ανασφάλιστοι αποτελούν τεράστια δεξαμενή από την οποία θα προκύψουν οι νέοι χριστιανοί τζιχαντιστές, οι οποίοι δεν θα αποκεφαλίζουν τα θύματά τους με χαντζάρες, αλλά θα εξαφανίζουν ολόκληρα χωριά με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο όνομα μιας «ανώτερης θρησκείας» κι ενός «ανώτερου πολιτισμού».
Δυστυχώς την ίδια αυτή στάση πολιτισμικής ανωτερότητας, που προωθεί και την ανάλογη «σύγκρουση των πολιτισμών», υιοθέτησε τα τελευταία χρόνια και το κίνημα των Νέων Άθεων στις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη. Άνθρωποι που πριν από μερικά χρόνια μάς πρόσφεραν ανάσες ελπίδας χτυπώντας το θρησκευτικό σκοταδισμό της κυβέρνησης Μπους σταδιακά άρχισαν να εστιάζουν τα πυρά τους στην ισλαμική πίστη της Ανατολής. Το πέρασμα από αυτή τη θέση στο ανοιχτό κάλεσμα για βομβαρδισμό χωρών όπως το Ιράν, που έκαναν άνθρωποι όπως ο Κ. Χίτσενς, ήταν πλέον θέμα χρόνου.